© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
του Στέλιου Μορφίδη
Στο Ντουμπάι οι εργάτες του τεράστιου πρότζεκτ υπερπολυτελών κατοικιών Akoya, που κατασκευάζει η DAMAC Properties σε συνεργασία με την εταιρεία real estate του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, εργάζονται νυχθημερόν. Σε περίπου έναν χρόνο από τώρα οι 5.000 υπερπολυτελείς κατοικίες μαζί με τα άλλα πρότζεκτ υπό το σήμα «Τραμπ» στην περιοχή (γήπεδα γκολφ κ.ο.κ.) θα πρέπει να παραδοθούν.
Την ίδια ώρα στον Αγιο Ιωάννη Ρέντη, στα κεντρικά της Μαθιός Πυρίμαχα, κανονίζονται τα διαδικαστικά για την αποστολή ακόμα ενός φορτίου με διακοσμητική πέτρα τοίχου που θα στολίσει τα υπερπολυτελή κτίρια. Η εισηγμένη στο Χ.Α. εταιρεία συμμετέχει στο επιβλητικό πρότζεκτ υλοποιώντας τα τελευταία χρόνια μια εξωστρεφή στρατηγική, κατασκευάζοντας αφενός πυρίμαχες εγκαταστάσεις (φούρνους κ.λπ.) σε μεγάλα εργοστάσια στη Μ. Ανατολή, στη Β. Αφρική και την Ευρώπη και αφετέρου επενδυτικές πέτρες τοίχου σε πολυτελή καταστήματα, κατοικίες, ξενοδοχεία και malls σε πολλές χώρες.
«Πλέον οι πωλήσεις στο εξωτερικό συνεισφέρουν περισσότερα στον κύκλο εργασιών μας. Εχουν φτάσει το 70%», λέει στο «business stories» ο κ. Γιάννης Κωνσταντίνου-Μαθιός, πρόεδρος της ιστορικής βιομηχανίας που διάγει το 129ο έτος της ζωής της. Από τη δεκαετία του ’80 μαζί με τα ξαδέρφια του Δημήτρη Μαθιό και Γιάννη Μαθιό, την τέταρτη γενιά της οικογένειας, κρατούν τα ηνία της εταιρείας, που συνέδεσε το όνομά της με τη βιομηχανοποίηση της Ελλάδας κατασκευάζοντας όλα τα φουγάρα των εργοστασίων εκείνης της εποχής.
Η στρατηγική της εξωστρέφειας, που επιχειρήθηκε ήδη από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, όπως λέει ο κ. Μαθιός, ήταν αυτή που έσωσε την εταιρεία από την κρίση που σάρωσε την οικοδομή και τις βιομηχανίες στη χώρα μας. «Ευτυχώς είχαμε ήδη δρομολογήσει πράγματα και καταστάσεις. Είχαμε την υποδομή και την ομάδα για τις εξαγωγές. Οπότε αφενός είδαμε τα πρώτα προειδοποιητικά σημάδια, κυρίως στις μεγάλες μας αγορές, την Ιταλία και την Ισπανία, για το επερχόμενο τσουνάμι που σάρωσε τις κατασκευές, και αφετέρου, όταν επλήγη η Ελλάδα, είχαμε ήδη μία έτοιμη βάση για να εργαστούμε. Δεν απαιτήθηκε να φτιάξουμε πράγματα απ’ την αρχή, κάτι που θα ήταν δύσκολο λόγω των συνθηκών», λέει. «Κάπως έτσι αναγκαστήκαμε τις μέχρι τότε δευτερεύουσες αγορές για εμάς να τις κάνουμε πρωτεύουσες. Οπως για παράδειγμα ο αραβικός κόσμος», συμπληρώνει.
Κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, τα οικονομικά μεγέθη μπορεί να μειώθηκαν στα χρόνια της κρίσης, ωστόσο η εταιρεία διεκδικεί ζωτικό χώρο και επεκτείνεται στο εξωτερικό αναλαμβάνοντας μεγάλα έργα είτε με τα πυρίμαχα, που είναι και τα παραδοσιακά της προϊόντα, είτε με τη διακοσμητική πέτρα τοίχου. «Ξεκινήσαμε με 23 εκατ. ευρώ ετήσιο τζίρο και 11 εκατ. δανεισμό πριν από την κρίση και είμαστε τώρα στα 14 εκατ. ευρώ τζίρο και 8 εκατ. δανεισμό», λέει ο Γιάννης Μαθιός, που επιμένει ότι στόχος είναι το νοικοκύρεμα και η ανάπτυξη στο εξωτερικό. Ηδη η εταιρεία πουλάει πυρίμαχα σε 20 χώρες και διακοσμητική πέτρα σε 35. Σε αυτά τα δύσκολα χρόνια για τη χώρα μας κατασκεύασε τα πυρίμαχα του συστήματος καύσης στο μεγαλύτερο εργοστάσιο ασβέστη στην Αφρική, στην Αλγερία, και παρέδωσε αντίστοιχο έργο για ένα νέο εργοστάσιο καλίου στην Ιορδανία, όπου έχει αναλάβει και άλλα πολλά πρότζεκτ. «Στα πυρίμαχα μετά από αγώνα έχουμε καταφέρει να προσφέρουμε 360° service. Δηλαδή υπάρχει αναπτυγμένο R&D, παραγωγή, σχεδιασμός, δόμηση και service. Αυτή η ολοκληρωμένη λύση που προσφέρουμε μας δίνει το πλεονέκτημα σε σχέση με τον ανταγωνισμό κυρίως εκτός Ελλάδας. Μάλιστα έχουμε φτάσει να είμαστε υπολογίσιμη δύναμη στη Γερμανία χτυπώντας στα ίσα τον ανταγωνισμό μέσω της θυγατρικής μας εκεί και να πάρουμε δουλειές από μεγαθήρια, όπως τoν όμιλο Heidelberg Cement. Μάλιστα πουλάμε και φασόν σε ανταγωνιστές μας. Και πέτρα και πυρίμαχα».
Αντίστοιχα στο κομμάτι της διακοσμητικής πέτρας συμμετέχει στο Ντουμπάι σε ένα ακόμα μεγάλο οικιστικό project στο, της εταιρείας Sobha, που ονομάζεται Heartland. Παράλληλα συμμετείχε στην κατασκευή του εντυπωσιακού «Shahdag Hotel and Spa» στο Αζερμπαϊτζάν, των βρετανικών σχολείων στο Κάιρο και το Μαρόκο… και η λίστα δεν έχει τελειωμό.
«Η καφετέρια, σαλέ κατά κάποιον τρόπο, που έχουν φτιάξει στην τεχνητή πίστα του σκι του Ντουμπάι είναι από δικές μας πέτρες», λέει ο κ. Μαθιός και προσθέτει: «Μία από τις χαρές που έχει αυτό το πράγμα είναι ότι μπορείς ξαφνικά να συναντήσεις το προϊόν του κόπου σου σε κάποιο άλλο μέρος του κόσμου. Κάθεσαι, για παράδειγμα, σε ένα εστιατόριο στην παραλία του Ρίμινι και ξαφνικά αντιλαμβάνεσαι ότι η πέτρα με την οποία έχει επενδυθεί είναι δική σου… Είναι απερίγραπτο το συναίσθημα όταν βλέπεις τον αντίκτυπο της δουλειάς σου».
Και στην Ελλάδα όμως η Μαθιός, παρά την κρίση, εξακολουθεί να έχει σημαντική παρουσία κυρίως χάρη σε μεγάλα έργα που προκύπτουν αλλά και του τουριστικού «μπουμ».
«Μόλις τελειώσαμε μία πάρα πολύ μεγάλη και εντυπωσιακή επισκευή στην Αλουμίνιον της Ελλάδος του ομίλου Μυτιληναίου. Εγινε ανακατασκευή των φούρνων μέσα σε 30 μέρες με πάρα πολύ πιεσμένα χρονικά περιθώρια και τεράστια ποσότητα υλικού που έπρεπε να χρησιμοποιηθεί. Παράλληλα κατασκευάζουμε με την Τέρνα τη σύγχρονη λιγνιτική μονάδα “Πτολεμαΐδα 5” της ΔΕΗ. Επίσης, πριν από μία εβδομάδα παραδώσαμε στην Τέρνα Λευκόλιθοι, στο Μαντούδι, το έργο γύρω από τα πυρίμαχα στη μονάδα παραγωγής δίπυρης μαγνησίας. Για όλους μας μάλιστα ήταν πολύ συγκινητικό αυτό. Ρίξαμε τα φουγάρα που έφτιαξαν οι πατεράδες μας πριν από δεκαετίες και στήσαμε καινούρια. Λίγο παρακάτω ήταν και το σύστημα που έφτιαξε ακόμα πιο παλιά ο παππούς μας, όρθιο ως μέρος της ιστορίας εκείνου του τόπου. Ηταν πολύ συγκινητικό».
«Κρυφή βιομηχανία»
Και πράγματι η Μαθιός είναι η εταιρεία που έχει αφήσει το στίγμα της στο ελληνικό επιχειρείν και ας μην είναι γνωστή στο ευρύ κοινό. «Ξέρετε, εμείς είμαστε η… κρυφή βιομηχανία», λέει ο κ. Μαθιός. «Δεν φαινόμαστε, αλλά βρισκόμαστε στην καρδιά κάθε εργοστασιακής μονάδας που λειτουργεί. Συμβάλλουμε σε κάθε προϊόν που μπορεί να παράγεται… Ακόμα και το ποτήρι που κρατάτε τώρα χωρίς τη δική μας δουλειά δεν θα μπορούσε να παραχθεί… Εργοστάσια χωρίς φουγάρα και συστήματα καύσης δεν υπάρχουν».
Αυτή η σύνδεση εξάλλου φαίνεται στο παλιό εργοστάσιο της εταιρείας στου Ρέντη, το οποίο φιλοξενεί πλέον μόνο τα κεντρικά γραφεία και μία μικρή μονάδα δοκιμών νέων προϊόντων του τμήματος R&D. Φαντάζει σαν ένα μουσείο στο οποίο από τη μία κάποιος κάνει μια βουτιά στην εποχή της βιομηχανοποίησης της Ελλάδας και από την άλλη μπορεί να δει τις καινοτομίες και την εξέλιξη της βιομηχανίας στο σήμερα. «Διαρκώς επενδύουμε στο νέο και θέλουμε να εξελισσόμαστε», μου λέει ο κ. Μαθιός κάνοντας μία μικρή ξενάγηση στον εκθεσιακό χώρο που έχουν φτιάξει. Ο μισός περίπου είναι αφιερωμένος στα πυρίμαχα και ο άλλος μισός στη διακοσμητική πέτρα.
Για κάθε ένα κομμάτι ο κ. Μαθιός έχει και μια ιστορία να διηγηθεί. Το σημαντικό όμως είναι ότι έχει σχέδια για το μέλλον. «Τα τελευταία χρόνια αναπτύξαμε νανοϋλικά, τα οποία αλλάζουν τη συμπεριφορά των πυρίμαχων. Θέλουμε να την εξελίξουμε κι άλλο αυτή την τεχνολογία. Επενδύουμε στην έρευνα και την ανάπτυξη δημιουργώντας ένα καταπληκτικό χημείο στο εργοστάσιο στη Ριτσώνα και έχουμε εγκαταστήσει ένα μηχάνημα μέτρησης αγωγιμότητας σε υψηλές θερμοκρασίες, το μόνο στην Ελλάδα, που μας έχει λύσει τα χέρια στο engineering. Παράλληλα έχουμε ψηφιοποιήσει όλο το κομμάτι του σχεδιασμού και γενικώς επιχειρούμε να ακολουθούμε τις τάσεις που φέρνει η τεχνολογική εξέλιξη». Πλέον η καρδιά της παραγωγής των πυρίμαχων υλικών της Μαθιός Πυρίμαχα βρίσκεται στη Ριτσώνα, όπου απασχολούνται 120 εργαζόμενοι. Επίσης, στη Βουλγαρία λειτουργεί απ’ τα μέσα της περασμένης δεκαετίας εργοστάσιο για τη διακοσμητική πέτρα, όπου απασχολούνται άλλα 70 άτομα, ενώ άλλα 10 είναι στην 100% γερμανική θυγατρική στο Μπόχουμ. Ο τρίτος πυλώνας των δραστηριοτήτων του ομίλου σήμερα είναι τα δομικά υλικά τα οποία διαθέτουν τα τελευταία χρόνια και στη λιανική μέσω e-shop (baumarket.gr).
Η ευθύνη είναι βαριά
«Είμαστε μία πολύ παλιά οικογενειακή επιχείρηση, που διαρκώς μετασχηματιζόμαστε με βάση τις ανάγκες κάθε εποχής», λέει ο κ. Μαθιός, ο οποίος παραδέχεται ότι υπήρξαν στιγμές τα τελευταία χρόνια που η πίεση ήταν έντονη κυρίως λόγω μεγάλων εγχώριων πελατών που δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν έγκαιρα στις υποχρεώσεις τους. «Επρεπε να φτιάξουμε plan b και plan c. Τα καταφέραμε όμως και δεν χρειαστήκαμε μεγάλες χρηματοδοτήσεις απ’ τις τράπεζες. Πλέον έχουν μπει όλα σε μία σειρά», λέει ο ίδιος. Εξάλλου, όπως σημειώνει η εταιρεία, κουβαλώντας σχεδόν 130 χρόνια στην πλάτη της, έχει βιώσει ουκ ολίγες κρίσεις μαζί με τη χώρα. Πόλεμοι, Κατοχή… «Προσωπικά θυμάμαι τις αγωνίες των γονιών μας με την ενεργειακή κρίση του ’70», λέει.
Πίσω απ’ το γραφείο του κ. Μαθιού είναι καδραρισμένη μία ασπρόμαυρη φωτογραφία. «Είμαι δεν είμαι 4 χρονών εδώ», λέει. Τον δείχνει να κουβαλάει πλάκες από πυρίμαχα και να χαμογελάει. Από κάτω καδραρισμένο και το χαρτί του πρώτου μεροκάματου. Γράφει 15 Ιουλίου 1963, 6 δρχ. «Αυτό είναι που λένε απ’ τα γεννοφάσκια μέσα στη δουλειά. Μεγαλώσαμε σε αυτήν, την αγαπήσαμε, σπουδάσαμε και προσπαθούμε το καλύτερο γι’ αυτήν», καταλήγει ο κ. Μαθιός.
Μια ιστορία που ξεκινά το 1890
Η ιστορία της Μαθιός ξεκινάει περίπου το 1890. Ο Δημήτρης Μαθιός, με καταγωγή απ’ τις Σπέτσες και αφού πρώτα εμπορικά είχε δραστηριοποιηθεί στη Σύρο, κατεβαίνει στον Πειραιά, όπου και σταδιοδρόμησε επιχειρηματικά.
Εχοντας τεχνικές γνώσεις που αφορούσαν την οικοδομική δραστηριότητα, εκμεταλλεύτηκε τις ανάγκες που υπήρχαν εκείνη την περίοδο στην πόλη από το βιοµηχανικό «µπουµ» και ασχολήθηκε µε την εισαγωγή και την πώληση πυρίµαχων υλικών (λέβητες, υφαντουργία, καµινάδες κ.λπ.). Δημιούργησε μια τεχνική εταιρεία και τη θέση του στις αρχές του 20ού αιώνα πήρε ο γιος του Γιάννης Μαθιός. Ακολουθεί η τρίτη γενιά, που αποτελείται από τα τρία αδέλφια, Δηµήτρη, Νίκο και Κωνσταντίνο. Αλλά η παραγωγική δραστηριότητα της οικογένειας αρχίζει ουσιαστικά µετά τον Πόλεµο και κυρίως από τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1950. Οπως λέει ο κ. Γιάννης Μαθιός, «έχουμε χτίσει όλα τα πυρίμαχα της ΔΕΗ, της τσιμεντοβιομηχανίας, του αλουμινίου, των εργοστασίων λιπασμάτων, υαλουργιών, χαλυβουργιών, ό,τι μπορείτε να φανταστείτε».
Η τέταρτη γενιά, που είναι τα τρία ξαδέλφια που διοικούν σήμερα την εταιρεία, αναλαµβάνει το 1980. «Εμείς δυστυχώς βιώσαμε την αποβιομηχανοποίηση της χώρας. Ηταν δύσκολη εμπειρία να βλέπεις εργοστάσια που συμμετείχες ως συναγωνιστής στην πρόοδό τους να χάνονται, αλλά μας έδωσε και την ευκαιρία για ανασυγκρότηση και σχεδιασμό να προχωρήσουμε παρακάτω. Κάναμε τις πρώτες προσπάθειες εξαγωγών στο προϊόν που μέχρι τότε ξέραμε καλά, τα πυρίμαχα, αλλά παράλληλα δημιουργήσαμε και ένα άλλο με την τεχνογνωσία μας, την τεχνητή πέτρα».
Πλέον η πέμπτη γενιά της οικογένειας έχει εισέλθει στο εργοστάσιο. Σε κάποια χρόνια θα αναλάβει και τη σκυτάλη της διοίκησης.
Πώς θέλει ο Γιάννης Μαθιός να δει την εταιρεία έπειτα από πέντε χρόνια; «Ορθια και περήφανη. Να είναι μία εξαγωγική επιχείρηση που όμως παράλληλα θα ενισχύει τη θέση της και στην εγχώρια αγορά, που εύχομαι να ανακάμψει σημαντικά».