Στο επίκεντρο των ξένων μέσων ενημέρωσης η απόφαση του Βρετανού συντηρητικού πρωθυπουργού, Ρίσι Σούνακ να ματαιώσει στο παρά πέντε την συνάντησή του με τον Έλληνα ομόλογό του, Κυριάκο Μητσοτάκη, σχολιάζοντας ότι, η κίνηση της Ντάουνινγκ Στριτ εκτροχιάζει τις συνομιλίες Αθήνας- Λονδίνου, ρίχνοντας κι άλλο λάδι στη διπλωματική διαμάχη που μαίνεται επί χρόνια μεταξύ των δύο χωρών για την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα στη χώρα μας.
Πρώτο θέμα στον «Guardian» έγινε το μεσημέρι της Τρίτης η άρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη να συναντηθεί με τον αναπληρωτή πρωθυπουργό του Ηνωμένου Βασιλείου, Όλιβερ Ντάουντεν, στην εναλλακτική που του προσφέρθηκε αντί για τις προγραμματισμένες συνομιλίες με τον Ρίσι Σούνακ, εν μέσω μιας κλιμακούμενης διαμάχης για τον επαναπατρισμό των γλυπτών του Παρθενώνα.
Σύμφωνα με το βρετανικό μέσο, ο Έλληνας πρωθυπουργός δήλωσε ότι είναι «βαθιά απογοητευμένος» από την αιφνίδια ακύρωση της συνάντησης με τον Σούνακ τη Δευτέρα στο Λονδίνο, στην οποία σκόπευε να θέσει το θέμα των γλυπτών.
Μέλος του βρετανικού υπουργικού συμβουλίου δήλωσε τη Δευτέρα ότι προσφέρθηκε στον Μητσοτάκη συνάντηση με τον Ντάουντεν την Τρίτη, αλλά «δεν ήταν δυνατόν» να πραγματοποιηθεί.
«Αυτό είναι ένα θέμα που προκαλεί λύπη. Αυτή ήταν η προσφορά που έγινε», δήλωσε ο υπουργός Μεταφορών Μαρκ Χάρπερ σε τηλεοπτική εκπομπή και πρόσθεσε: «Αλλά η κυβέρνηση διατύπωσε πολύ ξεκάθαρα τη θέση της για τα μάρμαρα του Έλγιν, η οποία είναι ότι πρέπει να παραμείνουν ως μέρος της μόνιμης συλλογής του Βρετανικού Μουσείου».
Ο «Guardian» αναφέρει πως τα γλυπτά απομακρύνθηκαν υπό συνθήκες που παραμένουν αμφιλεγόμενες κατόπιν εντολής του λόρδου Έλγιν, τότε πρεσβευτή του Ηνωμένου Βασιλείου στην οθωμανική αυλή. Οι αρχαιότητες μεταφέρθηκαν στο Λονδίνο μεταξύ 1801 και 1804 και πωλήθηκαν στο Βρετανικό Μουσείο το 1816.
Ο Ντάουντεν τήρησε σκληρή στάση απέναντι στα γλυπτά, σύμφωνα με άλλους συντηρητικούς βουλευτές, λέγοντας σε συζήτηση πέρυσι: «Είναι σημαντικό να προστατεύσουμε τα ιδρύματά μας, όπως το Βρετανικό Μουσείο και το Μουσείο Βικτωρίας και Αλβέρτου, από ένα μπαράζ αξιώσεων επιστροφής».
Διαβάστε περισσότερα στο protothema.gr