Πυρά εναντίον της ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας εξαπολύει η Χαριλάου Τρικούπη, με αφορμή την προώθηση, προς ψήφιση στη βουλή του νέου νομοθετικού πλαισίου για τα ΑΕΙ, «χωρίς ουσιαστικό διάλογο».
Η βουλευτής και κοινοβουλευτική υπεύθυνη Παιδείας του ΠΑΣΟΚ– ΚΙΝΑΛ Χαρά Κεφαλίδου κάνει λόγο για «άλλο ένα σχέδιο νόμου με εύηχο τίτλο για «Ενίσχυση της ποιότητας, της λειτουργικότητας των ΑΕΙ», που δεν έχει καμιά σχέση με το ουσιαστικό του περιεχόμενο»- τονίζει δε, ότι οι όποιες θετικές προβλέψεις του χάνονται στη σκιά της επινόησης ενός μοντέλου διοίκησης, που συντηρεί και επιτείνει το νομοθετημένο αλισβερίσι συμβιβασμών.
Η κυρία Κεφαλίδου μιλώντας σήμερα το απόγευμα σε διαδικτυακή εκδήλωση που διοργάνωσε η Πρωτοβουλία για την Σοσιαλδημοκρατική Ανανέωση του ΠΑΣΟΚ (Ανανεωτική Αριστερά, Κινήσεις Πολιτών για την Σοσιαλδημοκρατία, στελέχη προερχόμενα από το Ποτάμι) υποστήριξε επίσης ότι το νέο νομοθετικό πλαίσιο επαναφέρει ένα κακέκτυπο Συμβουλίων Διοίκησης, εξαρτώμενο από τον παντοδύναμο πρύτανη,, ο οποίος ενώ εκλέγεται από τα έξι εσωτερικά μέλη συμμετέχει και προεδρεύει στο όργανο που υποτίθεται ότι τον ελέγχει.
«Ο τρόπος διοίκησης που προβλέπεται στο ν/σ ακυρώνει ολόκληρη τη νομοθετική πρωτοβουλία μιας κυβέρνησης στο παρά πέντε της λήξης της θητείας της. Ένα σχέδιο νόμου με ημίμετρα και ερμαφρόδιτο διοικητικό σχήμα» είπε η κυρία Κεφαλίδου χαρακτηρίζοντας παράλληλους μονολόγους φορέων την «διαβούλευση» και αυτονόητες αλλά καθυστερημένες κατά μια δεκαετία ορισμένες ρυθμίσεις (διπλά/κοινά πτυχία, επιλογή μαθημάτων από άλλα Τμήματα/Σχολές, «Ελληνικό Erasmus», κ.α)..
Στην εκδήλωση της Πρωτοβουλίας (με επικεφαλής τον κ. Θ. Μαργαρίτη) συμμετείχαν επίσης ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Πατρών Χρήστος Μπούρας, η καθηγήτρια του τμήματος Οικονομικών Επιστημών ΕΚΠΑ και αν. γραμματέας του τομέα Παιδείας ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ Ευγενία Μπουρνόβα, ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου Θεόδωρος Τσέκος και ο πρώην γραμματέας ΠΑΣΠ ΕΜΠ- μεταπτυχιακός φοιτητής Γιάννης Ταρνάρης. Τη συζήτηση συντόνισε ο δημοσιογράφος Ανδρέας Παπαδόπουλος.
Αξίζει να σημειωθεί ότι όλοι οι ομιλητές τάχθηκαν κατά του νομοσχεδίου ασκώντας έντονη κριτική για την έλλειψη συνεννόησης με τους πανεπιστημιακούς φορείς, αφού «για ένα ογκώδες νομοσχέδιο 400 άρθρων δίνεται για διαβούλευση για ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα».
Ο Χρήστος Μπούρας ανέφερε ότι οι μεταρρυθμίσεις στο χώρο της Τριτοβάθμιας Παιδείας, πρέπει να απαντούν στο βασικό ερώτημα, για πόσα Πανεπιστήμια και πόσους φοιτητές η χώρα μπορεί να εξασφαλίσει τους απαραίτητους ανθρώπινους και υλικούς πόρους για ποιοτικές σπουδές. Υπογράμμισε ότι η καρδιά του προβλήματος είναι ο Ακαδημαϊκός Χάρτης και η αναδιάταξη του, ενώ ανέφερε ότι για μία σειρά από λόγους, όπως και λόγω έλλειψης κουλτούρας συναινέσεων και έντιμων συμβιβασμών, αποτυγχάνουν οι μεταρρυθμίσεις. Τα δυο παραπάνω σε συνδυασμό με τις επιχειρούμενες αλλαγές στο νέο νομοσχέδιο δεν δημιουργούν ευνοϊκές συνθήκες για μεταρρύθμιση στα Πανεπιστήμια.
Η Ευγενία Μπουρνόβα χαρακτήρισε ψευδώνυμη μεταρρύθμιση το υπό συζήτηση νομοσχέδιο, με υπεύθυνους την κυβέρνηση και την υπουργό παιδείας, αφού προκαλεί τεράστια αναστάτωση στα πανεπιστήμια χωρίς σαφή σκοπό και όφελος. Όσον αφορά στα νέο σύστημα διοίκησης που επιδιώκει να επιβάλει, τόνισε ότι διαπνέεται από «μικρομεγαλισμό και ματαιοδοξία» και είναι ανακριβές ότι εφαρμόζεται στο εξωτερικό, αφού σε τουλάχιστον 13 ευρωπαϊκές χώρες, ανάμεσά του η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία, η Γερμανία, ο πρύτανης εκλέγεται από τα μέλη της ΔΕΠ ή ευρύ σώμα εκλεκτόρων- μελών της ευρωπαϊκής κοινότητας. Τόνισε δε ότι είναι αναγκαία μια συνολική μεταρρύθμιση της εκπαίδευσης αλλά γι αυτό απαιτείται ένας σοβαρά οργανωμένος διάλογος.
Ο Θεόδωρος Τσέκος ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι η εισαγωγή των Συμβουλίων Διοίκησης παράλληλα με την Σύγκλητο θα δημιουργήσει ένα διοικητικό πολυκεφαλισμό με εσωτερικές εντάσεις. Χρειάζεται η θέσπιση ελάχιστων κοινών κανόνων λειτουργίας από το Υπουργείο Παιδείας και τον έλεγχο στην συνέχεια της τήρησης τους από αρμόδια όργανα, όπως την Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης. Υπογράμμισε επίσης ότι δεν γίνεται διάκριση μεταξύ μεγάλων και μικρών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων που έχουν διαφορετικές ανάγκες και απαιτούν διαφορετικές ρυθμίσεις. Όσον αφορά στην επιδιωκόμενη αυτονομία των πανεπιστημίων, αυτή ακυρώνεται από μια σειρά «υπερρυθμίσεων».
Τέλος, εξέφρασε την ανησυχία του για την επανεισαγωγή προγραμμάτων τεχνολογικής εκπαίδευσης, τα οποία αν δεν αντιστοιχηθούν με την αγορά εργασίας, κινδυνεύουν να οδηγήσουν σε νέα παραγωγή «ημιεπιστημόνων».
Ο Γιάννης Ταρνάρης από την πλευρά της φοιτητικής κοινότητας χαρακτήρισε το νομοσχέδιο εκ προοιμίου καταδικασμένο να αποτύχει, γιατί δεν αποτελεί προϊόν γόνιμου και συστηματικού διαλόγου. Αναφερόμενος στην Πανεπιστημιακή Αστυνομία τόνισε ότι πρόκειται για επικοινωνιακή πρωτοβουλία της κυβέρνησης που «ρίχνει νερό στον μύλο» όσων φαίνεται να εξυπηρετούνται πολιτικά από τις εντάσεις.
Δεν λύνει τα ζητήματα ασφάλειας στα Ιδρύματα, αλλά πυροδοτεί νέες εστίες έντασης. Υπογράμμισε ότι η νέα γενιά χρειάζεται ένα σύγχρονο Πανεπιστήμιο που θα λειτουργεί με κανόνες διαφάνειας και όχι παρεοκρατίας, με ενεργή συμμετοχή των φοιτητών. Θα χρηματοδοτείται επαρκώς για να φέρνει σε πέρας την αποστολή του και η αξιολόγηση θα υφίσταται σε κάθε πτυχή του. Ένα δημόσιο Πανεπιστήμιο που θα συμπεριλαμβάνει και δεν θα αποκλείει, που θα ευνοεί τη κοινωνική κινητικότητα και τη μείωση των ανισοτήτων.
Διαβάστε ακόμη:
Morgan Stanley: Πιθανή η αναβάθμιση από την Fitch Ratings στις 8 Ιουλίου – Κλειδί το NGEU
Αλλαγή στην κατάταξη: Η Saudi Aramco ξεπέρασε την Apple στο εξάμηνο
Νάγκελ (Bundesbank): Αντίθετος με τη δέσμευση της ΕΚΤ για στήριξη των χωρών του Νότου