Σφοδρή πολιτική και νομική σύγκρουση πυροδότησε η γνωμοδότηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ισίδωρου Ντογιάκου, σύμφωνα με την οποία, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία, δεν ανήκει στην Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) η αρμοδιότητα να διαχειρίζεται αιτήματα πολιτών που ζητούν να πληροφορηθούν αν υπήρξε παρακολούθηση των τηλεφώνων τους για λόγους εθνικής ασφάλειας και ούτε μπορεί να απευθύνεται γι’ αυτό σε τηλεφωνικούς παρόχους.
Επικαλούμενος τον προσφάτως ψηφισθέντα νόμο (5002 του 2022), ο κ. Νtογιάκος γνωμοδότησε ότι η σχετική αρμοδιότητα αυτή ανήκει πλέον σε Τριμελές Όργανο, που συγκροτείται από δύο εισαγγελικούς λειτουργούς και τον πρόεδρο της ΑΔΑΕ Χρήστο Ράμμο. Ο τελευταίος, ωστόσο, επικαλούμενος το Σύνταγμα, εξέφρασε αντίθετες απόψεις με τις οποίες συντάχθηκαν και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία αντέδρασαν έντονα στις απόψεις του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, τον οποίο επέκριναν.
Όπως αναφέρεται στην πολυσέλιδη εισαγγελική γνωμοδότηση, «η ενημέρωση του πολίτη για τη λήψη του συγκεκριμένου μέτρου άρσεως του απορρήτου σε βάρος του για λόγους εθνικής ασφάλειας έχει ανατεθεί πλέον αποκλειστικά στο Τριμελές Όργανο του άρθρου 4 του νόμου 5002 του 2022, στο οποίο προεδρεύει Εισαγγελικός λειτουργός».
Προστίθεται ότι «ουδείς άλλος φορέας νομιμοποιείται προς τούτο ούτε και προβλέπεται από το Νόμο άλλος τρόπος ή διαδικασία ενημέρωσης». Και ως εκ τούτου, «η ΑΔΑΕ δεν έχει πλέον αρμοδιότητα για έλεγχο στους παρόχους ώστε να απαντήσει σε θιγόμενο ιδιώτη», καθώς, όπως επισημαίνεται «κυριαρχικός είναι ο ρόλος του Τριμελούς Οργάνου, στο οποίο προεδρεύει Εισαγγελικός Λειτουργός και ο Πρόεδρος της ΑΔΑΕ είναι μέλος».
Υπενθυμίζεται ότι, με βάση τον ίδιο νόμο, για να γίνει η ενημέρωση θα πρέπει να έχει παρέλθει τριετία από την ολοκλήρωση της παρακολούθησης.
Στη γνωμοδότηση αναφέρονται οι αρμοδιότητες της ΑΔΑΕ έτσι όπως προκύπτουν από τον ιδρυτικό της νόμο του 2003 και τονίζεται με έμφαση ότι η Αρχή ιδρύθηκε με συνταγματική διάταξη αλλά το ίδιο το Σύνταγμα ορίζει ότι οι αρμοδιότητες και η λειτουργία της καθορίζονται όχι από το ίδιο, αλλά από κοινό νόμο. «Είναι πρόδηλο», αναφέρεται, «ότι ο νομοθέτης δεν αναγνωρίζει στην ΑΔΑΕ “λευκή επιταγή”».
Πολλές συζητήσεις, εξάλλου, προκαλεί η αποστροφή της γνωμοδότησης που αναφέρεται σε σειρά ποινικών διατάξεων ειδικών νόμων αλλά και του Ποινικού Κώδικα που επισύρουν ποινές ακόμα και δέκα χρόνια κάθειρξη για όσους παραβιάζουν τη διαδικασία που προβλέπει ο νόμος, μηδέ της ΑΔΑΕ εξαιρουμένης.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ Χρήστος Ράμμος σε ανακοίνωσή του αντέτεινε ότι «κανένα κρατικό όργανο δεν μπορεί να ασκήσει έλεγχο ή εποπτεία στην ΑΔΑΕ». Ο ίδιος τόνισε ότι «η επίμαχη γνωμοδότηση του κ. Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, πέρα από το γεγονός ότι νομικά δεν έχει παράγει καμία απολύτως δέσμευση (ως γνωστόν δέσμευση στην ελληνική έννομη τάξη παράγουν μόνο οι δικαιοδοτικές αποφάσεις των δικαστηρίων), παραβιάζει εξόφθαλμα την ευθέως εκ του Συντάγματος εκπορευόμενη ανεξαρτησία της ΑΔΑΕ, η οποία μέχρι σήμερα είχε πάντοτε γίνει σεβαστή».
Διαβάστε περισσότερα στο protothema.gr