Στο «πράσινο φως» που έδωσε για την έγκριση της πώλησης των F-35 στην Ελλάδα, αναφέρθηκε ο πρόεδρος της επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας Ρόμπερτ Μενέντεζ, μιλώντας στο Delphi Economic Forum στην Ουάσιγκτον.
Όπως εξήγησε «το έκανα γιατί η Ελλάδα μοιράζεται σε πολλούς τομείς τις ίδιες αξίες με εμάς για τη δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, το κράτος δικαίου και ακολουθούμε κοινή πορεία. Γιατί είναι μια χώρα που δεν είναι εχθρική απέναντι στους γείτονες της αλλά ακριβώς το αντίθετο».
Ο Ρόμπερτ Μενέντεζ, είπε ότι «είμαι ικανοποιημένος διότι πριν από δύο ημέρες, υπέγραψα το αίτημα για τα F 35 προς την Ελλάδα. Το έκανα όχι επειδή είμαι θαυμαστής του ελληνικού λαού Το έκανα επειδή αυτή είναι μια χώρα που μοιράζεται τις αξίες μας και είναι ευθυγραμμισμένη μαζί μας σε σημαντικούς τομείς. Για τη δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, το κράτος δικαίου, μια χώρα που δεν είναι εχθρική απέναντι στους γείτονές της, αλλά το ακριβώς αντίθετο.
ταν με μια χώρα έχουμε κοινές αξίες και υπάρχει επίσης ένα στρατηγικό συμφέρον, δεν έχω πρόβλημα να δώσω το πράσινο φως ως Πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων που έχει δικαιοδοσία επί του θέματος. Δεν έχω κανένα πρόβλημα να υπογράψω υπό αυτές τις συνθήκες. Αλλά όταν μια χώρα κάνει ακριβώς τα αντίθετα από αυτό, τότε ναι, έχω πρόβλημα να συμφωνήσω σε μια τέτοιου είδους πώληση.
Ακόμα κι αν η Τουρκία υπό τον Ερντογάν ήταν η Τουρκία που θα θέλαμε να είναι, ένα κοσμικό κράτος με ισχυρές αξίες του ΝΑΤΟ με το οποίο θα μοιραζόμασταν τις αξίες μας για τη δημοκρατία, το κράτος δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα ακόμη και τότε θα χρειαζόμασταν μια στρατηγική
Και έτσι, αυτό που προσπάθησα να κάνω με το νομοσχέδιο που έγινε νόμος, ήταν να πείσω τις αμερικάνικες κυβερνήσεις να δουν την ανατολική Μεσόγειο μέσα από μια διαφορετική δυναμική, μια δυναμική που δημιουργεί οικονομικές ευκαιρίες, μια δυναμική που ξεκλειδώνει τα ενεργειακά κοιτάσματα της Ελλάδας, της Κύπρου, καθώς και του Ισραήλ. Μια δυναμική μέσα από την οποία μπορεί να υπάρξει μια ισχυρότερη σχέση ασφάλειας.
Είμαι ικανοποιημένος όταν βλέπω ότι με την παρότρυνση και τη βοήθειά μου, ήραμε το εμπάργκο όπλων, όχι επειδή η Κύπρος πρόκειται να αγοράσει έναν τόνο επιθετικού ή αμυντικού εξοπλισμού, αλλά επειδή ήταν πολύ σημαντικό να αναγνωριστεί το δικαίωμα της Κύπρου να το κάνει. Όπως επίσης και το γεγονός ότι η Κύπρος έκανε πολλά σημαντικά πράγματα, συμπεριλαμβανομένης της απαγόρευσης ελλιμενισμού των ρωσικών πλοίων, και αυτό έγινε πριν ήπιο την εισβολή.
Η εξέλιξη της Αλεξανδρούπολης την οποία επισκέφτηκα πέρυσι όταν ήμουν στην Ελλάδα. Έχει απεριόριστες δυνατότητες. Νομίζω ότι όλα αυτά τα στοιχεία είναι προς όφελος των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ελλάδας. Ένα από τα πράγματα, που πρέπει να σκεφτούν οι γείτονες της Ελλάδας που μπορεί να είναι ανταγωνιστικοί είναι το εξής».
Ο Γερουσιαστής έθεσε το ερώτημα αν είναι ορθό για την Ελλάδα να έχει αυτή τη σχέση με τους συμμάχους της στο ΝΑΤΟ, τις Ηνωμένες Πολιτείες, για να δώσει αμέσως μετά την απάντηση λέγοντας: «Λοιπόν, περιμένετε ένα λεπτό, θέλετε να χτυπήσετε μια χώρα που έχει αμερικανική παρουσία στον κόλπο της Σούδας; Θέλετε να χτυπήσετε μια χώρα που έχει τέτοια αμερικανική παρουσία στην Αλεξανδρούπολη. Πιστεύεις πραγματικά ότι είναι έξυπνο; Δεν νομίζω ότι είναι έξυπνο να κάνεις κάτι από αυτά. Γιατί δεν υπάρχει κανένας λόγος, η Ελλάδα δεν έκανε τίποτα για να προκαλέσει τελικά την Τουρκία. Οπότε είναι σίγουρα ανταγωνιστικό».
Αναφερόμενος στην άρση του εμπάργκο πώλησης όπλων στην Κύπρο επιχειρηματολόγησε ότι ήταν μια δίκαια απόφαση για μια χώρα που χτίζει μια ισχυρή σχέση με τις ΗΠΑ.
Για τις εκλογές στην Κύπρο σημείωσε ότι ο κυπριακός λαός θα αποφασίσει ποιος θα είναι ο αρχηγός του. Μου φαίνεται ότι σε κάθε περίπτωση, και με τους δυο υποψήφιους θα έχουμε μια ισχυρή σχέση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το θέμα είναι ότι εργαζόμαστε πάνω, στο East Med, τη στρατηγική και την άμυνα και την αιχμή της κοινοβουλευτικής προσπάθειας στις συνομιλίες υψηλού επιπέδου μεταξύ των τριών χωρών και αυτό θα συνεχιστεί δεν βλέπω, καμία διαφορά.
Διαβάστε ακόμη
«Τα σάρωσαν όλα» οι εισαγωγές καυσίμων – 32 δισ. το 2022 (πίνακες)