«Οι αγωνίες μιας κυβέρνησης, για να είναι μια κυβέρνηση που έχει ελπίδες επιτυχίας -και θεωρώ ότι έχουμε αρκετές έως πολλές για να πετύχουμε τον στόχο μας, που είναι οι πολίτες να αναγνωρίσουν το έργο μας το 2027-, πρέπει να συμβαδίζουν με τις αγωνίες των πολιτών», ανέφερε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης μιλώντας στην εκπομπή του ΣΚΑΪ ερωτώμενος σχετικά με την αγωνία που μπορεί να έχει η κυβέρνηση για τα εσωτερικά της θέματα καθώς σήμερα αναμένεται και η ομιλία Καραμανλή στην Πάτρα. «Αυτή τη στιγμή η αγωνία της κυβέρνησης είναι αυτή η- κοινώς ομολογούμενη- πρόοδος της χώρας μας σε πολλούς οικονομικούς δείκτες, να μεταφράζεται σε αντίστοιχη ανακούφιση στις τσέπες των πολιτών. Δηλαδή σε αυξήσεις των εισοδημάτων. Χθες είχε και μια πολύ ωραία συζήτηση ο πρωθυπουργός στο πλαίσιο εκδήλωσης του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών», πρόσθεσε.
Υπογράμμισε πως «μετά από πάρα πολλά χρόνια ακούμε δυο πράγματα ταυτόχρονα στην Ελλάδα που γινόντουσαν ή τα αντίθετα ή το ένα εκ των δύο. Δηλαδή και νοικοκύρεμα, η Ελλάδα είναι από τις χώρες που παρουσιάζει το μικρότερο έλλειμμα, έχει το μεγαλύτερο ρυθμό μείωσης του χρέους της, άρα ουσιαστικά δεν υποθηκεύει τις επόμενες γενιές και ταυτόχρονα αρχίζει και επιστρέφει». «Έχουμε ακόμη πολλά να κάνουμε, δεν είμαστε ακόμη εκεί που θέλουμε- κυρίως στη μεσαία τάξη αυτά τα οποία στερήθηκε και συνολικά οι πολίτες τα προηγούμενα χρόνια. Αυτό είναι κάτι το οποίο προκύπτει κυρίως γιατί στη χώρα αυτή από το 2019 μέχρι σήμερα ακολουθείται μια άλλη πολιτική, μια ξεκάθαρα αναπτυξιακή πολιτική που έχει δημιουργήσει 500.000 θέσεις εργασίας. Αυτή είναι η έγνοια της κυβέρνησης», τόνισε.
Σε ερώτηση για το τι θα σήμαινε διαφοροποίηση του κ. Καραμανλή σε σχέση με τη διαγραφή του κ. Σαμαρά απάντησε: «Δεν νομίζω ότι βρισκόμαστε εκεί, ούτε ότι θα βρεθούμε εκεί. Είναι ένας πρώην πρωθυπουργός, ο οποίος με ευπρέπεια τοποθετείται, κατά καιρούς έχει εκδηλώσει κάποιες ανησυχίες, κάποιες επιφυλάξεις. Πριν λίγες εβδομάδες είχε συνηγορήσει και εκείνος ότι η κυβέρνηση υπηρετεί τη διαχρονική εθνική γραμμή στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής. Έχει το ειδικό προνόμιο ως πρώην πρόεδρος του κόμματος και πρωθυπουργός να τοποθετείται και πολλές φορές δεν έχουμε σχολιάσει τις τοποθετήσεις του, όπως είχαμε κάνει και με τον κ. Σαμαρά. Και για να το κλείσω δεν υπάρχει κάποια ανησυχία και δεν θέλουμε να προδικάσουμε και καμία δήλωση. Εμείς θα συνεχίσουμε να κάνουμε τη δουλειά μας. Και η δουλειά μας είναι η εφαρμογή του προγράμματός μας, μια σειρά από ζητήματα, στα οποία καλούμαστε να απαντήσουμε».
Σχετικά με τις τοποθετήσεις άλλων βουλευτών της ΝΔ υπογράμμισε πως «όσοι, τέλος πάντων, τοποθετήθηκαν και δόξα τω Θεώ, ήταν και πάρα πολλές -και λογικό είναι- οι πολιτικές συζητήσεις, έμειναν σε αυτό το οποίο είπαμε από την πρώτη στιγμή ως κυβέρνηση: ότι, δηλαδή, η κυβέρνηση πρέπει να προχωρήσει ενωμένη, πρέπει να υλοποιήσει το πρόγραμμά της, ότι δεν υπήρχαν, δυστυχώς, περιθώρια για διαφορετική αντίδραση, κάτι το οποίο δεν ήταν ευχάριστο σε σχέση με την υπόθεση του κ. Σαμαρά. Και, ξέρετε, για εμένα αυτό το οποίο έχει πολύ μεγάλη σημασία, ο καθένας λέει την γνώμη του εδώ πέρα, να μην παρεξηγηθώ, είναι να δούμε λίγο την μεγάλη εικόνα και σε σχέση με το τι συμβαίνει στην υπόλοιπη Ευρώπη και σε σχέση με το τι ζήσαμε στην χώρα μας τα προηγούμενα χρόνια. Στην υπόλοιπη Ευρώπη ψάχνουν να βρουν μια εβδομάδα, ένα μήνα, δύο μήνες πολιτικής σταθερότητας… Και έχουμε καταφέρει στην Ελλάδα, που έχασε, βέβαια, πάρα πολλές ευκαιρίες τα προηγούμενα χρόνια και έχει πολλή απόσταση να διανύσει, έχουμε καταφέρει αυτό να είναι κάτι, το οποίο φαίνεται να είναι δεδομένο. Και θα συνεχίσει να είναι δεδομένο όσο έχουμε αυτή τη στάση».
Πρόσθεσε επίσης πως η κυβέρνηση έχει «δυόμισι χρόνια καθαρού πολιτικού χρόνου. Το δεύτερο το οποίο θέλω να πω έχει μεγάλη σημασία και αυτό ίσως είναι και ο λόγος που είχαμε αυτή την διαφορετική αντίδραση, πολύ πιο ψύχραιμη αντίδραση, πολύ πιο ώριμη αντίδραση από το σύνολο των στελεχών μας. Είναι ότι από το 1993, στο οποίο αναφερθήκαμε, και έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε, έχει μεσολαβήσει κάτι πάρα πολύ βασικό: Τα χρόνια που γκρέμισαν κάθε βεβαιότητα, τα χρόνια που έδειξαν στον κόσμο ότι το να είσαι σοβαρός, το να επιδιώκεις σταθερότητα και μαζί με αυτήν μια ουσιαστική πρόοδο είναι κάτι το οποίο είναι πολύ πιο σημαντικό από ένα τσιτάτο, από μία ατάκα και, κλείνω με αυτό: Όλη αυτή η φασαρία έγινε -θεωρώ- για κάτι το οποίο ισχύει το αντίθετο. Ακόμα και οι πολύ σκληροί επικριτές, προσωπικά του πρωθυπουργού, κάποιοι συμφωνούν, κάποιοι διαφωνούν με την πολιτική του, συνηγορούν στο ότι η Ελλάδα έχει ισχυροποιηθεί».
Για πιθανή ανησυχία μήπως ο κ. Σαμαράς μπορεί να δημιουργήσει μια νέα κίνηση και να δημιουργήσει νέες αναταράξεις ο κ. Μαρινάκης σχολίασε: «ως προς τους βουλευτές της Ν.Δ., νομίζω η εικόνα αυτής της εβδομάδας, που είναι μια εβδομάδα αντίδρασης, γιατί από εκεί και πέρα εμείς θα συνεχίσουμε με όλα τα υπόλοιπα θέματα, τα οποία πρέπει να προχωρήσουμε, αφήνουμε πίσω μας αυτό το θέμα, δείχνει ότι δεν υπάρχει κανένα θέμα στη ΝΔ. Πριν από μία εβδομάδα, όταν το απάντησα, ήταν λογικό ότι έμενε να αποδειχθεί. Μια εβδομάδα μετά, φαίνεται ότι είναι κάτι παραπάνω από ενωμένη, είναι απολύτως συντεταγμένοι όλοι στην Ν.Δ. στον κοινό σκοπό που είναι η υλοποίηση του προγράμματός μας. Τώρα, στο τι θα κάνει ένας πρώην πρωθυπουργός, ο οποίος πλέον δεν είναι στη Ν.Δ., είναι δικό του θέμα. Η ίδια, όμως, η πρόσφατη ιστορία της χώρας δείχνει ότι δεν λύθηκαν προβλήματα με τέτοιες κινήσεις. Τα προβλήματα λύνονται με συγκεκριμένες πολιτικές, τις οποίες εφαρμόζει η κυβέρνηση».
Σε σχόλιο του δημοσιογράφου ότι εν μέρει μπορεί να δικαιώνεται ο πρώην πρωθυπουργός, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απάντησε: «Θα έλεγα το αντίθετο ως προς το θέμα της δικαίωσης, γιατί θα ήταν δικαίωση, αν η κυβέρνηση έλεγε ή συμπεριφερόταν με όρους αφέλειας. Η κυβέρνηση έχει πει από την πρώτη στιγμή που μπήκε στη διαδικασία του διαλόγου και ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Εξωτερικών, ο κ. Γεραπετρίτης, ότι διάλογος δεν συνεπάγεται υποχώρηση και διάλογος δεν σημαίνει αφέλεια. Το γεγονός ότι συνομιλούμε, δεν σημαίνει ότι υποχωρούμε, σημαίνει ότι διεκδικούμε και δεν είμαστε αφελείς στο να πιστεύουμε ότι από τη μια μέρα στην άλλη, η γειτονική χώρα έχει αλλάξει στάση ή τον τρόπο, τέλος πάντων, συμπεριφοράς της». Και πρόσθεσε: «Αυτοί, λοιπόν, οι οποίοι λένε ότι δεν έπρεπε ο Μητσοτάκης, ο Γεραπετρίτης, να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι, ουσιαστικά τι λένε; Η ίδια ακριβώς στάση την οποία ακολουθεί η Τουρκία τώρα και στο παρελθόν να μένει αναπάντητη. Σε τι έχει υποχωρήσει η Ελλάδα; Σε τίποτα. Αντιθέτως, έχει κερδίσει. Τι έχει κερδίσει; Έχει κερδίσει να έχει μια συνολικά αμυντική πολιτική με εξοπλιστικά προγράμματα, 76% παραπάνω είναι τα έξοδα στον Προϋπολογισμό, ως προς την άμυνα. Έχει κερδίσει συμμαχίες, έχει κερδίσει τον σεβασμό σε όλη την Ευρώπη και σε όλον τον κόσμο από το Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής μέχρι την Ευρώπη, έχει καταφέρει να θωρακίσει τα σύνορά της, έχει καταφέρει σε μια πάρα πολύ δύσκολη συγκυρία πιέσεων στο λαθρομεταναστευτικό ―εγώ δεν λέω ότι δεν υπάρχουν πιέσεις― να λειτουργούν πλέον στη χώρα μας τριάντα δομές και όχι 130 δομές».
Αναφορικά με τη διαμόρφωση του νέου πολιτικού σκηνικού μετά τα ζητήματα που είχε ο ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Μαρινάκης και το αν σκέφτεται η κυβέρνηση αλλαγή του εκλογικού νόμου, τόνισε ότι δεν υπάρχει τέτοια συζήτηση. Όπως είπε ο κ. Μαρινάκης, «Κατά καιρούς εισηγήσεις για τα πάντα γίνονται, αυτή είναι η πολιτική, αλλά εγώ δεν γνωρίζω για καμία τέτοια συζήτηση, ούτε υπάρχει, ούτε έχει ανοίξει τέτοια κουβέντα περί εκλογικού νόμου. Το μόνο που ενδιαφέρει την Κυβέρνηση είναι να εφαρμόσει το πρόγραμμά της και να συνεχίσει να κάνει πράγματα, τα οποία είναι σημαντικά για τους πολίτες. Παρακολουθώ και εγώ τις εξελίξεις, είναι σημαντικό το γεγονός ότι άλλαξε η αξιωματική αντιπολίτευση στη χώρα, έστω και όχι κατόπιν εκλογών, αλλά κατόπιν αποφάσεων κάποιων βουλευτών, οι οποίες είναι απολύτως σεβαστές, αλλά αυτό το οποίο σας λέω, είναι ότι αυτό το οποίο θα καταλάβει ο κόσμος, επειδή μεσολάβησαν όλα αυτά τα γεγονότα, τα δύσκολα τα προηγούμενα χρόνια στην Ελλάδα, είναι αν θα αποκτήσει κάποια στιγμή αξιωματική αντιπολίτευση με κοστολογημένη αντιπρόταση».
Επεσήμανε ακόμη ότι «το πρόβλημα του ΠΑΣΟΚ είναι το όχι σε όλα. Εγώ θα πω ότι αυτό είναι η μισή πραγματικότητα. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει αντιπρόταση και όταν δεν υπάρχει αντιπρόταση δεν μπορεί να υπάρξει συζήτηση».
Ολοκληρώνοντας ο κ. Μαρινάκης επεσήμανε ότι «υπάρχουν πάρα πολλά σοβαρά θέματα, τα οποία ακόμα καλείται η κυβέρνηση αυτή να αντιμετωπίσει. Όμως έχουμε φτιάξει μια διαδρομή την οποία συνεχίζουμε και διανύουμε. Σας είπα στην αρχή για μισό εκατομμύριο δουλειές. Σε μία χώρα, το λέω κι εγώ είμαι 36 ετών, υπάρχουν και νεότεροι από εμένα που πέρασαν πολύ πιο δύσκολα. Σε μια χώρα, όπου φτάσαμε στο σημείο το ’19, η ανεργία των νέων να είναι στο 36%, το γεγονός ότι έχει πέσει 20 μονάδες, αυτή η πολιτική για δουλειές, είναι η βάση πάνω στην οποία πρέπει να κτίσουμε». Και τόνισε: «Θα καταθέσουμε προτάσεις ούτως ώστε να βελτιωθούν κι άλλο οι μισθοί, που πρέπει να βελτιωθούν κι άλλο. Έχουν ανέβει; Έχουν ανέβει. Χρειάζεται κι άλλο; Χρειάζεται και όχι να καθόμαστε να συζητάμε αν, για παράδειγμα, πρέπει σε αυτή τη χώρα, που δημιουργεί αυτές τις συνθήκες, πρέπει να λειτουργούν μη κρατικά Πανεπιστήμια, προφανώς και πρέπει και θα λειτουργούν. Αν πρέπει σε αυτή τη χώρα οι κάτοικοι του εξωτερικού να διευκολύνονται με επιστολική ψήφο. Αν πρέπει σε αυτή τη χώρα οι πολίτες να μπορούν να έχουν δωρεάν απογευματινά χειρουργεία. Αυτά δεν είναι ζήτημα κόκκινων, πράσινων ή μπλε “καφενείων”».
Διαβάστε ακόμη
Τράπεζες: Έτσι θα γίνουν τα stress tests του 2025
Καθ’ οδόν για χρονιά ρεκόρ ο ΟΠΑΠ – Ο Aρειος Πάγος «έφερε» bonus 7 εκατ. ευρώ
Ρεύμα: Ποιοι παράγοντες θα «κλειδώσουν» τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας τον Δεκέμβριο
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα