© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Η απόφαση μιας μεγάλης ευρωπαϊκής τράπεζας, της UniCredit, να επενδύσει στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα αγοράζοντας από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) τις μετοχές της Alpha Bank, αποτέλεσε βασική είδηση στα ελληνικά και τα διεθνή ΜΜΕ. Ο πρωτεργάτης της συμφωνίας, Βασίλης Ψάλτης, μιλάει στο «ΘΕΜΑ» για το τι σημαίνει για τους πελάτες η σύμπραξη με την ιταλική τράπεζα.
Παράλληλα, ο CEO της Alpha Bank κάνει λόγο για μία νέα «στρατηγική σχέση» τραπεζών και Πολιτείας με στόχο τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας προγραμμάτων που βασίζονται σε αυτή τη σύμπραξη, όπως το «Σπίτι μου» για νέους, καθώς και την αύξηση των επιχειρήσεων που μπορούν να αποκτήσουν πρόσβαση σε τραπεζικό δανεισμό. Σχολιάζοντας, τέλος, τις ιδιαίτερα θετικές αναφορές κυβέρνησης και επόπτη για τη συμφωνία, ο κ. Ψάλτης σημειώνει πως «δεν είναι μόνο η αξιοπιστία της τράπεζάς μας, αλλά και η υπεύθυνη δημοσιονομική πολιτική της κυβέρνησης και οι θετικές προοπτικές της οικονομίας που επικροτούνται με την πρώτη, έπειτα από 17 έτη, επένδυση μεγάλου ξένου τραπεζικού ομίλου στην Ελλάδα».
– Η αποχώρηση του ΤΧΣ αποτελεί αδιαμφισβήτητα ένα ορόσημο στην πορεία της τράπεζας, αλλά πέραν αυτού τι σημαίνει πρακτικά η στρατηγική συμπόρευση με τη UniCredit;
Η πλήρης ιδιωτικοποίηση της Alpha Bank, της ιστορικά ιδιωτικής τράπεζας της Ελλάδας, αποτελεί, πράγματι, σταθμό στην ιστορία μας και σημείο αναφοράς για τον εγχώριο τραπεζικό τομέα, διότι υλοποιήθηκε με την είσοδο ενός μετόχου που πρωταγωνιστεί στη διεθνή τραπεζική σκηνή. Η UniCredit είναι ένας πανίσχυρος ευρωπαϊκός όμιλος, με παρουσία σε 13 χώρες, ισολογισμό άνω των 800 δισ. ευρώ και περισσότερους από 15 εκατομμύρια πελάτες. Το γεγονός ότι μια κορυφαία τράπεζα συμμερίζεται το όραμα, τη στρατηγική και τις φιλοδοξίες μας και στηρίζει εμπράκτως με κεφάλαια το σχέδιο που, χωρίς τυμπανοκρουσίες, υλοποιούμε, σημαίνει πρακτικά δύο πράγματα.
Κατ’ αρχάς, πιστοποιεί τον χαρακτήρα της Alpha Bank ως πυλώνα αξιοπιστίας, ποιότητας και καινοτομίας για τους πελάτες μας. Πρόκειται για μια ηχηρή δήλωση εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία και στην τράπεζά μας. Επιπλέον, λειτουργεί ως εφαλτήριο ποιοτικής αναβάθμισης του μετοχολογίου μας, καθώς μια μεγάλη ευρωπαϊκή τράπεζα με αναπτυξιακή ατζέντα έρχεται να διαδεχθεί το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, έναν θεσμικό φορέα που πέτυχε τον απώτερο στόχο της αποεπένδυσης. Ετσι, κλείνει ένας πρώτος μεγάλος κύκλος στην προσπάθειά μας να δημιουργήσουμε μια σταθερή μετοχική βάση από μακροπρόθεσμους στρατηγικούς και θεσμικούς επενδυτές, οι οποίοι επενδύουν στην προοπτική της Αlpha Bank. Η δεύτερη πτυχή είναι η πλέον σημαντική, καθώς αφορά στον ίδιο τον προσανατολισμό μας.
Η δυναμική της στρατηγικής μας συνεργασίας με τη UniCredit υπερβαίνει τη μετοχική και την εμπορική μας σχέση. Η πεμπτουσία της συνεργασίας αφορά τη θέση της Alpha Bank στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών εξελίξεων. Επειτα από χρόνια εσωστρέφειας, παλεύοντας με τις συνέπειες της κρίσης, βγήκαμε νικητές και αλλάζουμε προσανατολισμό. Η σύμπραξή μας με έναν ισχυρό εταίρο μάς καθιστά τη 14η χώρα στο πανευρωπαϊκό δίκτυό του και ανοίγει σε εμάς και στους πελάτες μας ένα παράθυρο στον κόσμο.
– Σας πιστώνουν προσωπικά το deal. Οτι δηλαδή διαπραγματευτήκατε απευθείας με τον CEO της UniCredit και φέρατε μια συμφωνία που απελευθερώνει την τράπεζα, κυρίως όμως αποτελεί την πρώτη επένδυση ξένης τράπεζας στην Ελλάδα, έπειτα από 17 χρόνια.
Η συμφωνία αυτή είναι καρπός πολύμηνης, συστηματικής και αθόρυβης προσπάθειας στελεχών από τις διοικήσεις και των δύο τραπεζών. Η σχέση εμπιστοσύνης και αμοιβαίας εκτίμησης που πάντα είχαμε με τον ομόλογό μου, Αντρέα Ορτσέλ, προφανώς συνέβαλε στη θετική έκβαση των διαβουλεύσεων, αλλά το κλειδί της συμφωνίας ήταν η εντατική, ομαδική δουλειά των συνεργατών μας και, βεβαίως, η ενεργή υποστήριξη από κρίσιμους θεσμικούς παράγοντες. Επιτρέψτε μου, ωστόσο, και ένα ακόμη σχόλιο. Ολα τα παραπάνω δεν θα είχαν επιτευχθεί εάν η ελληνική οικονομία δεν είχε γυρίσει σελίδα, ανακτώντας την επενδυτική βαθμίδα, χάρη στην εφαρμογή υπεύθυνης δημοσιονομικής πολιτικής, και αν η τράπεζά μας δεν είχε προχωρήσει με τολμηρά βήματα στην εξυγίανση και τον μετασχηματισμό της. Mόνο έτσι μπορέσαμε να προσελκύσουμε την πρώτη επένδυση μεγάλου ξένου τραπεζικού ομίλου στην Ελλάδα έπειτα από 17 χρόνια.
– Ποια είναι, όμως, τα όρια αυτής της συνεργασίας;
Η συνεργασία Alpha Bank – UniCredit έχει στρατηγικό χαρακτήρα και, μέσα από τους επιμέρους πυλώνες της δείχνει πώς μπορεί να δομηθεί ένα νέο μοντέλο συμπράξεων και συνεργειών «νέας γενιάς». Ολοι γνωρίζουμε ότι οι συνεργασίες είναι σύνθετα εγχειρήματα και απαιτούν σημαντική προσπάθεια για να αποφέρουν τα αναμενόμενα οφέλη. Η καινοτομία στη συνεργασία μας με τη UniCredit είναι ότι οι δύο πλευρές διατηρούν την ανεξαρτησία τους και την ευελιξία κινήσεων που σήμερα έχουν στις αγορές που δραστηριοποιούνται, ενώ παράλληλα συνενώνουν τις δυνάμεις τους σε περιοχές αιχμής.
Συγκεκριμένα, η Alpha Bank απέκτησε έναν ακόμα ισχυρό νέο μέτοχο στην Ελλάδα, ενώ οι δύο τράπεζες προχωρούν σε συγχώνευση των θυγατρικών τους στη Ρουμανία, δημιουργώντας την τρίτη σε μέγεθος τράπεζα. Η εμπορική συνεργασία στην Ελλάδα έχει καταρχήν εστιάσει στον κλάδο της διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων και στην παροχή σύγχρονων αποταμιευτικών και επενδυτικών προϊόντων, τομείς όπου η Alpha Bank είναι παραδοσιακά ισχυρή και υπάρχει πρόσφορο έδαφος, καθώς τα εναλλακτικά προϊόντα αποταμίευσης και επένδυσης έχουν στην Ελλάδα χαμηλή διείσδυση σε σχέση με την Ευρώπη.
Οι φιλοδοξίες μας δεν σταματάνε, όμως, εδώ. Οι δύο τράπεζες έχουν συμφωνήσει να εξετάσουν περαιτέρω δυνατότητες συνεργασίας για την υποστήριξη των αναγκών των πελατών τους, αξιοποιώντας το συνδυαστικά ισχυρό διεθνές αποτύπωμα μέσα από ένα πανευρωπαϊκό οικοσύστημα συνεργασιών που θα εκτείνεται πλέον σε 14 χώρες.
– Συνεπώς, οι μετοχικές αλλαγές και η συμφωνία με τη UniCredit δεν μεταβάλλουν τη στόχευση της τράπεζας.
Παρουσιάζοντας πριν από λίγους μήνες το Στρατηγικό Σχέδιο 2023-2025, θέσαμε ως νέο σκοπό μας στην Alpha Bank να «στηρίζουμε την πρόοδο στη ζωή και την επιχειρηματικότητα για ένα καλύτερο αύριο». Αυτή είναι η πυξίδα μας. Η συμφωνία με τη UniCredit όχι μόνο δεν μεταβάλλει, αλλά, αντιθέτως, επιταχύνει την επίτευξη των στρατηγικών στόχων που θέσαμε, καθώς αποκτούμε πρόσβαση σε υψηλή τεχνογνωσία και σε ένα ευρύ πανευρωπαϊκό δίκτυο. Συνεπώς, διατηρούμε τις στρατηγικές προτεραιότητες που έχουμε θέσει για συνεχή επένδυση στην ψηφιακή τεχνολογία, στην ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού μας και τον εμπλουτισμό του με νέο ταλέντο, την αξιοποίηση της κυρίαρχης θέσης μας στη συμβουλευτική και τη χρηματοδοτική στήριξη των επιχειρήσεων και στο wealth management και βεβαίως τη στήριξη των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και των ιδιωτών με προϊόντα και υπηρεσίες που διαμορφώνουν ένα νέο υπόδειγμα στη σύγχρονη τραπεζική. Για παράδειγμα, τέτοιο είναι το Alpha Vibe, μια σύγχρονη εφαρμογή για ψηφιακό χαρτζιλίκι στα παιδιά, η οποία όχι μόνο βοηθά τους γονείς να έχουν άμεσο έλεγχο των οικονομικών τους, αλλά συμβάλλει ουσιαστικά στον οικονομικό εγγραμματισμό της νεότερης γενιάς, επιτρέποντας να εκπαιδεύονται σε έννοιες όπως αυτές του προϋπολογισμού και της διαχείρισης εξόδων. Με απλά λόγια, θέλουμε μια σύγχρονη τράπεζα που εκτείνεται πέρα από την παραδοσιακή τραπεζική και αποτελεί εταίρο στην πρόοδο των πελατών της και της κοινωνίας.
– Ασκείται, ωστόσο, και κριτική ότι η συμφωνία «αδυνάτισε» την τράπεζα λόγω απώλειας της θυγατρικής της Ρουμανίας. Ισχύει αυτό και, αν ναι, σε ποιον βαθμό;
Δεν ευσταθεί η κριτική αυτή. Κατ’ αρχάς, δεν υπάρχει «απώλεια» της θυγατρικής μας στη Ρουμανία, αλλά συγχώνευσή της με την εκεί θυγατρική της UniCredit. Η τράπεζα που θα δημιουργηθεί θα είναι η τρίτη μεγαλύτερη στη χώρα, με εχέγγυα για να πρωταγωνιστήσει στις τραπεζικές εξελίξεις τα επόμενα χρόνια. Στη συγχωνευμένη τράπεζα η Alpha Βank θα διατηρήσει ποσοστό 9,9% και θα λάβει επιπλέον 300 εκατ. ευρώ. Η επανεπένδυση περίπου των μισών προσόδων από τη συναλλαγή στο νέο σχήμα αποδεικνύει τη δέσμευσή μας στη ρουμανική αγορά. Με αυτόν τον τρόπο προσδοκούμε μέσω της συμμετοχής μας περίπου ισοδύναμα έσοδα με την αυτόνομη παρουσία μας, ενώ επιτυγχάνουμε την ενίσχυση των κεφαλαιακών μας δεικτών κατά μία ποσοστιαία μονάδα.
Επιτρέψτε μου, όμως, και ένα προσωπικό σχόλιο. Ως επικεφαλής της Alpha Bank, στόχος μου είναι να κάνω το καλύτερο για τους μετόχους μας, με ρεαλισμό, χωρίς προκαταλήψεις και συναισθηματισμούς. Δεν θα επιδιώξουμε άκριτα το μεγαλύτερο μέγεθος χωρίς να αντικρίζεται από αντίστοιχη αύξηση της απόδοσης στους μετόχους μας. Ετσι, μέσω της συγχώνευσης των θυγατρικών στη Ρουμανία, παραμένουμε στη χώρα αυτή και συνεχίζουμε, από κοινού με τον συνεταίρο μας, να στηρίζουμε ακόμα καλύτερα την ελληνική επιχειρηματικότητα στη Ρουμανία.
Νέα σελίδα
– Είδαμε την κυβέρνηση, σε κορυφαίο επίπεδο, να χαιρετίζει τη συμφωνία, την ίδια στιγμή που τρέχει το πρόγραμμα αποεπένδυσης του ΤΧΣ. Πιστεύετε ότι εισερχόμαστε σε μια νέα περίοδο στις σχέσεις κράτους – τραπεζών;
Η συμφωνία Alpha Bank – UniCredit έγινε, πράγματι, δεκτή με ιδιαίτερα θετικά σχόλια τόσο από την ελληνική κυβέρνηση, με πρώτους τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας Κωστή Χατζηδάκη και τον οικονομικό σύμβουλο του πρωθυπουργού Αλέξη Πατέλη, όσο και από την ηγεσία της εποπτείας, όπως η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ και ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, αλλά και τον CEO του ΤΧΣ Ηλία Ξηρουχάκη. Απαντες αναγνώρισαν ότι πρόκειται για μια συμφωνία που λειτουργεί ως πόλος προσέλκυσης επενδυτών υψηλής ποιότητας και τεχνογνωσίας στο τραπεζικό σύστημα και την ελληνική οικονομία. Κι αυτό μας γεμίζει υπερηφάνεια και ευθύνη, ώστε να αξιοποιήσουμε αυτή τη συνεργασία με τον βέλτιστο τρόπο για την πατρίδα μας.
Προσωπικά πιστεύω ότι βρισκόμαστε σε μια ιδανική συγκυρία, ώστε να σηματοδοτηθεί η έναρξη μιας νέας στρατηγικής σχέσης Πολιτείας και τραπεζών, που θα αποτυπώνει την αυξανόμενη αυτοπεποίθηση σε οικονομία και τραπεζικό κλάδο και, βεβαίως, είναι αναγκαία για τη στήριξη πολιτών και επιχειρήσεων στα πρώτα βήματα κανονικότητας μετά την κρίση.
Η συνεργασία μας με την κυβέρνηση και το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας είναι στενή και ιδιαίτερα αποδοτική. Ο χρόνος που μεσολάβησε από τη δημοσιονομική κρίση έχει επιτρέψει στην ελληνική κοινωνία μια πιο ψύχραιμη αποτίμηση του ρόλου των τραπεζών, ενώ η διαδικασία αποεπένδυσης του ΤΧΣ από τον κλάδο στέλνει ένα σαφές μήνυμα επιστροφής στην κανονικότητα.
– Σε ποιους τομείς θα μπορούσε να υπάρξει περαιτέρω συνεργασία;
Η πραγματικότητα είναι ότι τράπεζες και Πολιτεία δεν μπορούν να λειτουργήσουν ξεχωριστά. Η υλοποίηση σειράς δράσεων μέσω του τραπεζικού συστήματος, όπως ενδεικτικά τα passes, το πρόγραμμα επιδότησης νέων για την απόκτηση δικής τους κατοικίας, η άσκηση κοινωνικής στεγαστικής πολιτικής, ο έλεγχος και η διαχείριση χρηματοδοτικών σχημάτων και επιδοτήσεων και, βεβαίως, η δραστική αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, που συμβάλλει στην αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, δεν θα ήταν εφικτή χωρίς τη διάθεση του μηχανισμού των τραπεζών.
Υπάρχουν, όμως, σημαντικά περιθώρια μπροστά μας.
Αφενός, στην υλοποίηση παρεμβάσεων που έρχονται να απαντήσουν σε σύγχρονες κοινωνικές ανάγκες και οι τράπεζες είναι πρόθυμες να συμβάλλουν ώστε να καταστούν ακόμη πιο αποτελεσματικές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το πρόγραμμα «Σπίτι μου» για νέους, όπου οι υφιστάμενοι όροι περιλαμβάνουν περιορισμούς που αυξάνουν το διαχειριστικό κόστος, καθώς και όρους επιλεξιμότητας ακινήτου που είναι αυστηρότεροι σε σύγκριση με αντίστοιχα προγράμματα σε άλλες χώρες, με αποτέλεσμα οι ενδιαφερόμενοι να μη βρίσκουν ακίνητο, παρότι έχουν λάβει τραπεζική προέγκριση.
Αφετέρου, στην κοινή επιδίωξη να διευρυνθεί η περίμετρος των επιχειρήσεων με πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα, η οποία σήμερα παραμένει περιορισμένη. Είναι πολύ σημαντικό ότι η ελληνική κυβέρνηση συμμερίζεται τις αγωνίες των τραπεζών και είναι πλέον αρωγός μας στην προσπάθεια να ενισχυθούν οι επενδύσεις και η καινοτόμος φύση της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας. Στην κατεύθυνση αυτή, η λειτουργία της Αναπτυξιακής Τράπεζας, η εισαγωγή κινήτρων αύξησης του μέσου μεγέθους των επιχειρήσεων, η ταχεία ρύθμιση εκκρεμών φορολογικών και δικαστικών υποθέσεων και οι συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα σε πολλούς τομείς δραστηριοτήτων μπορούν όχι μόνο να αναβαθμίσουν μεγάλες περιοχές της πελατειακής μας βάσης, αλλά και να την επεκτείνουν σημαντικά προς όφελος της ελληνικής οικονομίας.
Επιτρέψτε μου, ωστόσο, να σημειώσω και μια ακόμη πτυχή αυτής της νέας σχέσης που αφορά στο κοινωνικό μέρισμα της λειτουργίας των τραπεζών. Η στήριξη των ευάλωτων δανειοληπτών και η επιδότηση δόσεών τους, τα προγράμματα ανταμοιβής δανειοληπτών που είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους, η διάθεση €50 εκατ. από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες για την αποκατάσταση των υποδομών της Θεσσαλίας και, βεβαίως, το πλήθος δράσεων που αναλαμβάνει η τράπεζά μας για τη στήριξη ευάλωτων ομάδων, ώστε να έχουν ισότιμη πρόσβαση στην Υγεία, στον πολιτισμό και την οικονομική γνώση δείχνουν τον δρόμο για μια νέα σχέση κοινωνίας – τραπεζών.
– Ωστόσο, τα προβλήματα παραμένουν. Το χρήμα έχει ακριβύνει, η πιστωτική επέκταση δοκιμάζεται.
Είναι εύλογο να περιμένει κανείς ότι σε συνθήκες αυστηρής νομισματικής πολιτικής και ανοδικής φάσης των επιτοκίων διεθνώς, καθώς και υψηλής αβεβαιότητας λόγω των επίμονων γεωπολιτικών κινδύνων θα υπάρξει τάση περιορισμού της πιστωτικής επέκτασης. Η αύξηση των δαπανών εξυπηρέτησης των δανειακών υποχρεώσεων δίχως αντίστοιχη αύξηση της οικονομικής μεγέθυνσης και κατ’ επέκταση της κερδοφορίας του επιχειρηματικού τομέα θα αποτελέσει ανασταλτικό παράγοντα της ζήτησης. Η επίδραση των ανωτέρω παραγόντων στην πιστωτική επέκταση μπορεί όμως να αμβλυνθεί εξαιτίας της δυναμικής που διαφαίνεται στην ελληνική οικονομία.
– Με ποιον τρόπο;
Κύριε Κασιμάτη, προφανώς δεν μπορούμε να εφησυχάζουμε… Ωστόσο, τα επόμενα χρόνια η συνδυαστική επίδραση των πακέτων τόνωσης, με σημαντικότερο το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, της προσέλκυσης κεφαλαίων μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και της μείωσης της φορολογικής επιβάρυνσης, πιστεύω πως διασφαλίζουν ότι η χώρα μας θα εξακολουθήσει να απολαμβάνει ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης σαφώς υψηλότερους από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Και, κυρίως, θα συνεχίσει να βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας, όπως απέδειξε και η δική μας συμφωνία, συνολικού ύψους περί το 1 δισ. ευρώ, με τη UniCredit.
Διαβάστε ακόμη
Διάπλατες οι πόρτες της Ελλάδας για το ρωσικό αέριο
D-Marin: Αύξηση μεγεθών στην Ελλάδα – Εξετάζει συμμετοχή σε νέους διαγωνισμούς παραχώρησης
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ