Τον κίνδυνο δημιουργίας νέων κόκκινων δανείων εντοπίζει η Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της Τράπεζας της Ελλάδος.
Το πρώτο εξάμηνο του 2024 η ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου των πιστωτικών ιδρυμάτων επιδεινώθηκε ελαφρώς. Στο τέλος του πρώτου εξαμήνου το συνολικό απόθεμα των ΜΕΔ διαμορφώθηκε σε 10,4 δισ. ευρώ, αυξημένο κατά 4,8% ή 476 εκατ. ευρώ σε σχέση με το τέλος του 2023 (9,9 δισ. ευρώ) με στοιχεία σε ατομική βάση, εντός ισολογισμού. Και παρά το γεγονός πως η αύξηση αυτή αποτελεί μια ιδιαίτερη και μη επαναλαμβανόμενη συνθήκη όπως εξηγεί η έκθεση, εντουτοις ο κίνδυνος είναι ορατός.
Η επιδείνωση των ΜΕΔ κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024 οφείλεται στην ενσωμάτωση, μετά από εποπτική απαίτηση, συγκεκριμένων κατηγοριών δανείων με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου. Το β΄ τρίμηνο του 2024 το συνολικό απόθεμα των ΜΕΔ μειώθηκε κατά 6% ή 671 εκατ. ευρώ σε σχέση με το α΄ τρίμηνο του 2024.
Σημειώνεται ότι η συνολική μείωση των ΜΕΔ σε σχέση με το υψηλότερο επίπεδό τους, που καταγράφηκε το Μάρτιο του 2016, έφθασε το 90,3% ή 96,8 δισ. ευρώ. Σε ενοποιημένη βάση, το απόθεμα των ΜΕΔ διαμορφώθηκε στα 10,6 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 4,3% ή 0,4 δισ. ευρώ, από 10,2 δισ. ευρώ στο τέλος του 2023.
Η μεταφορά των ΜΕΔ εκτός τραπεζικού τομέα δεν σημαίνει αυτόματα και την οριστική εξάλειψη του χρέους από την οικονομία. Το χρέος παραμένει στην οικονομία, με τη διαχείρισή του πλέον να έχει μεταφερθεί και να πραγματοποιείται από τις Εταιρίες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις αναφέρει η έκθεση .
Το υπόλοιπο των δανείων (εξυπηρετούμενων και μη εξυπηρετούμενων) σε ατομική βάση ανήλθε σε 151 δισ. ευρώ, σημειώνοντας μικρή αύξηση κατά 1%, προερχόμενη κυρίως από το χαρτοφυλάκιο των επιχειρηματικών δανείων και συγκεκριμένα των δανείων προς μεγάλες επιχειρήσεις (2,6%).
Επίσης, στην παραπάνω άνοδο συνέβαλε η αύξηση του χαρτοφυλακίου των ΜΕΔ στα στεγαστικά δάνεια (ενσωμάτωση δάνειων με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου) Ο λόγος των ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2024 διαμορφώθηκε σε 6,9%, έναντι 6,7% στο τέλος του 2023.
Τα δάνεια σε καθυστέρηση ανήλθαν τον Ιούνιο του 2024 σε 400 εκατ. ευρώ, από 440 εκατ. ευρώ το Δεκέμβριο του 2023 (μειωμένα κατά 8,9%), αντιπροσωπεύοντας το 2,1% του δανειακού χαρτοφυλακίου. Αναλυτικότερα, το ποσοστό δανείων σε καθυστέρηση στο σύνολο των δανείων ανέρχεται σε 1,7% για τα επιχειρηματικά, 3,6% για τα καταναλωτικά και 2,0% για τα στεγαστικά δάνεια. Τα δάνεια σε καθυστέρηση μειώθηκαν κατά 35,9% για τα στεγαστικά δάνεια και κατά 0,3% για τα καταναλωτικά δάνεια, ενώ κατά 7,8% αυξήθηκαν για τα επιχειρηματικά δάνεια. Το ποσοστό κάλυψης των δανείων σε καθυστέρηση από συσσωρευμένες προβλέψεις αυξήθηκε περαιτέρω σε 108% (Δεκέμβριος 2023: 98%). Όσον αφορά τη ρευστότητα, ο δείκτης δάνεια προς καταθέσεις παρέμεινε σταθερός στο 70,3%. Αναλυτικότερα, τόσο οι καταθέσεις όσο και οι χορηγήσεις αυξήθηκαν κατά 5,2% σε σχέση με το Δεκέμβριο του 2023.
Οι μικρότερες τράπεζες
Η πιστωτική επέκταση μετρίασε την επίδραση από την αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Εντούτοις, στις λιγότερο σημαντικές τράπεζες ο δείκτης των ΜΕΔ ως προς το σύνολο των δανείων παραμένει ιδιαίτερα υψηλός και διαμορφώνεται σε 36,4% το πρώτο εξάμηνο του 2024, μειωμένος κατά 1,2 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το Δεκέμβριο του 2023 κυρίως λόγω της πιστωτικής επέκτασης ορισμένων εξ αυτών. Παρ’ όλα αυτά, αναμένεται μέχρι το τέλος του 2024 σημαντική αποκλιμάκωση του εν λόγω δείκτη μετά την ένταξη σημαντικού ποσοστού των ΜΕΔ της Attica Bank και της Παγκρήτιας Τράπεζας στο πρόγραμμα “Ηρακλής”.
Ρευστότητα
Οι συνθήκες ρευστότητας των ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων παρέμειναν ικανοποιητικές το πρώτο εξάμηνο του 2024 παρά τις αντιξοότητες στο διεθνές μακροοικονομικό περιβάλλον. Το υπόλοιπο των καταθέσεων στην Ελλάδα από κατοίκους εσωτερικού τον Αύγουστο του 2024 ανήλθε σε 201,9 δισ. ευρώ, οριακά αυξημένο σε σχέση με το Δεκέμβριο του 2023. Η παροδική μείωση των καταθέσεων τον Ιανουάριο και το Φεβρουάριο του 2024 οφείλεται εν μέρει σε εποχικούς παράγοντες. Επιπρόσθετα, ένα μέρος της ρευστότητας διοχετεύθηκε στην αποπληρωμή δανείων, με το φαινόμενο αυτό να είναι πιο έντονο στα επιχειρηματικά δάνεια. Από το Μάρτιο του 2024, η πορεία των καταθέσεων κατέγραψε ανοδική τάση.
Ειδικότερα, τον Αύγουστο του 2024 οι καταθέσεις των νοικοκυριών ανήλθαν σε 146,8 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 0,2 δισ. ευρώ (0,1%) σε σχέση με το Δεκέμβριο του 2023, και οι καταθέσεις των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων ανήλθαν σε 44,8 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 0,7 δισ. ευρώ (1,7%) σε σχέση με το Δεκέμβριο του 2023. Την περίοδο Ιανουαρίου-Αυγούστου 2024, οι καταθέσεις της γενικής κυβέρνησης μειώθηκαν κατά 3% (Αύγουστος 2024: 6,6 δισ. ευρώ, Δεκέμβριος 2023: 6,8 δισ. ευρώ). Επίσης, οι καταθέσεις των χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων εμφάνισαν μείωση κατά 7,3% (Αύγουστος 2024: 3,8 δισ. ευρώ, Δεκέμβριος 2023: 4,1 δισ. ευρώ).
Καθώς συνεχίστηκαν οι αποπληρωμές της χρηματοδότησης μέσω των πράξεων TLTRO III το 2024, η χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών από το Ευρωσύστημα μειώθηκε περαιτέρω κατά 6,4 δισ. ευρώ (Αύγουστος 2024: 7,9 δισ. ευρώ, Δεκέμβριος 2023: 14,3 δισ. ευρώ)
Η έκθεση σε ομόλογα Ελληνικού Δημοσίου
Το σύνολο των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου (συμπεριλαμβανομένων των εντόκων γραμματίων) που διακρατούν οι ελληνικές τράπεζες στα χαρτοφυλάκιά τους ανήλθε τον Ιούνιο του 2024 σε 32,5 δισ. ευρώ (αποτελώντας το 10,1% του ενεργητικού τους), οριακά μειωμένο κατά περίπου 0,1 δισ. ευρώ (-0,3%) σε σύγκριση με το Δεκέμβριο του 2023, αλλά σε επίπεδο σχεδόν διπλάσιο από την περίοδο πριν την πανδημία (περίπου 15 δισ. ευρώ το Δεκέμβριο 2019). Ειδικότερα, η αξία του χαρτοφυλακίου τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου που διακρατεί ο τραπεζικός τομέας σε χαρτοφυλάκια που αποτιμώνται στην τρέχουσα αξία57 ανήλθε σε 4,2 δισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2024, έναντι 5,7 δισ. ευρώ το Δεκέμβριο του 2023 , παρουσιάζοντας μείωση κατά 25,1%. Η αξία του εν λόγω χαρτοφυλακίου ως ποσοστό του συνολικού ενεργητικού των τραπεζών μειώθηκε σε 1,3% από 1,8% το Δεκέμβριο του 2023.
Η παρουσία στο εξωτερικό
Το πρώτο εξάμηνο του 2024 η παρουσία των ελληνικών τραπεζικών ομίλων στο εξωτερικό παρέμεινε αμετάβλητη. Ωστόσο, τον Αύγουστο η Eurobank ενίσχυσε περαιτέρω την συμμετοχή της στην Ελληνική Τράπεζα στην Κύπρο, με το συνολικό ποσοστό της να φθάνει το 56% μετά την ολοκλήρωση της δημόσιας πρότασης εξαγοράς που είχε ξεκινήσει τον Ιούνιο.59
Το ενεργητικό των ελληνικών τραπεζών στο εξωτερικό ανήλθε τον Ιούνιο του 2024 σε 37,7 δισ. ευρώ, αυξημένο κατά 8,2% σε σύγκριση με το Δεκέμβριο του 2023, ενώ το μερίδιο των διεθνών δραστηριοτήτων στο συνολικό ενεργητικό σε ενοποιημένη βάση αυξήθηκε στο 11,8%
τον Ιούνιο του 2024, από 11,0% το Δεκέμβριο του 2023.
Κέρδη
Το πρώτο εξάμηνο του 2024 οι ελληνικές τράπεζες κατέγραψαν κέρδη μετά από φόρους και διακοπτόμενες δραστηριότητες ύψους 2,3 δισ. ευρώ, έναντι κερδών 1,9 δισ. ευρώ το πρώτο εξάμηνο του 2023 Στην εξέλιξη αυτή συνέβαλε καθοριστικά η αύξηση των καθαρών εσόδων από τόκους.
Κεφαλαιακή επάρκεια
H κεφαλαιακή επάρκεια του τραπεζικού τομέα παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητη το πρώτο εξάμηνο του 2024, καθώς η αύξηση των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων αντισταθμίστηκε από την αύξηση του σταθμισμένου ως προς τον κίνδυνο ενεργητικού.
Συγκεκριμένα, ο Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 (Common Equity Tier 1 ratio – CET1 ratio) σε ενοποιημένη βάση μειώθηκε οριακά σε 15,4% τον Ιούνιο του 2024 από 15,5% το Δεκέμβριο του 2023 και ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαίου (Total Capital Ratio – TCR) παρέμεινε αμετάβλητος στο 18,8%. Οι δείκτες αυτοί υπολείπονται του μέσου όρου στην ΕΕ (δείκτες CET1: 15,8% και TCR: 19,9% τον Ιούνιο του 2024).
Διαβάστε ακόμη
Ελκυστικά τα ελληνικά ομόλογα σε σχέση με αρκετές ευρωπαϊκές χώρες
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα