search icon

Τράπεζες

ΤτΕ: Πώς η επιτοκιακή πολιτική της ΕΚΤ επηρεάζει νοικοκυριά, επιχειρήσεις και τράπεζες

Στην εξαμηνιαία έκθεση για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, η κεντρική τράπεζα κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την πιθανότητα επιδείνωσης των στοιχείων ενεργητικού, μέσω της δημιουργίας νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων - Στο 9,1% υποχώρησε ο πληθωρισμός τον Οκτώβριο

Στις επιπτώσεις που θα έχει η επιτοκιακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) αφενός στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, αφετέρου στις τράπεζες, εστιάζει η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), αναθεωρώντας τις προβλέψεις της για την ανάπτυξη του 2022, την οποία πλέον τοποθετεί στο 6,2%.

Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, η επίδραση από την ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής, με τη σταδιακή αύξηση των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου στόχου του πληθωρισμού του 2%, δεν μπορεί να αγνοηθεί. «Η θετική συμβολή της αύξησης των επιτοκίων στην προσπάθεια αντιμετώπισης του πληθωρισμού, αλλά και στην ενίσχυση της κερδοφορίας των τραπεζών βραχυπρόθεσμα, είναι αδιαμφισβήτητη.

Ωστόσο, η αύξηση του κόστους λειτουργίας των επιχειρήσεων, η αρνητική επίδραση στο πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και η επιβάρυνση στο κόστος χρηματοδότησης λειτουργούν προς την αντίθετη κατεύθυνση και διαμορφώνουν, μεταξύ άλλων παραγόντων, προοπτικές για χαμηλότερους ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης», τονίζεται χαρακτηριστικά και προστίθεται:

«Επιπροσθέτως, η επιδείνωση της χρηματοοικονομικής κατάστασης των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, σε συνδυασμό με την αύξηση του κόστους χρηματοδότησης, ενδέχεται μεσοπρόθεσμα να οδηγήσει στη δημιουργία νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων, γεγονός που θα επηρεάσει εκ νέου την ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού των τραπεζών».

Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με την ΤτΕ, η διατήρηση των επιτοκίων των στεγαστικών δανείων σε χαμηλό επίπεδο διευκόλυνε τα νοικοκυριά να ανταποκριθούν στις δανειακές τους υποχρεώσεις το α΄ εξάμηνο 2022 και βοήθησε να αποφευχθούν αρνητικές επιδράσεις στη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Οι δαπάνες για τόκους ως ποσοστό του ακαθάριστου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών μειώθηκαν περαιτέρω για τα στεγαστικά δάνεια χάρη στην αύξηση του ακαθάριστου διαθέσιμου εισοδήματος, ενώ αντίθετα ενισχύθηκαν οι αντίστοιχες δαπάνες για τα καταναλωτικά δάνεια λόγω της αύξησης του υπολοίπου τους και του επιτοκιακού κόστους.

Ωστόσο, από τον Ιούλιο του 2022 το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο στα υφιστάμενα υπόλοιπα των δανείων προς τα νοικοκυριά αυξήθηκε (Σεπτέμβριος 2022: 4,5%, Ιούνιος 2022: 3,9%) αντανακλώντας τη σταδιακή ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής στη ζώνη του ευρώ. Η αύξηση αυτή ήταν πιο αισθητή στα μακροπρόθεσμα δάνεια. Ειδικότερα, το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο στα υφιστάμενα υπόλοιπα στεγαστικών δανείων με διάρκεια άνω των πέντε ετών αυξήθηκε κατά 74 μονάδες βάσης (Σεπτέμβριος 2022: 2,7%, Ιούνιος 2022: 2%), ενώ στα στεγαστικά δάνεια με διάρκεια από ένα έως πέντε έτη αυξήθηκε κατά 25 μονάδες βάσης (Σεπτέμβριος 2022: 4,1%, Ιούνιος 2022: 3,9%).

Αντίστοιχα, το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο στα υφιστάμενα υπόλοιπα των καταναλωτικών και λοιπών δανείων προς τα νοικοκυριά με διάρκεια άνω των πέντε ετών αυξήθηκε κατά 29 μονάδες βάσης (Σεπτέμβριος 2022: 6,6%, Ιούνιος 2022: 6,3%), ενώ σε αυτά με διάρκεια έως ένα έτος παρέμεινε αμετάβλητο στο 14,1%. «Η περαιτέρω ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος το προσεχές διάστημα αναμένεται να ασκήσει σταδιακά μεγαλύτερη επίδραση στο κόστος εξυπηρέτησης των δανείων προς τα νοικοκυριά, τα οποία σε σημαντικό ποσοστό έχουν κυμαινόμενο επιτόκιο», εξηγεί.

Στον αντίποδα, θετική επίδραση αναμένεται να υπάρξει στις αποδόσεις των καταθέσεων, καθώς σταδιακά η άνοδος του επιτοκιακού περιβάλλοντος θα μετακυλιστεί σε κάποιο βαθμό και στους καταθετικούς λογαριασμούς.

«Το περιβάλλον αυτό, σε συνδυασμό με τις προοπτικές για χαμηλότερη οικονομική ανάπτυξη το προσεχές διάστημα, αναμένεται να επηρεάσει εκ νέου την ποιότητα των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών με τη δημιουργία νέων ΜΕΔ. Το ύψος τους είναι δύσκολο να εκτιμηθεί εξαιτίας της αβεβαιότητας για την πορεία των παραμέτρων που σχετίζονται με τη γεωπολιτική και ενεργειακή κρίση, ιδίως υπό το ενδεχόμενο αυτές να παραταθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα ή να κλιμακωθούν περαιτέρω», σημειώνει η ΤτΕ και καταλήγει:

«Παράλληλα, η μεταφορά των ΜΕΔ εκτός τραπεζικού τομέα δεν σημαίνει αυτόματα και την οριστική εξάλειψη του χρέους από την οικονομία. Το χρέος παραμένει, με τη διαχείρισή του πλέον να πραγματοποιείται από τις Εταιρίες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (ΕΔΑΔΠ). Συνεπώς, η εύρυθμη λειτουργία της εν λόγω αγοράς για την επίτευξη της οριστικής εκκαθάρισης του χρέους είναι σημαντική παράμετρος και η αξιοποίηση του συνόλου των διαθέσιμων εργαλείων αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση. Η εξέταση των δυνατοτήτων επανένταξης σε καθεστώς ενημερότητας πιστούχων, οι οποίοι έχουν αξιόλογα βιώσιμα επενδυτικά σχέδια που μπορούν να χρηματοδοτηθούν θα πρέπει να συμπεριλαμβάνεται και να αναδεικνύεται ως μία επιλογή, η οποία θα συμβάλει καθοριστικά στην οριστική εκκαθάριση του ιδιωτικού χρέους, αλλά και στην ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας».

Διαβάστε ακόμη:

#MeTinMarina Δήμαρχο, η Κασσιόπη ξαναπωλείται, η Premia αλλάζει το Athens Heart και ο Κόπυ με τον ωραίο Νίκο

Αυτά είναι τα κορυφαία ρολόγια της χρονιάς. Κάποια είναι απλώς φαντασιώσεις για συλλέκτες, με εξωφρενικές τιμές

Η δυναστεία των Ρότσιλντ: Η ιστορία της ισχυρότερης οικογένειας τραπεζιτών και ο κληρονόμος που την έσωσε από την καταστροφή (pics)

Exit mobile version