Εστίες ειδικής διαχείρισης αποτελούν μια σειρά από υποθέσεις για τα χαρτοφυλάκια των τραπεζών αλλά και των servicers, υποθέσεις για τις οποίες τα δύο μέρη, τράπεζες και δανειολήπτες, βρίσκονται σε μια λογική συνεχούς δικαστικής διαμάχης ή εκκρεμότητας.

Τα δάνεια αυτά συνοψίζονται σε τρεις κατηγορίες εκ των οποίων η τρίτη βρίσκεται ήδη σε δρόμο επίλυσης, ενώ οι άλλες δύο εξακολουθούν να αποτελούν μικρές ή μεγαλύτερες βόμβες για το σύστημα.

Πρόκειται για τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο, για τα δάνεια του νόμου Κατσέλη και για τα παλιά δάνεια με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.

Για τα τρία αυτά είδη δανείων τα δικαστήρια έχουν πολλές φορές αποφανθεί συχνά με αντιφατικές αποφάσεις, κάτι το οποίο δημιουργεί από μόνο του επιπλέον δυσκολίες τόσο στις τράπεζες όσο και στους δανειολήπτες.

Δάνεια σε ελβετικό φράγκο

Οι δανειολήπτες σε ελβετικό φράγκο μέχρι στιγμής και παρά το γεγονός ότι έχουν μετέλθει πολλά ένδικα μέσα προκειμένου να δικαιωθούν, αυτό δεν έχει καταστεί εφικτό. Ωστόσο η κυβέρνηση φαίνεται να επεξεργάζεται κάποια σχέδια προκειμένου να ανακουφίσει έστω και μερικώς το πρόβλημα των συγκεκριμένων δανειοληπτών που, ακόμη και εάν εξυπηρετούν τα δάνειά τους κανονικά, βλέπουν για μια σειρά από λόγους το κεφάλαιο των δανείων αυτών να εκτοξεύεται στα ύψη.

Πριν από την εκδήλωση της κρίσης χρέους στην Ελλάδα (τέλος του 2006 μέχρι το 2009 – περίοδος υψηλής συναλλαγματικής ισοτιμίας ευρώ / ελβετικού φράγκου) τράπεζες χορήγησαν κυρίως δάνεια σε ελβετικό φράγκο. Οι περισσότεροι εκ των δανειοληπτών δεν είχαν τη δυνατότητα αντιστάθμισης σε μια αλλαγή ισοτιμίας, όπως για παράδειγμα κάποιο εισόδημα σε ελβετικό φράγκο. Μιλάμε για περίπου 70.000 δάνεια και πάνω από 100.000 δανειολήπτες-εγγυητές εγκλωβισμένους σε μια διαδικασία που δεν έχει τέλος.

Τον Σεπτέμβριο του 2011 η Ελβετική Κεντρική Τράπεζα, προσπαθώντας να αναχαιτίσει την υποχώρηση της νομισματικής ισοτιμίας του φράγκου έναντι του ευρώ, επέβαλε ένα όριο ισοτιμίας 1,20 φράγκα ανά ευρώ προκειμένου να προστατεύσει την εξαγωγική οικονομία της χώρας.

Τα τελευταία χρόνια οι δανειολήπτες υπέστησαν αύξηση στη μηναία δόση τους κατά 35% και αντίστοιχη μείωση του εισοδήματός τους. Ετσι, το άληκτο κεφάλαιο έχει εκτοξευθεί, παρά το γεγονός ότι πολλά από τα δάνεια αυτά εξυπηρετούνται. Οι δανειολήπτες των συγκεκριμένων δανείων προέβησαν σε μια σειρά ενεργειών χωρίς να καταφέρουν μέχρι στιγμής να δικαιωθούν.

Ο Αρειος Πάγος απέρριψε και σε αναιρετικό επίπεδο τους ισχυρισμούς των δανειοληπτών σε ελβετικό φράγκο ερμηνεύοντας το Εθνικό Δίκαιο για την προστασία του καταναλωτή κατά τρόπο διαφορετικό από τα οριζόμενα στο Ενωσιακό Δίκαιο, όπως αυτό έχει ερμηνευθεί επανειλημμένως από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΔΕΕ), αλλά και από ανώτατα δικαστήρια άλλων κρατών-μελών της Ενωσης. Επιπλέον, απέρριψε το αίτημα των δανειοληπτών για την υποβολή προδικαστικών ερωτημάτων στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης ως αποκλειστικά αρμόδιο δικαστικό όργανο για την ερμηνεία των ενωσιακών κανόνων.

Ως μέσο αντίδρασης οι δανειολήπτες κατήγγειλαν την Ελλάδα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικαλούμενοι παραβίαση από το ανώτατο πολιτικό δικαστήριο της χώρας των υποχρεώσεων που επιβάλλει το Ενωσιακό Δίκαιο, και ειδικότερα τον μηχανισμό της προδικαστικής παραπομπής.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να μη δώσει συνέχεια στην καταγγελία με την ανάληψη δράσης κατά της Ελλάδος ενώπιον του του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αλλά να παροτρύνει τους δανειολήπτες να προβάλλουν τις διεκδικήσεις τους υπό τη μορφή αγωγής αποζημίωσης ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων . Κατόπιν αυτού, ο Σύλλογος Δανειοληπτών Ελβετικού Φράγκου φαίνεται να βρίσκεται στην τελική ευθεία για την κατάθεση της πρώτης αγωγής κατά του Ελληνικού Δημοσίου, στην οποία μέχρι στιγμής έχουν δηλώσει συμμετοχή 1.500 δανειολήπτες, ζητώντας τουλάχιστον 100.000 ευρώ (με το μέγιστο να φτάνει στα 170.000 ευρώ) για την ηθική βλάβη που έχουν υποστεί από την άρνηση του Αρείου Πάγου να αποστείλει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο προδικαστικό ερώτημα για την υπόθεση.

Δεν είναι γνωστή εκ των προτέρων η έκβαση και αυτού του δικαστικού αγώνα. Το μόνο βέβαιο είναι ότι μέσα στο πλαίσιο των δυνατοτήτων που υπάρχουν το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης θα αναζητήσει λύσεις προκειμένου να βοηθήσει τους συγκεκριμένους δανειολήπτες.

Δίκη-πιλότος για τους τόκους των δανείων Κατσέλη

Το θέμα αυτό φαίνεται να είναι επίμαχο κυρίως για τους servicers και όχι τόσο για τις τράπεζες.

Στις 27 Φεβρουαρίου διενεργείται στον Αρειο Πάγο δίκη-πιλότος για το πώς θα υπολογίζονται οι δόσεις των δανείων που είναι ενταγμένα στον νόμο Κατσέλη, δηλαδή αν και κατά πόσο οι τόκοι θα υπολογίζονται επί των δόσεων ή επί του συνόλου των δανείων, όπως συμβαίνει και με τα υπόλοιπα δάνεια. Η δίκη-πιλότος ώστε ο Αρειος Πάγος να αποφανθεί και να γνωμοδοτήσει λαμβάνει χώρα επειδή υπήρξαν πρωτόδικες αποφάσεις που επέβαλαν τον υπολογισμό των τόκων στις μηνιαίες δόσεις και όχι επί του συνόλου των δανείων. Στην περίπτωση που ο Αρειος Πάγος αποφανθεί πως ο τόκος υπολογίζεται επί της δόσης δημιουργείται ένα πρόβλημα για δάνεια 7 δισ. ευρώ περίπου που βρίσκονται στον «Ηρακλή», τα οποία καλύπτονται από εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου. Η ζημιά λοιπόν σε αυτή την περίπτωση θα μπορούσε να υπολογιστεί περί το 1 δισ. ευρώ.

Σε μια τέτοια περίπτωση όμως είναι αβέβαιο ότι ο ίδιος υπολογισμός δεν θα ισχύσει και για χιλιάδες άλλους ευάλωτους οφειλέτες, οι οποίοι λόγω ευαλωτότητας είναι βέβαιο ότι θα θελήσουν να ενταχθούν σε μια αντίστοιχη ρύθμιση. Τα επιχειρήματα και των δύο πλευρών είναι αρκετά. Σημαντικότερο εξ αυτών είναι πως όταν ο τόκος υπολογίζεται σε ολόκληρο το δάνειο η αξία του φτάνει 1,5 φορές το ίδιο το δάνειο, κάτι που ευάλωτοι οφειλέτες δύσκολα θα μπορούν να καλύψουν. Από την άλλη, αυτή ακριβώς είναι η φιλοσοφία υπολογισμού όλων των δανείων. Η απόφαση βρίσκεται στα χέρια του Ανωτάτου Δικαστηρίου της χώρας.

Δάνεια με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου

Δάνεια με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου που είχαν δοθεί πριν το 2009 σε ευπαθείς ομάδες -φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις- με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους έχουν πλέον κριθεί ως τρίτου σταδίου επισφάλειες για τις τράπεζες. Τα πιστωτικά ιδρύματα έπειτα από μακροχρόνιες αντεγκλήσεις με το Δημόσιο για τις εγγυήσεις αυτές έχουν ξεκινήσει τη διαχείρισή τους: είτε δηλαδή έχουν απευθυνθεί στα δικαστήρια για την είσπραξή τους, είτε έχουν δεχθεί συμβιβασμούς από τους οφειλέτες μέσω της εξωδικαστικής διαδικασίας.

Ας σημειωθεί ότι το Δημόσιο προκειμένου να αποζημιώσει τις τράπεζες θα πρέπει αυτές να αποδείξουν πως έχουν εξαντλήσει τις διαδικασίες είσπραξης από τους οφειλέτες, χωρίς τελικό αποτέλεσμα. Στα δάνεια αυτά πλέον οι τράπεζες έχουν ξεκινήσει μετά από απαίτηση του SSM και παίρνουν προβλέψεις.

Υπολογίζεται ότι το 20% αυτών των δανείων έχει αποπληρωθεί, δηλαδή είτε οι οφειλέτες το εξυπηρέτησαν είτε το Δημόσιο έδωσε τις εγγυήσεις προς τα πιστωτικά ιδρύματα, ενώ προβλέψεις έχουν ληφθεί από τις τράπεζες ήδη για τα μισά από αυτά τα δάνεια.

Ωστόσο, επειδή η διαδικασία τραβάει σε μάκρος και οι προβλέψεις αποτελούν κεφάλαια για τις τράπεζες, αναγκάζονται να τα δεσμεύουν μέχρι να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες, είτε τα δάνεια να αποπληρωθούν, είτε να δοθούν οι εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου.

Διαβάστε ακόμη

«Σκοντάφτει» το Trump-trade μετά τις αμερικανικές εκλογές (πίνακες)

Με το… δεξί ο Ιανουάριος για τα 14 περιφερειακά αεροδρόμια – Υψηλές πτήσεις στη Θεσσαλονίκη

Φορολογικές δηλώσεις 2024: Όλες οι αλλαγές στα έντυπα Ε3 και Ν

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ