Προσηλωμένες στα σχέδιά τους για επενδύσεις μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης παραμένουν, τόσο οι εγχώριες επιχειρήσεις, όσο και οι ξένοι φορείς που «κοιτούν» μεσομακροπρόθεσμα την Ελλάδα, παρά τον πόλεμο που έχει ξεσπάσει μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας και έχει ως συνέπεια την εκτόξευση του ενεργειακού κόστους, σε συνδυασμό με τις πληθωριστικές πιέσεις.
«Όλος ο κόσμος είναι προβληματισμένος, όμως, δεν έχουμε δει κάποιο επιχειρηματικό σχέδιο να σταματάει. Μάλλον υπάρχει μία αισιοδοξία ότι θα επικρατήσει η λογική και τα πράγματα θα επιλυθούν με έναν πιο ειρηνικό τρόπο. Όλοι όσοι σχεδιάζουν τέτοιες επενδύσεις ξέρουν πως πρόκειται για μακροπρόθεσμες, δηλαδή, επενδύσεις που και να υλοποιηθούν θα πάρουν κάποιο χρόνο και για να αποδώσουν θα πάρουν περισσότερο», τόνισε ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής, Head of Structured Finance, Corporate &Investment Banking της Eurobank, κ. Σπύρος Βενετσιάνος, στο 2ο FIN FORUM, με τίτλο «Transformation, M&A’s and new business opportunities», σημειώνοντας πως η ύπαρξη του Ταμείου δίνει κίνητρο στους επιχειρηματίες να ξανασκεφτούν κάποια σχέδια που δεν ήταν σίγουροι εάν ήταν αποδοτικά, γιατί τους δίνει φθηνή πρώτη ύλη, φθηνό χρήμα. «Μία επένδυση, πάντως, που δεν ήταν καλή δεν πρόκειται να γίνει καλή επειδή υπάρχει το Ταμείο. Τα κριτήρια χρηματοδότησης δεν έχουν αλλάξει, απλά η επένδυση μπορεί να γίνει πιο ανταγωνιστική και να βοηθηθούν κυρίως οι χώρες της περιφέρειας που είχαν υψηλότερο κόστος δανεισμού», πρόσθεσε.
Καθηλωτικά τα νούμερα του Ταμείου
Για ένα πρόγραμμα επενδύσεων μεγαλεπήβολο, το οποίο έχει ως στόχο να αναμορφώσει όχι μόνο την ελληνική, αλλά και την ευρωπαική οικονομία, έκανε λόγο από την πλευρά της, η Head of Structured Financing Corporate & Investment Banking της Εθνικής Τράπεζας, κυρία Αργυρώ Μπανίλα. «Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε στην Ευρώπη που πολύ συχνά κατηγορούμε για ολιγωρία, έλλειψη συντονισμού και βαριές γραφειοκρατικές διαδικασίες μία αγαστή πρωτοβουλία, η οποία έχει στόχο να αναχαιτίσει τις αρνητικές επιπτώσεις της πανδημίας σε όλο το φάσμα των κρατών – μελών της και να ενθαρρύνει την οικονομική σύγκληση. Ειδικά για τη χώρα μας, το αναλογούν βάρος είναι ιδιαίτερα σημαντικό: Μιλάμε για 31 δισ. ευρώ συνολικούς πόρους έως το 2026, οι οποίοι αναμένεται να κινητοποιήσουν 60 δισ. ευρώ για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα, μία δημιουργία νέων θέσεων εργασίας 180.000 με 200.000, μία σωρευτική αύξηση του κύκλου εργασιών των ελληνικών επιχειρήσεων περί το 11%, ήτοι 33 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2019 και μία ανάπτυξη σε όρους πραγματικής οικονομίας 7% κατ’ έτος σε βάθος 20ετίας. Εάν τα νούμερα επιβεβαιωθούν στην πράξη είναι καθηλωτικά», σχολίασε.
Σύμφωνα με την ίδια, στην ΕΤΕ μετέφεραν το «Ελλάδα 2.0» στην καθημερινή τραπεζική εμπειρία των πελατών, δημιουργώντας το «Εθνική 2.0». «Απευθύνεται στους εταιρικούς μας πελάτες που επιθυμούν να εντάξουν τα επενδυτικά τους σχέδια στις προνομιακές διατάξεις του Ταμείου Ανάκαμψης. Ήδη δεχόμαστε αιτήσεις, τις οποίες επεξεργαζόμαστε, φιλοδοξώντας το εγγύς διάστημα να διοχετεύσουμε την πρώτη δόση που μας αναλογεί, τα 200 εκατ. ευρώ», εξήγησε, εστιάζοντας στις διαρθρωτικές βελτιώσεις που έχουν γίνει στο Ταμείο, ήτοι:
Βασίζεται στην αρχή first in-first out, άρα πρακτικά δεν υπάρχει προθεσμία. Η προσπάθεια είναι να γίνει μία εμπροσθοβαρής διοχέτευση των κονδυλίων περί το 70% μέχρι το 2023 – 2024.
Στην επιχειρησιακή σύμβαση έχει γίνει μία πάρα πολύ καλή δουλειά, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν σημεία προς διευκρίνιση, όπως η αλληλεπίδραση του Ταμείου με άλλα Ταμεία.
Τέλος, στην υλοποίησή του οι τράπεζες έχουν τη δυνατότητα να συμβληθούν από κοινού στις ίδιες χρηματοδοτικές συμβάσεις με το Δημόσιο, γεγονός που διευκολύνει την πιστωτική ανάλυση των υπό ένταξη συναλλαγών και ταυτόχρονα, επιταχύνει και τον χρόνο της συμβατικής υλοποίησης των έργων.
«Το ενδιαφέρον είναι τεράστιο, τόσο από εγχώριες εταιρείες, όσο και από ξένους φορείς που έχουν ένα μεσοπρόθεσμο στρατηγικό επενδυτικό ενδιαφέρον για την χώρα. Σε επίπεδο μεγάλων Ομίλων παρατηρούμε μία πιο μεσοπρόθεσμη αξιολόγηση και ανάλυση της κατάστασης. Υπάρχει διεργασία του συνολικού pipeline έργων που θα μπορούσαν δυνητικά να τελέσουν υπό ένταξη και στο πλαίσιο αυτό, γίνεται μία αναδιαμόρφωση είτε του ενδοομιλικού τους τραπεζικού δανεισμού είτε της οργανωτικής τους δομής, προκειμένου να μεγιστοποιήσουν τα οικονομικά οφέλη που μπορούν να αντληθούν κατά τον επενδυτικό ορίζοντα του Ταμείου. Στην ΕΤΕ καταφέραμε να κάνουμε 500 εξατομικευμένες παρουσιάσεις, το 85% προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις», κατέληξε.
Τα κοινά χαρακτηριστικά με το… συρτάκι
«Το Ταμείο πήρε τη σοφή απόφαση να μην ασχοληθεί με τις πιστοδοτήσεις. Επίσης, πήρε συμβούλους, στήνει μία ηλεκτρονική πλατφόρμα, ώστε να υπάρχει κεντρική διαχείριση και ροή της πληροφόρησης, η οποία είναι σύνθετη και πολύπλοκη, αλλά δουλεύουμε για να είναι λειτουργική και αποτελεσματική. Το Ταμείο μας έχει προκαταβάλει τα ποσά και μας δίνει κάποια δυνατότητα να προχρηματοδοτήσουμε. Θα είναι, όμως, σαν το συρτάκι πιο αργά στην αρχή και σταδιακά θα ανεβαίνει το τέμπο. Δεν είναι αγώνας δρόμου, αλλά μαραθώνιος», σημείωσε με την σειρά του, ο ανώτερος διευθυντής επενδυτικής τραπεζικής της Αlpha Bank, κ. Ευάγγελος Καλαμάκης, υπογραμμίζοντας πως επιδίωξη των τραπεζών είναι να αξιοποιήσουν και όχι απλά να απορροφήσουν τα κεφάλαια.
Τα πλεονεκτήματα του Ταμείου
Στα πλεονεκτήματα του Ταμείου αναφέρθηκε ο Head of Development, Sustainable Banking & Bank Relations της Τράπεζας Πειραιώς, κ. Δημήτρης Βερελής. «Υπάρχει μία ανάγκη. Περάσαμε 10 – 12 χρόνια βαθιάς δημοσιονομικής κρίσης και δύο χρόνια μέσα στην πανδημία που οδήγησαν σε πολύ σημαντική αποεπένδυση στον ιδιωτικό τομέα της χώρας. Με την εμφάνιση του Ταμείου Ανάκαμψης ξεκινήσαμε μία προσπάθεια να ενημερώσουμε τον κόσμο, να καταγράψουμε το ενδιαφέρον. Στην Τράπεζα Πειραιώς κάναμε πάνω από 400 συναντήσεις πριν καν ξεκινήσει το Ταμείο. Η πρώτη εικόνα ήταν πολύ θετική, υπήρχε μεγάλο ενδιαφέρον και αποδοχή των όρων του προγράμματος από τις επιχειρήσεις», υπογράμμισε, για να προσθέσει: «Είμαστε μία οικονομία και μία επιχειρηματική κοινότητα που έχει συνηθίσει να λειτουργεί σε ένα πλαίσιο άμεσων ενισχύσεων. Το να αποδεχθεί ένα πλαίσιο που ενισχύει μέσα, όμως, από έναν χαμηλότοκο δανεισμό, χωρίς επιχορήγηση, είναι πρόκληση. Το Ταμείο, ωστόσο, έχει κάποια πολύ βασικά πλεονεκτήματα: ευρύτατη επιλεξιμότητα, αφού μπορούν να ενταχθούν όλες οι επιχειρήσεις και όλα τα επενδυτικά σχέδια, μία καινοτομία σε σχέση με ό, τι είχαμε δει στο παρελθόν, μία πολύ μεγάλη ευρύτητα στις επιλέξιμες δαπάνες και καλύπτει χώρους που μέχρι σήμερα δεν είχαμε δει, όπως το χονδρικό, λιανικό εμπόριο, ενώ είναι άμεσα διαθέσιμο».
Διαβάστε ακόμα:
Τσουχτερά πρόστιμα σε επιχειρήσεις που πιάστηκαν να κερδοσκοπούν
Goldman Sachs: Υψηλό περιθώριο άνω του 30% για τις ελληνικές μετοχές