Νομοσχέδιο για τον έλεγχο των άμεσων ξένων επενδύσεων που θα επιτρέπει το «μπλοκάρισμα» κινήσεων εξαγοράς σε τομείς, οι οποίες είναι κρίσιμες για την Κυπριακή Δημοκρατία, ετοιμάζεται να καταθέσει η κυβέρνηση, στον απόηχο του… τριπλού ενδιαφέροντος της Lone Star να εξαγοράσει την Τράπεζα Κύπρου.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το επίμαχο νομοσχέδιο που ετοιμαζόταν πριν δημοσιοποιηθεί το ενδιαφέρον των Αμερικανών για τη μεγαλύτερη τράπεζα της Μεγαλονήσου, θα «πατά» σε έναν παλαιότερο κανονισμό που θέσπισε το 2019 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε μία προσπάθεια να βάλει «φρένο» στις άμεσες ξένες επενδύσεις από τρίτες χώρες, όπως η Αμερική, ο Καναδάς, αλλά πρωτίστως η Κίνα, δεδομένου ότι οι κινήσεις της τελευταίας είχαν πυκνώσει το αμέσως προηγούμενο διάστημα, στοχεύοντας σε ευαίσθητους στρατηγικούς τομείς και κρατικές εταιρείες εντός της ΕΕ.
Ο συγκεκριμένος κανονισμός παρέχει τη νομική βάση και το πλαίσιο για τα κράτη μέλη να ελέγχουν τις άμεσες ξένες επενδύσεις για λόγους ασφαλείας και δημόσιας τάξης, ενισχύει τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και μεταξύ ενός κράτους – μέλους και της ευρωπαϊκής επιτροπής και δημιουργεί τις προϋποθέσεις προστασίας έργων και προγραμμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Κύπρος είναι από τις λίγες χώρες, η οποία δεν είχε μέχρι στιγμής υιοθετήσει τον κανονισμό. Με βάση το νομοσχέδιο, ωστόσο, ο υπουργός Οικονομικών δύναται να ελέγξει κατά πόσο μία άμεση ξένη επένδυση είναι πιθανό να θίξει την ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, συνεκτιμώντας μία σειρά από παράγοντες, όπως:
(α) Κατά πόσο η επιχείρηση, στην οποία προγραμματίζεται ή έχει πραγματοποιηθεί η άμεση ξένη επένδυση δραστηριοποιείται σε ιδιαίτερα ευαίσθητο τομέα, ο οποίος αφορά σε υποδομές ζωτικής σημασίας (critical infrastructure), είτε φυσικές είτε εικονικές, συμπεριλαμβανομένων των υποδομών στους τομείς της ενέργειας, των μεταφορών, της ύδρευσης, της υγείας, των επικοινωνιών, των μέσων ενημέρωσης, της επεξεργασίας ή αποθήκευσης δεδομένων, της άμυνας, των εκλογικών ή των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, περιλαμβανομένων των συστημικών πιστωτικών ιδρυμάτων, εγκαταστάσεις ευαίσθητου χαρακτήρα, καθώς και σε γη και ακίνητα, καίριας σημασίας για τη χρήση αυτών των υποδομών.
(β) Τις πιθανές συνέπειες της άμεσης ξένης επένδυσης, όσον αφορά στην πρόσβαση σε πληροφορίες ευαίσθητου χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή τη δυνατότητα ελέγχου τέτοιων πληροφοριών.
(γ) Την ελευθερία και πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης.
Προκειμένου δε, ο αρμόδιος υπουργός να διαπιστώσει κατά πόσο μία άμεση ξένη επένδυση είναι πιθανό να θίξει την ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη της Κυπριακής Δημοκρατίας δύναται επιπρόσθετα να συνεκτιμήσει ειδικότερα:
(α) Εάν ο ξένος επενδυτής ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα από την κυβέρνηση τρίτης χώρας, συμπεριλαμβανομένων κρατικών φορέων ή ενόπλων δυνάμεων, μεταξύ άλλων μέσω της ιδιοκτησιακής δομής ή της παροχής σημαντικής χρηματοδότησης,
(β) Εάν ο ξένος επενδυτής έχει ήδη εμπλακεί σε δραστηριότητες που θίγουν την ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη ενός κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
(γ) Εάν υπάρχει σοβαρός κίνδυνος ο ξένος επενδυτής να προβαίνει σε παράνομες ή εγκληματικές δραστηριότητες.
(δ) Εάν με την υλοποίηση/εφαρμογή της υπό έλεγχο άμεσης ξένης επένδυσης διασφαλίζεται και/ή διατηρείται ικανοποιητική διασπορά της μετοχικής βάσης και/ή η δυνατότητα συμμετοχής και άλλων επενδυτών στην επιχείρηση στρατηγικής σημασίας και στα όργανα λήψης αποφάσεων αυτής.
Υπενθυμίζεται πως η Τράπεζα Κύπρου κατέχει μερίδιο 45%, αποτελώντας τον μεγαλύτερο πιστωτή στο νησί, γεγονός που καθιστά επιτακτική την ανάγκη να ελεγχθούν τυχόν προσπάθειες εξαγοράς, οι οποίες θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την οικονομία. Η απόφαση, άλλωστε, της Lone Star να δημοσιοποιήσει το ενδιαφέρον της εκλήφθηκε από ορισμένους ως επιθετική κίνηση που είχε ως απώτερο στόχο να «ταρακουνήσει» τους μετόχους και δη, αυτούς που επιθυμούν την αποεπένδυση από την τράπεζα.
Όπως είχε γράψει το newmoney, η πρώτη κρούση από τη Lone Star έγινε στις 5 Μαΐου 2022 στην τιμή του 1.25 ευρώ ανά μετοχή της Τράπεζας Κύπρου, με την απόρριψη από το διοικητικό συμβούλιο της τράπεζας να έρχεται λίγες ημέρες μετά και συγκεκριμένα στις 20 του ίδιου μήνα.
Η δεύτερη πρόταση λήφθηκε πέντε ημέρες αργότερα – στις 25 Μαΐου 2022 – στην τιμή 1.38 ευρώ ανά μετοχή και κατόπιν προσεκτικής εξέτασης μαζί με τους χρηματοοικονομικούς συμβούλους του το διοικητικό συμβούλιο την απέρριψε στις 3 Ιουνίου 2022. Στις 16 Ιουνίου 2022, ωστόσο, η Lone Star προσέγγισε εκ νέου την Τράπεζα Κύπρου, ζητώντας συνάντηση για συζήτηση θεμάτων, αναφορικά με την υλοποίηση της δεύτερης πρότασης. Οι οικονομικοί όροι αυτής, ωστόσο, παρέμειναν ίδιοι, γεγονός που οδήγησε σε εκ νέου απόρριψη στις 29 Ιουνίου 2022.
Τέλος, η τρίτη προσφορά λήφθηκε στις 8 Ιουλίου 2022 στην τιμή του 1.51 ευρώ ανά μετοχή. Το διοικητικό συμβούλιο, μετά από προσεκτική εξέταση μαζί με τους χρηματοοικονομικούς συμβούλους του, κατέληξε ότι αυτή αποτιμά, ουσιαστικά, πιο χαμηλά την αξία της τράπεζας και τις μελλοντικές της προοπτικές και ότι δεν ήταν προς το συμφέρον, τόσο της ίδιας και των μετόχων της, όσο και των άλλων ενδιαφερομένων μερών. Ως εκ τούτου, την απέρριψε ομόφωνα στις 22 Ιουλίου 2022.
Πλέον, η Lone Star Funds έχει προθεσμία μέχρι το απόγευμα της 30ης Σεπτεμβρίου για να ανακοινώσει εάν θα υποβάλλει εκ νέου προσφορά.
Διαβάστε ακόμα:
Rystad Energy: Η ενεργειακή κρίση φέρνει επενδύσεις $42 δισ. στο φυσικό αέριο