Του Δημήτρη Παφίλα
Mέχρι τα μέσα Απριλίου ή το αργότερο έως τις 20 Απριλίου οι ελληνικές τράπεζες θα έχουν μια πιο σαφή εικόνα για τους τραπεζικούς ελέγχους (stress tests).
Mέχρι χθες είχαν αποσταλεί τα στοιχεία στον επόπτη SSM και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, και σύμφωνα με πληροφορίες οι πρώτες ενδείξεις για την πορεία των stress tests θα προκύψουν στα μέσα Απριλίου, από τις απαντήσεις του επόπτη των τραπεζών.
Σύμφωνα με ορισμένες πηγές το όριο που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι ο Δείκτης κεφαλαίων Core Tier I των τραπεζών να μην πέσει κάτω από το όριο των stress tests του 2015, αλλά κι αυτό δεν έχει ξεκαθαριστεί
Οι ξένοι οίκοι, όπως η Goldman Sachs έχουν στο βασικό τους σενάριο ότι, οι ελληνικές τράπεζες θα ανταπεξέλθουν στα stress tests εύκολα ή δύσκολα, θέση που υιοθετούν και ξένοι επενδυτές που διαθέτουν θέσεις στην ελληνική αγορά.
Το βασικό επιχείρημα των ξένων επενδυτών είναι χαρακτηριστικό: «Δεν μπορεί να να έλθει ο επόπτης και να ζητήσει αύξηση κεφαλαίου, όταν ορισμένες ελληνικές τράπεζες ακολούθησαν επιθετική στάση στο θέμα των προβλέψεων και στους ισολογισμούς του 2017 και αύξησαν, τον Δείκτη κάλυψης στο 52% από 45%», αναφέρει ο ίδιος ξένος επενδυτής.
Ανάλογα με το αν προκύψουν ή όχι κεφαλαιακές ανάγκες, οι περιπτώσεις που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν οι τράπεζες είναι τα εξής:
– Στην περίπτωση που τα τεστ αντοχής δεν δείξουν καμία κεφαλαιακή ανάγκη, δεν θα χρειασθεί να αναλάβουν καμία δέσμευση.
– Στην περίπτωση που προκύψει κεφαλαιακή ανάγκη, ωστόσο, αυτή καλύπτεται από την κεφαλαιακή ισχύ της τράπεζας και τότε η αντιμετώπιση θα είναι ήπια και οι τράπεζες θα κληθούν να πραγματοποιήσουν κάποιες κινήσεις -ήπιου χαρακτήρα- για να καλύψουν το επιπλέον «λίπος» των κεφαλαίων τους.
– Στην περίπτωση που οι κεφαλαιακές ανάγκες είναι υπολογίσιμες, τότε ανάλογα με το ύψος τους, οι τράπεζες θα πρέπει να υποβάλουν capital plans, στα οποία θα περιγράφουν τους τρόπους αντιμετώπισης των αναγκών όπως: μείωση κόστους (δίκτυο, καταστήματα), πωλήσεις θυγατρικών και εφόσον υπάρχει μεγάλη ανάγκη, αύξηση μετοχικού κεφαλαίου. Για την υλοποίηση των εν λόγω ενεργειών, η ΕΚΤ θα δώσει στις τράπεζες ικανοποιητικό χρονικό διάστημα, τουλάχιστον 1 έτους.