Τρόπους να διαχειριστούν ει δυνατόν πιο αποτελεσματικά τα «κόκκινα» δάνεια, ύψους άνω των 100 δισ. ευρώ που… ξεφόρτωσαν από τους ισολογισμούς τους οι τράπεζες αναζητούν οι servicers, στοχεύοντας στην επιστροφή μεγάλου ποσοστού αυτών στη λειτουργούσα οικονομία.
Πρόκειται για ένα στοίχημα που, όπως παρατήρησαν στο Delphi Forum οι επικεφαλής των Cepal, κ. Αρτέμης Θεοδωρίδης, Intrum, κ. Γιώργος Γεωργακόπουλος και Quant, κ. Nίκος Βαρδαραμάτος, μόνον απλό δεν είναι, με ό, τι αυτό συνεπάγεται, τόσο για τους ίδιους τους δανειολήπτες και την οικονομία, όσο και τις εταιρείες διαχείρισης.
«Δεν νομίζω ότι έχει υπάρξει άλλη τραπεζική αγορά που να είχε ποσοστά ‘κόκκινων’ δανείων πάνω από 50% και αυτά να πέσουν κάτω από 10% μέσα σε λίγα χρόνια. Τολμώ να πω ότι είναι ένας ‘ηράκλειος άθλος’, για τον οποίο χρειάστηκε ο ‘Ηρακλής’. Αυτά τα δάνεια έφυγαν από τους τραπεζικούς ισολογισμούς, με τους servicers να πρέπει πλέον να δουν πως ένα κομμάτι τους θα μπορούσε να επανέλθει στη λειτουργούσα οικονομία.
Τα σημερινά πλάνα για τις τιτλοποιήσεις προβλέπουν ότι αρχικά περίπου το 50% των λύσεων θα είναι μέσω οργανικών ενεργειών και το υπόλοιπο 50% μέσω αναδιαρθρώσεων. Το τελευταίο ποσοστό θα μειωθεί, καθώς πιθανότατα να υπάρξουν και περιπτώσεις redefault, αλλά και πάλι πρόκειται για μερικές εκατοντάδες χιλιάδες δανειοληπτών», σχολίασε ο εκτελεστικός πρόεδρος της Cepal, κ. Aρτέμης Θεοδωρίδης, υπογραμμίζοντας πως στην προκειμένη περίπτωση υπάρχει ένα εμπόδιο: ότι παραμένει ο ευρωπαϊκός οργανισμός εποπτείας, ο οποίος δεν επιτρέπει σε πελάτες, οι οποίοι έχουν δημιουργήσει πρόβλημα στο παρελθόν, να επανέλθουν, τουλάχιστον στην ίδια τράπεζα, στην οποία ξεκίνησε το πρόβλημα. «Αυτό μπορεί να λυθεί με διάφορους τρόπους, όπως, για παράδειγμα, οι συγκεκριμένοι δανειολήπτες να αναζητήσουν άλλης μορφής χρηματοδότηση, τύπου private equity. Αυτό προφανώς είναι πολύ ακριβό. Θα μπορούσαν να πάνε σε μία άλλη τράπεζα – όχι προφανές γιατί οι περισσότεροι δανειολήπτες έχουν σχέσεις με παραπάνω από μία τράπεζες – ή να υπάρξουν νέες τράπεζες (challenger banks), οι οποίες θα μπορούσαν να βγουν κερδισμένες από μία τέτοια ευκαιρία. Σαν Cepal, όπου εξυπηρετούμε πάνω από 400.000 οφειλέτες, έχοντας μερίδιο 20% στην αγορά, αναζητούμε και εναλλακτικούς τρόπους, για παράδειγμα, την ύπαρξη ενός ‘μανδύα’ ενός υπερκρατικού οργανισμού (βλ. Ευρωπαική Τράπεζα Επενδύσεων) που θα προσφέρει πιστωτική ενίσχυση σε αυτές τις ομάδες δανειοληπτών, επιτρέποντάς τους να επιστρέψουν πίσω στο τραπεζικό σύστημα», εξήγησε.
Την άποψη πως η αναδιάρθρωση χρέους δεν είναι αρκετή ειδικά στις περιπτώσεις επιχειρήσεων, οι οποίες αντιμετωπίζουν προβλήματα ανταγωνιστικότητας, εξέφρασε από την πλευρά του, ο διευθύνων σύμβουλος της Intrum Hellas, κ. Γιώργος Γεωργακόπουλος. «Οι ελληνικές τράπεζες έχουν κάνει πολλές δεκάδες δισεκατομμυρίων αναδιαρθρώσεις που έχουν να κάνoυν με το ίδιο το χρέος, δηλαδή, πληρώνει κάποιος μία δόση, στην οποία μπορεί να ανταποκριθεί. Οι αναδιαρθρώσεις χρέους θα παραμείνουν ένα καλό και χρήσιμο εργαλείο, αλλά δεν θα είναι αρκετό σε πάρα πολλές περιπτώσεις. Κι αυτό γιατί, τα προβλήματα είναι λίγο βαθύτερα, πολλές εκ των επιχειρήσεων έχουν θέματα ανταγωνιστικότητας.
Επομένως, αυτό που χρειάζεται είναι αναδιάρθρωση της ίδιας της επιχείρησης, λειτουργικά, αλλά και κεφαλαιακά», τόνισε, για να προσθέσει: «Στην Intrum το κάνουμε συστηματικά. Κοιτάζουμε, δηλαδή, να βρούμε επενδυτές που θα έρθουν στις επιχειρήσεις και θα βάλουν μετοχικό κεφάλαιο και know how. Μία συναλλαγή που κάνουμε και νομίζουμε πως είναι αρκετά νεωτεριστικό και φαίνεται να έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον της αγοράς είναι η περίπτωση των 75 μονάδων ξενοδοχείων μεσαίου μεγέθους, οι οποίες λόγω έλλειψης ανταγωνιστικότητας και know how δημιουργούν συνέργειες για να μπορέσουν να επιστρέψουν στο τραπεζικό σύστημα. Εκτίμησή μας είναι πως και άλλοι κλάδοι μπορούν να ακολουθήσουν και έχουμε σκοπό να το επιδιώξουμε, όπως τα τρόφιμα και τα logistics».
Για ένα επιχειρείν που δεν έχει πολύ μεγάλα περιθώρια κέρδους έκανε λόγο με την σειρά του, ο CEO της Quant, κ. Nίκος Βαρδαραμάτος, επικεντρώνοντας τις προσπάθειες σε δύο κατευθύνσεις: την αύξηση της εισπραξιμότητας, άρα, ουσιαστικά, τη δημιουργία εσόδων για τους servicers και τις αυτοματοποιήσεις, οι οποίες θα συμβάλλουν στη μείωση του κόστους.
Αναφορικά με το θέμα της εισπραξιμότητας, ο ίδιος εξήγησε πως υπάρχουν δυο δρόμοι:
α) της συναινετικής ρύθμισης με τους οφειλέτες, οι οποίοι, όπως παραδέχθηκε, το τελευταίο διάστημα ελέω ενεργειακής κρίσης από τον πόλεμο στην Ουκρανία διστάζουν να ρυθμίσουν ή να πληρώσουν τις ήδη ρυθμισμένες οφειλές τους και
β) της ένδικης διεκδίκησης, λύση, η οποία παρουσιάζει ζητήματα λόγω της μεγάλης συσσώρευσης πλειστηριασμών, ελέω πανδημίας, που πρέπει να γίνουν μέσα στο 2022. «Παράλληλα, το 44% των ολοκληρωμένων πλειστηριασμών χρειάζεται έξι μήνες για να βγουν οι πίνακες κατάταξης, ενώ σε συνδυασμό με τις καθυστερήσεις στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, ένας servicer θέλει επτά μήνες για να εισπράξει τα χρήματα που προέρχονται από έναν πλειστηριασμό», ανέφερε.
Πλατφόρμα για χρηματοδότηση
Πεπεισμένος πως το πρόβλημα της επίλυσης του ιδιωτικού χρέους είτε σε επιχειρήσεις είτε σε φυσικά πρόσωπα δεν θα λυθεί εάν δοθεί η δυνατότητας της αναχρηματοδότησης του χρέους τους εμφανίστηκε ο ιδρυτής και CEO της Ηellenic Finance, κ. Άνθιμος Θωμόπουλος.
«Το χρέος που κληρονόμησαν αυτές οι γενιές τη μεγάλη κρίση του 2010 πρέπει να αποκατασταθεί στα σημερινά επίπεδα της βιωσιμότητας και της κερδοφορίας τους. Προς αυτή την κατεύθυνση, προσωρινά και μέχρι το χρηματοπιστωτικό σύστημα να μπορέσει να αναλάβει αυτούς τους δανειολήπτες θα πρέπει να αναζητήσουμε και ιδιωτικές λύσεις. Από την πλευρά μας έχουμε προτείνει τη δημιουργία μίας εναλλακτικής πλατφόρμας που θα παράσχει βοήθεια σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις που βρίσκονται εκτός πιστωτικού συστήματος να βρουν τη χρηματοδότηση, η οποία θα τους επιτρέψει να αναδιαρθρώσουν πραγματικά το χρέος τους, να αποχωρήσουν από το πρόγραμμα ‘Ηρακλής’ και τον Τειρεσία και σε μερικά χρόνια να επιστρέψουν στο φυσικό αποδέκτη του ρίσκου, τις ελληνικές τράπεζες», ανέφερε, υποστηρίζοντας πως νοικοκυριό ή επιχείρηση που έχει cash flows, collateral και business model δεν είναι δυνατόν να μην βρει νέα χρηματοδότηση.
Διαβάστε ακόμα:
Κοντά σε συμφωνία οι Μπάκος – Καϋμενάκης για την εξαγορά του OPEN – Διαψεύδει η πλευρά Σαββίδη
Σταθόπουλος (BC Partners): Εξετάζουμε νέα επένδυση στην Ελλάδα τους επόμενους μήνες
Κόντρα Ουάσιγκτον – Βρυξελλών για το φυσικό αέριο και στη μέση Ελλάδα, Κύπρος, Αίγυπτος