Τρεις ημέρες πριν εκπνεύσει η προθεσμία και ενόσω η κυπριακή κυβέρνηση επισπεύδει την ψήφιση από τη Βουλή του νομοσχεδίου που «μπλοκάρει» ξένες επενδύσεις σε κρίσιμους τομείς αποφάσισε η Lone Star να αποσύρει το ενδιαφέρον της για την εξαγορά της Τράπεζας Κύπρου.
Όπως προκύπτει από σχετική ανακοίνωση στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου, «η Lone Star επιβεβαίωσε σήμερα ότι δεν σκοπεύει να κάνει προσφορά για την Τράπεζα Κύπρου. Αντίστοιχα, θα δεσμεύεται από τους περιορισμούς που ορίζονται στον Κανόνα 2.8 των Ιρλανδικών Κανόνων Εξαγοράς. Η Lone Star διατηρεί το δικαίωμα εντός των επόμενων έξι μηνών να ακυρώσει αυτή τη δήλωση». Μέσα σε έξι μήνες, δηλαδή, οι Αμερικανοί μπορούν να επανέλθουν στην «κούρσα» διεκδίκησης της Τράπεζας Κύπρου, εφόσον το επιτρέψουν οι συνθήκες.
Τα δημοσιεύματα των τελευταίων ημερών, αναφορικά με το δίκαιο της αποτίμησης της τράπεζας, φέρεται να άσκησαν πίεση στη Lone Star, η οποία στην τελευταία προσφορά της όριζε μία τιμή πέριξ των 700 εκατ. ευρώ. Ενδεικτικά, το Reuters σχολίαζε πως ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Κύπρου, κ. Πανίκος Νικολάου, πέτυχε μία αξιοσέβαστη απόδοση 7,3% επί των ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (ROTE) το πρώτο εξάμηνο του 2022, εξαιρουμένων των έκτακτων δαπανών. Αυτό εξηγεί γιατί η τράπεζα απέρριψε τρεις προσφορές, η τελευταία από τις οποίες την αποτίμησε σχεδόν 0,4 φορές τα ενσώματα ίδια κεφάλαια. Σύμφωνα με το πρακτορείο, ο κ. Νικολάου στοχεύει σε ROTE 10% το επόμενο έτος, αν και οι αναλυτές προβλέπουν 8% για το 2025, με βάση τα στοιχεία της Visible Alpha. Ακόμα και εάν η Τράπεζα Κύπρου πετύχει αυτό το χαμηλότερο νούμερο, μία δίκαιη αποτίμηση θα μπορούσε να είναι πιο κοντά στο 0,8 φορές το ενσώματο μετοχικό κεφάλαιο ή περίπου 1,3 δισ. ευρώ – διπλάσια από την προσφορά της Lone Star.
Στο μεταξύ, στην Ολομέλεια έχει εισέλθει το νομοσχέδιο που «φρενάρει» τέτοιου είδους επενδύσεις, με τις πληροφορίες από τη Μεγαλόνησο να συντείνουν πως αυτό θα έχει ψηφιστεί το αργότερο έως την ερχόμενη Παρασκευή. Υπενθυμίζεται ότι, όπως είχε γράψει το newmoney, ο υπουργός Οικονομικών δύναται να ελέγξει κατά πόσο μία άμεση ξένη επένδυση είναι πιθανό να θίξει την ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, συνεκτιμώντας μία σειρά από παράγοντες, όπως:
(α) Κατά πόσο η επιχείρηση, στην οποία προγραμματίζεται ή έχει πραγματοποιηθεί η άμεση ξένη επένδυση δραστηριοποιείται σε ιδιαίτερα ευαίσθητο τομέα, ο οποίος αφορά σε υποδομές ζωτικής σημασίας (critical infrastructure), είτε φυσικές είτε εικονικές, συμπεριλαμβανομένων των υποδομών στους τομείς της ενέργειας, των μεταφορών, της ύδρευσης, της υγείας, των επικοινωνιών, των μέσων ενημέρωσης, της επεξεργασίας ή αποθήκευσης δεδομένων, της άμυνας, των εκλογικών ή των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, περιλαμβανομένων των συστημικών πιστωτικών ιδρυμάτων, εγκαταστάσεις ευαίσθητου χαρακτήρα, καθώς και σε γη και ακίνητα, καίριας σημασίας για τη χρήση αυτών των υποδομών.
(β) Τις πιθανές συνέπειες της άμεσης ξένης επένδυσης, όσον αφορά στην πρόσβαση σε πληροφορίες ευαίσθητου χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή τη δυνατότητα ελέγχου τέτοιων πληροφοριών.
(γ) Την ελευθερία και πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης.
Διαβάστε ακόμη
Έρχεται στην Ελλάδα και η Google – Νέα μεγάλη επένδυση (γράφημα)
Tο Δημόσιο διεκδικεί περιουσίες από… το 1885!
Το αλά γκρέκα δίδυμο Μελόνι, ο μεγαλομέτοχος και το FBI και το όνειρο της Peoplecert