Τραπεζίτες, πολιτικοί, δημοσιογράφοι, αναλυτές και επενδυτές, όλοι φαίνεται πως σήμερα το βράδυ, εκεί λίγο μετά το κλείσιμο της Wall Street στις 11 και κάτι ώρα Ελλάδας, έχουν δώσει ραντεβού με τον… προβληματισμό για την “υγεία” και τις προοπτικές της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των stress tests των 51 τραπεζών – πλην των ελληνικών – που θα ανακοινωθούν σήμερα είναι εξόχως σημαντική για πολλούς λόγους. Αφενός γιατί θα δείξουν γενικότερα το εύρος του προβλήματος ρευστότητας στον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο, αφετέρου γιατί θα δείξουν πόσο μπορούν να ανατραπούν οι σημερινές ισορροπίες, με τις γερμανικές τράπεζες να βρίσκονται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος όλων, πολύ περισσότερο από τις ιταλικές και ισπανικές για τις οποίες είναι κοινό μυστικό πως το πρόβλημά τους είναι σοβαρότερο κι απ’ όσο θα ήθελε να παραδεχθεί η ίδια η ΕΚΤ και η ΕΒΑ, η ευρωπαϊκή τραπεζική εποπτική αρχή που διεξάγει τα τεστ!
Επί της ουσίας οι περισσότεροι γνωρίζουν, χωρίς να το παραδέχονται δημοσίως, πως τα σημερινά stress tests “πρέπει” να δείξουν πως δεν υπάρχει ή πως δεν θα επιτρέψουν οι Ευρωπαίοι ταγοί να υπάρξει μια γενικευμένη τραπεζική κρίση…
Το πόσο προσεκτικά χειρίζονται το θέμα η ΕΚΤ και η EBA φαίνεται και από το γεγονός πως το βράδυ ΔΕΝ θα μάθουμε ποιες τράπεζες – ονομαστικά – έχουν πρόβλημα ή απέτυχαν στα stress tests, αλλά πόση είναι η ανάγκη ανακεφαλαιοποιήσεων συνολικά. Και η ΕΚΤ κατόπιν θα “συνεργαστεί κατ’ ιδίαν με τις διοικήσεις των προβληματικών τραπεζών”…
Μάλιστα τα συγκεκριμένα tests είναι έτσι διαμορφωμένα ώστε για πρώτη φορά, σε αντιδιαστολή με τα όσα ίσχυαν στα προηγούμενα τεστ κοπώσεως της ΕΚΤ, η σημερινή προσομοίωση δεν βασίζεται σε κάποιο συγκεκριμένο όριο, σε κάποια τιμή του δείκτη CET1 ιδίων κεφαλαίων πάνω από τον οποίο θα χαρακτηριστεί επιτυχημένο ή αποτυχημένο το τεστ για την κάθε τράπεζα. Αυτό σημαίνει ότι οιαδήποτε εικόνα, όποιο έλλειμμα ή απίσχναση της ρευστότητας κάθε τράπεζας δείξουν τα τεστ, δεν θα οδηγήσουν αυτόματα σε υποχρεωτικές αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου πλην της ακραίας περίπτωσης που ο δείκτης CET1 διαμορφωθεί σε επίπεδα χαμηλότερα του 4,5%. Κάτι που πολλοί φοβούνται πως μπορεί να συμβεί για την ιταλική τράπεζα Monte dei Paschi di Sienna… Πάντως, όπως, αναφέρουν δημοσιεύματα ιταλικών ΜΜΕ αλλά και το Reuters η ΕΚΤ έχει εγκρίνει το σχέδιο αναδιάρθρωσης της τράπεζας.
Το ότι όμως δεν θα υπάρξει ένα επίσημο όριο στον δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας δεν σημαίνει πως αλλάζει η τελική εικόνα για τις τράπεζες. Μπορεί λοιπόν οι περισσότεροι αναλυτές να εκτιμούν πως οι ευρωτράπεζες δεν θα αντιμετωπίσουν μεγάλο πρόβλημα από το φετινό stress test, όχι μόνο γιατί ο σχεδιασμός του ουσιαστικά δεν προβλέπει “ποινές”, αλλά και γιατί ήταν αρκετές οι ενέργειες κεφαλαιακής ενίσχυσης που έχουν γίνει από πλευράς των τραπεζών από το 2014 και μετά, αλλά από την άλλη είναι εξόχως ανησυχητικό ότι οι τράπεζες μπαίνουν σε διαδικασία… μέτρησης των αντοχών τους, ούτε δύο χρόνια μετά την τελευταία, μεγάλη ανακεφαλαιοποίησή τους! Ας μην ξεχνάμε πως στα αντίστοιχα stress tests του 2014 χρειάστηκαν 25 δισεκ. ευρώ, τότε για 124 τράπεζες!
Επί του πρακτέου οι αναλυτές συμφωνούν πως οι πραγματικές κεφαλαιακές ανάγκες των 51 τραπεζών υπολογίζονται, με βάση τα δεδομένα που γνωρίζουμε, στα 65 με μάξιμουμ 68 ή 70 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτό επιμερίζεται σε ένα ποσό άνω των 30 δισ. ευρώ για τις ιταλικές τράπεζες και σαφώς μικρότερα ποσά, τουλάχιστον αναλογικά με τα μεγέθη των ίδιων των τραπεζών, για τις γερμανικές και ισπανικές τράπεζες.
Λίγο ως πολύ για την Monte dei Paschi το έλλειμμα που πρέπει να καλυφθεί – στο δυσμενές σενάριο – εκτιμάται στο εύρος μεταξύ 2 και 6 δισ. ευρώ. Η έτερη ενδιαφέρουσα περίπτωση ιταλικής τράπεζας είναι αυτή της μεγαλύτερης της χώρας, της Unicredit, η οποία υπολογίζεται πως θα χρειαστεί κεφάλαια μεταξύ 4 και 9 δισ. ευρώ στο δυσμενές σενάριο. Ήσσονος σημασίας κινήσεις θα χρειαστούν για την Banco Popolare και την Intesa Sanpaolo.
Οι ισπανικές Βanco Santander, BBVA, Bankia, Criteria CaixaHolding και Banco de Sabadell, καίτοι με μεγάλη διασπορά χαρτοφυλακίων και ευάλωτη θέση, εντούτοις δεν προκαλούν φόβο ή προβληματισμό στους αναλυτές ούτε στο βασικό, ούτε στο δυσμενές σενάριο. Μάλιστα οι περισσότερες εκτιμάται ότι δεν θα δείξουν καν κεφαλαιακά ελλείμματα!
Οι αγγλικές Lloyds Banking Group, Royal Bank of Scotland, Barclays και HSBC αξιολογούνται επίσης θετικά και οι αναλυτές δεν δείχνουν να ανησυχουν, όπως εξάλλου συμβαίνει και για τις μεγάλες γερμανικές, Commerzbank και Deutsche Bank. Για τις οποίες “επισήμως” οι αναλυτές εκτιμούν ότι είναι “too big to fail”, άλλοι όμως, πιο ψύχραιμοι, σημειώνουν πως οι γερμανικές τράπεζες έχουν πολλαπλάσια ανοίγματα κι απ’ αυτές ακόμα τις ιταλικές (των 360 δισ. ευρώ σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια) και με κατά πολύ χειρότερο δείκτη κάλυψης κεφαλαιακών αναγκών.
Σε κάθε περίπτωση το κυρίαρχο σενάριο στα τρέχοντα stress tests, είναι αυτό που θέλει να περάσει προς τα έξω ότι δεν υπάρχει τραπεζική κρίση στην ΕΕ. Κι ότι ακόμα κι αν χρειαστούν σε βάθος χρόνου να βρεθούν για τις τράπεζες 65 με 70 δισ. ευρώ, πάλι τίποτε κακό δεν υπάρχει. Κάθε άλλο σενάριο οι αναλυτές θα το εκλάβουν ως προσπάθεια των διοικήσεων ΕΚΤ – EBA να ωραιοποιήσουν έτι περαιτέρω την κατάσταση και να “κρύψουν τα προβλήματα κάτω από το χαλάκι”.
Υ.Γ: Μικρή λεπτομέρεια: τα προηγούμενα χρόνια βασικός φόβος ήταν να μην σημειωθεί, επ΄ουδενί λόγο – κάποιο τραπεζικό bank run. Μόνο που τότε το συνολικό διακύβευμα για την ευρωπαϊκή και για τη διεθνή οικονομία ήταν σαφώς μικρότερο. Για του λόγου το αληθές στις αρχές του 2016, η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμούσε την αναλογία των μη εξυπηρετούμενων δανείων διεθνώς, ως προς το σύνολο των ακαθάριστων δανείων, στο 4,3%, ενώ πριν από την οικονομική κρίση του 2009, το ποσοστό αυτό ανερχόταν στο 4,2%. Η ειδοποιός διαφορά δεν βρίσκεται στο +0,1% των επισφαλειών, αλλά στο ότι τα προβληματικά δάνεια ξεπερνούν σήμερα τα 3 τρισ. δολάρια παγκοσμίως, σε σύγκριση με το ένα (1) τρισ. δολάρια που πυροδότησαν την κρίση του 2009. Αντιστοίχως οι ευρωπαϊκές τράπεζες βαρύνονται με μη εξυπηρετούμενα δάνεια αξίας 1,3 τρισ. δολαρίων, εκ των οποίων τα 400 δισ. δολ. βαρύνουν την Ιταλία…