Εύσημα για την πρόοδο που έχουν επιτύχει σε μία σειρά από ζητήματα, όπως τα «κόκκινα» δάνεια, αλλά με… αστερίσκους, καθώς «τα δύσκολα είναι μπροστά», απέδωσε στους εκπροσώπους του εγχώριου χρηματοπιστωτικού συστήματος ο πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (Single Supervisory Mechanism – SSM) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Αντρέα Ενρία.
Μετά από σχεδόν μία διετία, όπου είχε να επισκεφθεί τη χώρα μας, ο ισχυρός άνδρας του SSM δεν έκρυψε την ικανοποίησή του για την εικόνα που εμφανίζουν σήμερα οι ελληνικές τράπεζες, εστιάζοντας κυρίως στην ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού, η οποία βελτιώθηκε σημαντικά, με αποτέλεσμα ο δείκτης NPE να βρίσκεται πλέον σε μονοψήφια ποσοστά. Προς επίρρωση, στα τέλη του περασμένου Σεπτεμβρίου οι τέσσερις συστημικές τράπεζες διέθεταν ένα στοκ μη εξυπηρετούμενων δανείων, ύψους 10,7 δισ. ευρώ, με το σχετικό δείκτη να βρίσκεται ολοένα και πιο κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Όπως, ωστόσο, παραδέχθηκε ο ίδιος σε συνέντευξή του στο Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΚΥΠΕ), η ύφεση, η οποία τώρα εκτιμάται ότι θα είναι ήπια και μικρής διάρκειας, μπορεί να αποδειχθεί βαθύτερη και με μεγαλύτερη διάρκεια ή οι αυξήσεις των επιτοκίων μπορεί να είναι ταχύτερες, πιο ισχυρές και για μεγαλύτερη διάρκεια, προκειμένου ο πληθωρισμός να τεθεί υπό έλεγχο.
«Οι τράπεζες πρέπει να είναι προετοιμασμένες να αντιμετωπίσουν τυχόν αρνητικές εξελίξεις. Πρέπει να διαχειριστούν προληπτικά τον κίνδυνο των επιτοκίων, να είναι προσεκτικές με την έκθεσή τους σε τομείς που είναι ευάλωτοι στις αυξήσεις επιτοκίων, στο ενεργειακό σοκ και, για παράδειγμα, στους τομείς που είναι ευάλωτοι στην ενέργεια», ανέφερε χαρακτηριστικά, ξεκαθαρίζοντας πως η τρέχουσα συγκυρία δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να συγκριθεί με την πανδημία.
«Κατά την υγειονομική κρίση υπήρξε μία τεράστια κρατική στήριξη προς τα νοικοκυριά, τις μικρομεσαίες και τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις, η οποία προστάτεψε τις τράπεζες από τον δυνητικά αρνητικό αντίκτυπο της απότομης ύφεσης. Τώρα δεν αναμένεται τέτοια μεγάλη στήριξη, διότι οι κρατικοί προϋπολογισμοί επιβαρύνονται με υψηλά επίπεδα χρέους. Συνεπώς, πιστεύω ότι οι τράπεζες ενδεχομένως να αντιμετωπίσουν μία πιο δύσκολη κατάσταση, αλλά ειλικρινά πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας στην ισχύ των εσωτερικών ελέγχων και να διασφαλίσουμε ότι έχουμε μία έγκαιρη αναγνώριση και διαχείριση της όποιας πιστωτικής επιδείνωσης. Αυτό δεν συνέβη την προηγούμενη φορά που σήμαινε ότι είχαμε μία συσσώρευση μη εξυπηρετούμενων δανείων. Αυτή τη φορά είμαστε πιο προετοιμασμένοι και πιστεύω ότι μπορούμε να το αποφύγουμε, εφόσον οι τράπεζες επικεντρωθούν στο θέμα», τόνισε.
Σύμφωνα με τον κ. Ενρία, τυχόν καθυστερήσεις στο σκέλος των πλειστηριασμών αυξάνουν την αβεβαιότητα, μιας και χρειάζεται ένα σταθερό και υποστηρικτικό περιβάλλον για να διασφαλιστεί ότι οι τράπεζες μπορούν να διαχειριστούν τα «κόκκινα» χαρτοφυλάκια και να καθαρίσουν τους ισολογισμούς με ένα γρήγορο τρόπο, εάν η κρίση χτυπήσει. «Εάν δεν το πράξουν, υπάρχει αντίκτυπος στο σύνολο της οικονομίας, διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι όταν έχεις έναν ισολογισμό γεμάτο με ΜΕΔ, η ικανότητα μιας τράπεζας για χορήγηση δανείων περιορίζεται. Έτσι, η ικανότητα στήριξης των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων της ανάκαμψης της οικονομίας είναι μειωμένη», υπογράμμισε στη συνέντευξη στο κυπριακό πρακτορείο. Υπενθυμίζεται πως στην Ελλάδα εκκρεμεί η απόφαση του Άρειου Πάγου για το ζήτημα της νομιμοποίησης ή μη των servicers – διαχειρίζονται «κόκκινα» δάνεια άνω των 120 δισ. ευρώ – να πραγματοποιούν πλειστηριασμούς, με την ακρόαση από την Ολομέλεια να έχει προγραμματιστεί για την ερχόμενη εβδομάδα.
Μερίσματα
Ψηλά στην ατζέντα των συζητήσεων Ενρία – τραπεζιτών βρέθηκε – όπως, άλλωστε, αναμενόταν – και το ζήτημα της διανομής μερισμάτων. Τόσο η Eurobank, όσο και η Εθνική Τράπεζα, άλλωστε, έχουν ήδη δηλώσει την πρόθεσή τους να προχωρήσουν σε επιβράβευση των μετόχων τους για το οικονομικό έτος 2022, προτάσσοντας ως επιχείρημα τους υψηλούς δείκτες κερδοφορίας που εμφανίζουν. Μολονότι οι σχετικές συζητήσεις με τον επόπτη βρίσκονται σε εξέλιξη, με τις αποφάσεις να λαμβάνονται μετά την ανακοίνωση των ετήσιων αποτελεσμάτων, εντούτοις ο επικεφαλής του SSM έδωσε ένα στίγμα των προθέσεών του.
Ειδικότερα, μιλώντας στο ΚΥΠΕ αναγνώρισε πως η έξοδος από την πολιτική των αρνητικών επιτοκίων έχει ένα θετικό αντίτυπο στην κερδοφορία των τραπεζών. Υπενθύμισε, ωστόσο, ότι κάποια στιγμή θα αρχίσουν να αυξάνονται και τα καταθετικά επιτόκια και ως εκ τούτου ο θετικός αντίκτυπος στα περιθώρια θα μειωθεί αναλόγως. «Ο τρόπος, με τον οποίο έχουμε προσεγγίσει τις συζητήσεις με όλες τις τράπεζες υπό την εποπτεία μας, είναι ότι έχουμε ζητήσει να δώσουν τις εκτιμήσεις τους για την πορεία του κεφαλαίου τους στο βασικό σενάριο που προβλέπει ήπια και μικρής διάρκειας ύφεση, αλλά και στο αρνητικό σενάριο, το οποίο περιέχει πιο αρνητικές παραδοχές για την ανάπτυξη και τα επιτόκια. Εάν οι τράπεζες μπορέσουν να αποδείξουν ότι θα παραμένουν πάνω από τις εποπτικές απαιτήσεις ακόμη και σε ένα αρνητικό σενάριο, δεν θα υπάρξει αρνητική απάντηση από την πλευρά μας», σχολίασε.
Ο ανταγωνισμός από τις «μικρές» και οι συγχωνεύσεις
Ο ανταγωνισμός που έχει ήδη αρχίσει να γίνεται ορατός από τις συστημικές τράπεζες, ειδικά στο σκέλος των χρηματοδοτήσεων των μικρών επιχειρήσεων, αλλά και η ανάγκη συγχωνεύσεων στην Ευρώπη, βρέθηκαν, επίσης, στο «τραπέζι» των συζητήσεων. Μεταξύ αυτών που μετείχαν στη συνάντηση, άλλωστε, ήταν και η κυρία Ελένη Βρεττού, διευθύνουσα σύμβουλος της Attica Bank, η οποία – μετά και την επίσημη εκδήλωση ενδιαφέροντος από πλευράς της τριανδρίας της Intrakat και βασικών μετόχων της Παγκρήτιας Τράπεζας, διεκδικεί τη θέση της ως ο πέμπτος τραπεζικός πόλος.
Σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), κ. Γιάννη Στουρνάρα, «σκοπός είναι να ενισχυθούν οι μικρότερες τράπεζες, πρώτον, να αυξηθούν τα κεφάλαιά τους και μετά γιατί όχι, να αρχίσει ένα κύμα συγχωνεύσεων μεταξύ των μικρότερων, ούτως ώστε να δημιουργηθεί ένας πέμπτος πόλος για να υπάρχει ανταγωνισμός».
Για τον Αντρέα Ενρία, οι συγχωνεύσεις είναι ένα σημαντικό εργαλείο που μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι ευρωπαϊκές τράπεζες. «Είναι η πιο σημαντική ευκαιρία μετασχηματισμού των επιχειρηματικών μοντέλων, για να καταστήσουμε τα επιχειρηματικά μοντέλα πιο κερδοφόρα, να δημιουργήσουμε περισσότερο κεφάλαιο και να θέσουμε τις τράπεζες σε μια πιο σταθερή πορεία στο μέλλον. Είναι ένας τρόπος να επανεξετάσεις τις στρατηγικές, την ψηφιοποίηση και να υιοθετήσεις τις αλλαγές που είναι αναγκαίες», ανέφερε στη συνέντευξη στο ΚΥΠΕ.
Διαβάστε ακόμη:
Τα προάστια της Αθήνας με αύξηση πάνω από 20% σε τιμές πώλησης και ενοίκια (πίνακες)