Επιφυλακτικοί παραμένουν οι τραπεζίτες σχετικά με τη λειτουργία της πλατφόρμας «κόκκινων» δανείων.

Η πλατφόρμα ξεκινά την 1Η Ιουλίου, ωστόσο, ύστερα από το φιάσκο που σημειώθηκε με τον εξωδικαστικό μηχανισμό, οι τραπεζίτες δεν θέλουν να προχωρήσουν σε εκτιμήσεις.

Όπως αναφέρει ανώτερο τραπεζικό στέλεχος «θεωρητικά θα μπορούσε να συγκεντρώσει 50-100 χιλ δανειολήπτες στεγαστικών ή επιχειρηματικών δανείων».

Παρά ταύτα οι τράπεζες περιμένουν να επιδειχθεί ενδιαφέρον, καθώς πρόκειται για στεγαστικά και επιχειρηματικά δάνεια, έτσι υπάρχει ενδιαφέρον από τον κόσμο ώστε να μην χάσει την περιουσία του.

Οι τράπεζες είναι επίσης προσεκτικές όσον αφορά στη διαδικασία, καθώς δεν θέλουν να επηρεαστεί η κουλτούρα πληρωμών, όπως συνέβη μέχρι να συνταχθεί ο νέος νόμος της πλατφόρμας.

Ιδιαίτερα κρίσιμο είναι επίσης να μην διαταραχθούν οι σχέσεις με τους πελάτες οι οποίοι συνεχίζουν και αποπληρώνουν τα δάνεια τους παρά τις δυσκολίες.

Στην πρώτη φάση της λειτουργίας της, οι τράπεζες θα επεξεργάζονται τις αιτήσεις των δανειοληπτών και θα απαντούν εάν δέχονται τις προτάσεις «κουρέματος» των «κόκκινων» δανείων καθώς και την επιδότηση.

Η δεύτερη φάση της πλατφόρμας, η οποία αναμένεται να ξεκινήσει ένα μήνα μετά τη λειτουργία της θα αφορά τις διαδικασίες με τις οποίες οι δανειολήπτες θα λάβουν τα χρήματα επιδότησης των δανείων τους.

Το έργο της πλατφόρμας αναπτύχθηκε από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων (ΓΓΠΣ) σε συνεργασία με την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους.

Με βάση τα κριτήρια του νόμου θα υπολογίζεται το ποσοστό επιδότησης που θα λαμβάνει από το κράτος ο δανειολήπτης και ιδιαίτερα εκείνος που έχει στεγαστικό δάνειο και θα δικαιούται από 20% -50% ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση του και το εισόδημα του.

Σε ό,τι αφορά τα ενυπόθηκα επιχειρηματικά δάνεια το ποσοστό της επιδότησης είναι 30% για όλους τους επιλέξιμους δανειολήπτες.

Επιπλέον, μέσω της πλατφόρμας οι δανειολήπτες θα αξιολογούνται με κριτήρια επιλεξιμότητας και τόσο το Δημόσιο όσο και οι τράπεζες θα έχουν πλήρη εικόνα των εισοδημάτων και της περιουσίας τους. Με βάση αυτά τα κριτήρια οι τράπεζες θα υποβάλλουν τις προτάσεις ρύθμισης στους δανειολήπτες.

Ας σημειωθεί πως σε περίπτωση που η διαδικασία μέσω της πλατφόρμας δεν οδηγήσει σε συμφωνία αναδιάρθρωσης της oφειλής, τότε ο δανειολήπτης μπορεί να καταθέσει αίτημα αναδιάρθρωσης ενώπιον του αρμόδιου Ειρηνοδικείου.

Μετά τη ρύθμιση του δανείου από την τράπεζα (επιμήκυνση χρόνου αποπληρωμής, χαμηλότερο επιτόκιο, κούρεμα οφειλής) καθορίζεται το ποσοστό της επιδότησης και το Δημόσιο καταβάλλει αντίστοιχο ποσό σε ειδικό, δεσμευμένο και ακατάσχετο λογαριασμό του οφειλέτη, καθ΄όλη τη τη διάρκεια της ρύθμισης του δανείου.

Ωστόσο το ποσοστό της επιδότησης μπορεί να μεταβληθεί καθώς αυτεπάγγελτα στη λήξη κάθε έτους θα επανεξετάζεται η οικογενειακή εισοδηματική και περιουσιακή κατάσταση των επιλέξιμων δανειοληπτών.

Η επιδότηση θα καταβάλλεται σε περίπτωση που ο οφειλέτης:

– Κρίθηκε επιλέξιμος για την υπαγωγή στο νέο πλαίσιο προστασίας( 4650/2019)

– Αποδέχτηκε τη συναινετική ρύθμιση που πρότειναν οι τράπεζες ή πέτυχε τη δικαστική ρύθμιση των οφειλών του, σύμφωνα με τον Ν.4605/2019
– Πληροί τα εισοδηματικά κριτήρια

Η αίτηση υποβολής στο νέο πλαίσιο επέχει θέση αίτησης και για τη συνεισφορά του Δημοσίου, το οποίο αποκτά άμεσα πρόσβαση στην ΑΑΔΕ ώστε ελέγξει το πλήρες φορολογικό προφίλ και η πλατφόρμα καθορίζει το ύψος της επιδότησης. Εντός 15 ημερών ο δανειολήπτης θα γνωρίζει εάν είναι επιλέξιμος καθώς και τι δικαιούται.