«Η πιο σημαντική και καλύτερη χρήση του κεφαλαίου μας είναι να επεκτείνουμε τις δραστηριότητές μας και θα προτιμούσαμε να πραγματοποιούμε εξαιρετικές εξαγορές από το να επαναγοράζουμε μετοχές. Οι εξαγορές είναι στο μέλλον μας και το fintech είναι ένας τομέας, όπου ορισμένα από αυτά τα μετρητά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν – αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει πληρωμές, διαχείριση περιουσιακών στοιχείων, δεδομένα και σχετικά προϊόντα και υπηρεσίες».
Η δήλωση του Jamie Dimon, ισχυρού άνδρα της JP Morgan, ο οποίος, μάλιστα, θα βρεθεί στην Αθήνα, όπου και θα έχει συνάντηση με τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, αντικατοπτρίζει το σκεπτικό πίσω από την απόφαση της αμερικανικής τράπεζας να επενδύσει στην ελληνική αγορά, αποκτώντας ποσοστό πέριξ του 48% στην Viva Wallet, συμφερόντων του Χάρη Καρώνη.
Ειδικότερα, με επιστολή του προς τους μετόχους, με αφορμή την ετήσια έκθεση για το 2020, ο CEO του Ομίλου εκθειάζει τις εταιρείες fintech – στην Αμερική, αλλά και σε όλο τον κόσμο – αφού κάνουν μεγάλα βήματα στην δημιουργία προϊόντων και υπηρεσιών, τόσο ψηφιακής, όσο και φυσικής τραπεζικής.
«Από δάνεια και συστήματα πληρωμών έως επενδύσεις, έχουν κάνει εξαιρετική δουλειά στην ανάπτυξη εύχρηστων, γρήγορων και έξυπνων προϊόντων. Έχουμε μιλήσει για αυτό εδώ και χρόνια, αλλά αυτός ο ανταγωνισμός είναι πλέον παντού. Η ικανότητα των fintechs να συγχωνεύουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, να χρησιμοποιούν δεδομένα έξυπνα και να ενσωματώνονται γρήγορα με άλλες πλατφόρμες (συχνά χωρίς τα μειονεκτήματα του να είναι μία πραγματική τράπεζα) θα βοηθήσει αυτές τις εταιρείες να κερδίσουν σημαντικό μερίδιο αγοράς», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Μόνο τον τελευταίο χρόνο, η JP προχώρησε σε 24 εξαγορές ή στρατηγικές επενδύσεις σε μία σειρά από τομείς, ενισχύοντας σημαντικά την παρουσία της στο κομμάτι του fintech. Ενδεικτικά, τον περασμένο Ιούνιο απέκτησε τη βρετανική Nutmeg για περίπου 819 εκατ. ευρώ, ενώ ξόδεψε περισσότερο από ένα δισ. δολάρια για να εξαγοράσει το 40% της βραζιλιάνικης ψηφιακής τράπεζας C6.
To deal για τη Viva
Στην περίπτωση της Viva, η αμερικανική τράπεζα αναμένεται να εξαγοράσει τα ποσοστά που κατέχουν οι μέτοχοι μειοψηφίας, καταβάλλοντας περί τα 970 εκατ. ευρώ (500 εκατ. ευρώ θα λάβει το Hedosophia, 270 εκατ. ευρώ το family office Λάτση και τα υπόλοιπα η Deca, η οποία κατέχει και το μικρότερο ποσοστό μεταξύ των τριών, δηλαδή, 10%), με τους ιδρυτές να διατηρούν το πλειοψηφικό πακέτο, δηλαδή, περίπου το 53% της fintech και, επομένως, το management.
Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, οι σχετικές υπογραφές αναμένεται να πέσουν εάν όχι την Τρίτη, το αργότερο έως την Τετάρτη, ολοκληρώνοντας, έτσι, ένα deal που πέρασε από πολλά κύματα. Οι βασικοί μέτοχοι, μάλιστα, σε μία προσπάθεια να «μπλοκάρουν» την συμφωνία με τους Αμερικανούς, εμφανίζονταν να έχουν αναζητήσει χρηματοδότηση από ξένες εταιρείες κεφαλαίου, μεταξύ των οποίων τη Blackstone και το CVC, προκειμένου να εξαγοράσουν οι ίδιοι το ποσοστό που κατείχαν τα παραπάνω funds.
Αφορμή αποτέλεσε το ζήτημα της αποτίμησης της εταιρείας από πλευράς JP, με το δίδυμο Καρώνη – Αντύπα να εστιάζει στην εντυπωσιακή της πορεία. Μόλις πέρυσι, άλλωστε, κατάφερε να «σηκώσει» 80 εκατ. δολάρια από την Tencent, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD) και την Breyer Capital, έχει παρουσία σε 23 χώρες, κατέχει τρεις άδειες, εκ των οποίων δύο ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος – μία εδώ και μία στην Αγγλία – και, επίσης, έχει ολοκληρώσει την εξαγορά της Praxia Bank.
Σε κάθε περίπτωση, οι δύο άνδρες θα συνεχίσουν να βρίσκονται στο «τιμόνι» της Viva, ποντάροντας στην τεχνολογία και σε επιλεγμένες επενδύσεις, όπως αυτή στην Fraudio Holding BV, μία ολλανδική εταιρεία ανάπτυξης λογισμικού που ειδικεύεται στην ανίχνευση και πρόληψη ύποπτων συναλλαγών, αλλά και στην N7 mobile.
Αξίζει να αναφερθεί πως η Viva είναι η πρώτη ευρωπαϊκή Neobank που διαθέτει εξολοκλήρου υποδομή στο Microsoft Azure cloud και απασχολεί πάνω από 600 υπαλλήλους. Παρέχει υπηρεσίες σε 19 διαφορετικές γλώσσες και πληρωμές σε 10 νομίσματα, ενώ είναι επίσημο μέλος της Visa και της MasterCard για υπηρεσίες acquiring και issuing.
Παρέχει σε επιχειρήσεις όλων των μεγεθών υπηρεσίες αποδοχής πληρωμών μέσω της καινοτόμου εφαρμογής Viva Wallet POS, των add-on Google Play συσκευών και μέσω του εξελιγμένου payment gateway σε online καταστήματα. Επίσης, προσφέρει επαγγελματικούς λογαριασμούς με τοπικό IBAN και επαγγελματική χρεωστική κάρτα Mastercard.
Με την προσθήκη της Praxia στο χαρτοφυλάκιό της εισήλθε και στο κομμάτι του δανεισμού. Σε αντίθεση, ωστόσο, με τις παραδοσιακές τράπεζες, οι οποίες δίνουν δάνεια μέσω των καταθέσεων, η Viva δίνει δάνεια μέσω SPV: η τράπεζα εντοπίζει τον πελάτη, του διαθέτει το working capital κι εφόσον συμφωνήσει συνάπτει το δάνειο και μετά το πουλά back to back στο SPV.
Στόχος της Viva είναι να μοχλεύσει περίπου 500 εκατ. ευρώ που θα κατευθυνθούν σε μικρές επιχειρήσεις σε όλη την Ευρώπη.
Διαβάστε ακόμα:
Deutsche Bank: Μέσα στο 2022 η αύξηση επιτοκίων από την ΕΚΤ
Αττική Οδός: Πάνω από 20 ώρες εγκλωβισμένοι μέσα στα αυτοκίνητα – Ολονύχτια μάχη του στρατού