© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Ισχυρά αποτελέσματα που σηματοδοτούν την επιστροφή στην κανονικότητα, ξεκλειδώνοντας ταυτόχρονα τις εξελίξεις γύρω από την αποεπένδυση του Δημοσίου με το placement της Εθνικής Τράπεζας να ολοκληρώνεται με μεγάλη επιτυχία, εμφάνισαν το φετινό εννεάμηνο οι τέσσερις συστημικές τράπεζες. Οι διοικήσεις τους ήδη προχωρούν σε αναθεώρηση επί τα βελτίω των στόχων τόσο για το κλείσιμο του τρέχοντος έτους όσο και για τη διετία 2024-2025.
Πιο αναλυτικά, το φετινό διάστημα Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου οι τράπεζες κατάφεραν σχεδόν να διπλασιάσουν τα καθαρά κέρδη τους συγκριτικά με το εννεάμηνο του 2022, στα περίπου 3 δισ. ευρώ (916 εκατ. ευρώ η Eurobank, 855 εκατ. ευρώ η Εθνική Τράπεζα, 721 εκατ. ευρώ η Τράπεζα Πειραιώς και 565 εκατ. ευρώ η Alpha Bank), λαμβάνοντας ώθηση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η οποία στην προσπάθειά της να θέσει υπό έλεγχο τον πληθωρισμό ενέκρινε 10 σερί αυξήσεις επιτοκίων.
Αυτές βέβαια πέρασαν εξ ολοκλήρου στα δάνεια και λιγότερο στις καταθέσεις, όπως άλλωστε επιβεβαιώνουν και τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος (ΤτΕ), βάσει των οποίων το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο του συνόλου των υφιστάμενων δανείων αυξήθηκε στο 6,35% τον περασμένο Σεπτέμβριο έναντι 3,48% τον Ιούνιο του 2022 (+287 μονάδες βάσης), ενώ το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο των καταθέσεων διαμορφώθηκε στο 0,46% από 0,03% πριν από 15 μήνες, ήτοι αύξηση κατά μόλις 43 μονάδες βάσης.
Στο πλαίσιο αυτό, τα επιτοκιακά έσοδα των τραπεζών ανήλθαν το εννεάμηνο του 2023 πάνω από 6 δισ. ευρώ (1,64 δισ. ευρώ για Εθνική Τράπεζα, 1,6 δισ. ευρώ για Eurobank, 1,46 δισ. ευρώ για Τράπεζα Πειραιώς και 1,34 δισ. ευρώ για Alpha Bank), με τις διοικήσεις ωστόσο να εκτιμούν ότι σταδιακά -μέχρι τέλος του έτους ή στις αρχές του επόμενου- αυτά θα έχουν πιάσει ταβάνι, υπό την προϋπόθεση ότι αφενός η ΕΚΤ δεν θα προχωρήσει σε νέες αυξήσεις και αφετέρου τα επιτόκια θα παραμείνουν επί μακρόν στα ίδια υψηλά επίπεδα. Εξίσου ικανοποιητικά κινήθηκαν και τα έσοδα από προμήθειες, έχοντας διαμορφωθεί το επίμαχο διάστημα σε περίπου 1,4 δισ. ευρώ (403 εκατ. ευρώ για Eurobank και Τράπεζα Πειραιώς, 293,5 εκατ. ευρώ για Alpha Bank και 273 εκατ. ευρώ για Εθνική Τράπεζα).
Κεφαλαιακή επάρκεια
Θωρακισμένος κεφαλαιακά αποδεικνύεται ο τραπεζικός κλάδος, με την τετράδα των συστημικών ομίλων να βρίσκεται σε καλό δρόμο επίτευξης του στόχου MREL, παρακολουθώντας τις αγορές για τυχόν «παράθυρα» που θα επιτρέψουν να βγουν με εκδόσεις είτε senior είτε ομολόγων Tier II και ΑΤ1.
Προς επίρρωσιν τούτων, στο 23,69% διαμορφώθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο ο δείκτης MREL της Eurobank, με την τράπεζα να έχει ήδη ξεπεράσει τον στόχο που είχε τεθεί για δείκτη 23,19% τον Ιανουάριο του 2024. Η Eurobank, μάλιστα, έχει καλύψει το 60% της απόστασης των κεφαλαιακών απαιτήσεων έως το 2026, σχεδιάζοντας, ωστόσο, να βγει με μια έκδοση Tier II το 2024. Υπενθυμίζεται ότι στο τέλος του περασμένου Σεπτεμβρίου ο δείκτης συνολικής κεφαλαιακής επάρκειας (CAD) διαμορφώθηκε σε 19,5% και ο δείκτης FLCET1 σε 16,8%, αυξημένοι κατά 230 και 260 μονάδες βάσης αντίστοιχα έναντι του εννεαμήνου 2022.
Μετά την επιτυχή έκδοση ομολόγων μειωμένης εξασφάλισης (Tier II), ύψους 500 εκατ. ευρώ, τον περασμένο Σεπτέμβριο, ο δείκτης MREL της Εθνικής Τράπεζας διαμορφώθηκε σε 24,5% υπερβαίνοντας την ελάχιστη απαίτηση MREL του Ιανουαρίου του 2024, ύψους 22,7%, κατά περίπου 180 μονάδες βάσης. Στο πλαίσιο αυτό, η διοίκηση της ΕΤΕ τοποθετεί για το α’ τρίμηνο του 2024 τις όποιες κινήσεις στο μέτωπο των εκδόσεων.
Τον στόχο 21,8% που της έχει τεθεί ως ελάχιστη κεφαλαιακή απαίτηση για τον Ιανουάριο του 2024 έχει ήδη επιτύχει από την πλευρά της και η Τράπεζα Πειραιώς, γεγονός που της παρέχει μια πολύ καλή τοποθέτηση απέναντι στις απαιτήσεις και τους στόχους για το τέλος του 2025. Στα σχέδια της διοίκησης, πάντως, είναι η έκδοση το α’ εξάμηνο του 2024 ενός ομολόγου Tier II προκειμένου να αναχρηματοδοτήσει τα ομόλογα που λήγουν τον Ιούνιο.
Τέλος, ο δείκτης MREL της Alpha Bank διαμορφώθηκε στα τέλη του περασμένου Σεπτεμβρίου σε 24,43%, πολύ πάνω από τον στόχο τόσο για το σύνολο του τρέχοντος έτους (19,94%) όσο και για το 2024 (22,39%). «Το περασμένο καλοκαίρι προχωρήσαμε σε μια έκδοση senior ομολόγου και προηγουμένως σε ένα ΑΤ1. Εχουμε καλά μαξιλάρια, άρα χρόνο για να εξετάσουμε τις επιλογές μας», ανέφερε η διοίκηση, προσθέτοντας ότι έως το 2026 απομένουν 900 εκατ. ευρώ, τα οποία θα καλυφθούν με μία-δύο εκδόσεις τον χρόνο. Αξίζει να αναφερθεί ότι οι κεφαλαιακοί δείκτες της τράπεζας έχουν ενισχυθεί από τις αρχές του έτους: κατά 177 μονάδες ο FL CET1, στο 13,9%, και κατά 308 μονάδες ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας, στο 18,2%.
Νέα και κόκκινα δάνεια
Πιστωτική επέκταση, αν και χαμηλότερη των προσδοκιών, πέτυχαν το φετινό εννεάμηνο οι τράπεζες, αισιοδοξώντας ότι το κλείσιμο της χρονιάς θα είναι καλύτερο από άποψης παραγωγής νέων δανείων -ειδικά προς επιχειρήσεις-, αλλά και αντιστροφής του φαινομένου των αποπληρωμών. Υποστηρικτικά προς αυτή την κατεύθυνση αναμένεται να λειτουργήσει αφενός το Ταμείο Ανάκαμψης και αφετέρου η παύση των αυξήσεων στα επιτόκια.
Οσον αφορά τα κόκκινα δάνεια, το στοκ των τεσσάρων ομίλων διαμορφώθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο σε 7,9 δισ. ευρώ (1,1 δισ. ευρώ για την Εθνική Τράπεζα, 2,1 δισ. ευρώ για τη Eurobank, 2 δισ. ευρώ για την Τράπεζα Πειραιώς και 2,7 δισ. ευρώ για την Alpha Bank), με δύο εξ αυτών να έχουν ήδη πετύχει δείκτη NPE κάτω του 5%, προσεγγίζοντας τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Διαβάστε ακόμη
Βασίλης Ψάλτης στο Greece Talks: Οι τρεις υπεραξίες για την Alpha Bank απ’ το deal με την Unicredit
Κωστής Χατζηδάκης στο Greece Talks: Θα παραμείνει o χαμηλός συντελεστής ΦΠΑ στις μεταφορές
Γουόρεν Μπάφετ: Γιατί μειώνει το μερίδιό του από εταιρείες κολοσσούς
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ