Σημειώσεις για μία σειρά από ζητήματα, που απασχολούν το εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα μετά το ξέσπασμα της πανδημίας, κράτησαν οι θεσμοί στην τηλεδιάσκεψη, που είχαν με τους επικεφαλής των τεσσάρων συστημικών Ομίλων, επιφυλασσόμενοι να τοποθετηθούν σχετικώς στο ραντεβού της προσεχούς Δευτέρας με το οικονομικό επιτελείο.
Όπως ήταν αναμενόμενο, ο νέος πτωχευτικός Νόμος και το πρόγραμμα «γέφυρα» μονοπώλησε τη συζήτηση, με τους τραπεζίτες να επικεντρώνονται στα θέματα, που παραμένουν «ανοιχτά», παρά τις διαρκείς διαβουλεύσεις με στελέχη της κυβέρνησης. Μεταξύ αυτών, είναι τα κριτήρια, που πρέπει να πληροί ένας δανειολήπτης, προκειμένου να θεωρείται ευάλωτος και, άρα, να έχει δικαίωμα να μεταβιβάσει την πρώτη του κατοικία στον υπό σύσταση φορέα.
Υπενθυμίζεται πως η κυβέρνηση επιμένει, για παράδειγμα, η αξία της κατοικίας να είναι έως 200.000 ευρώ (με προσαύξηση 40.000 ευρώ για τον έγγαμο οφειλέτη και 20.000 ευρώ για κάθε τέκνο μέχρι τα τρία), με τις τράπεζες, αλλά και τους θεσμούς, να χαμηλώνουν τον πήχη κάτω από τις 100.000 ευρώ. Για τον φορέα, πάντως, οι τράπεζες ξεκαθάρισαν πως δεν έχουν ένσταση για τον χαρακτήρα του – εάν, δηλαδή, θα είναι δημόσιος ή ένα σχήμα σύμπραξης μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού – αρκεί οι διαδικασίες να προχωρούν γρήγορα.
Παράλληλα, επί τάπητος τέθηκε και η δυνατότητα, που φέρεται να παρέχει στα φυσικά πρόσωπα το νέο πλαίσιο και δεν βρίσκει σύμφωνες τις τράπεζες, να ρυθμίζουν εξωδικαστικά τα χρέη τους.
Την ίδια στιγμή, ενδιαφέρον έδειξαν οι θεσμοί και για τις αναστολές πληρωμών (μορατόρια), που προσφάτως σύσσωμο το εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα αποφάσισε να παρατείνει μέχρι τον Δεκέμβριο του 2020. Ερωτηθέντες για το ποσοστό των δανείων, που κινδυνεύουν να «κοκκινίσουν», οι CEOs των «4» σημείωσαν πως καλύτερη εικόνα θα έχουν περί τα τέλους του έτους, αν και, όπως εξηγούν στο ΝΜ, οι εκτιμήσεις τους είναι πως το ποσοστό δεν θα ξεπεράσει το 9% με 10%.
Όσον αφορά, τέλος, στη χρηματοδότηση μέσω κρατικών προγραμμάτων, οι τράπεζες ενημέρωσαν τους θεσμούς πως για το μεν, ΤΕΠΙΧ ΙΙ επίκειται η «προικοδότησή» του με επιπλέον 800 εκατ. ευρώ, προκειμένου να καλυφθούν οι αιτήσεις, που εγκρίθηκαν μεν, αλλά δεν προχώρησαν στην εκταμίευση λόγω κάλυψης του προϋπολογισμού (σύμφωνα με τα στοιχεία δέχθηκαν 98.622 αιτήσεις, κυρίως από μικρομεσαίες επιχειρήσεις, για δάνεια, ύψους 10 δισ. ευρώ, δίνοντας έγκριση σε 10.150 εξ αυτών) και για το δε, εγγυοδοτικό ότι μέχρι τα τέλη Ιουλίου θα έχουν ενεργοποιηθεί οι επιπλέον εγγυήσεις του ενός δισ. ευρώ, μέσω των οποίων θα διατεθούν με μόχλευση από τις ίδιες επιπλέον δάνεια 3,5 δισ. ευρώ.