search icon

Τράπεζες

Οι ελληνικές τράπεζες στο ραντάρ των μεγάλων διεθνών οίκων

Πώς και γιατί οι ελληνικές τράπεζες αργά αλλά σταθερά αποκτούν βαρύτητα στα χαρτοφυλάκια των διεθνών επενδυτών

H αλλαγή της όψης του πιστωτικού συστήματος της χώρας είναι γεγονός και η μετάλλαξη θα συνεχιστεί έως ότου αυτό συγκλίνει πλήρως με τις πραγματικές ανάγκες της ελληνικής οικονομίας. Λιγότερα καταστήματα, μικρότερα κόστη, ψηφιοποιημένες υπηρεσίες και μια προσπάθεια στήριξης της ανάπτυξης της χώρας με εκμετάλλευση ιδίων και κοινοτικών πόρων.

Με το βλέμμα στις κεφαλαιαγορές

Οι τράπεζες έχουν αποδώσει από τις αρχές του έτους χρηματιστηριακά ποσοστό που ξεπερνάει το 40% και σε περίοδο 12μήνου 34%. Τι είναι αυτό που έχει κάνει τις ελληνικές τράπεζες μια βιομηχανία σημαντικού οφέλους για τους επενδυτές;

Oι διεθνείς επενδυτές αντιλαμβάνονται ένα success story για τις ελληνικές τράπεζες στις οποίες δίνουν περιθώρια ανόδου μέχρι και 50%. Οι πρόσφατες αναλύσεις καταγράφουν του λόγου το αληθές, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι ο διεθνής οίκος Μoody’s έχει αποδώσει επενδυτική βαθμίδα στις ελληνικές τράπεζες χωρίς να έχει πράξει το ανάλογο για την ελληνική οικονομία. Οκτώ συν ένας λόγοι οδηγούν το τραπεζικό σύστημα στη διόπτρα των διεθνών επενδυτών:

1. Οι διανομές μερισμάτων ως απότοκο της κερδοφορίας των εγχώριων πιστωτικών ιδρυμάτων είναι ένας πολύ βασικός λόγος για να επενδύσει κάποιος στον κλάδο. Οι ελληνικές τράπεζες μπήκαν από το 2023 στο συγκεκριμένο «σαλόνι» από το οποίο απουσίαζαν επί σειρά ετών. Υπόσχονται, δε, ότι μέχρι το 2026 θα είναι σε θέση να διανείμουν μερίσματα και να πραγματοποιήσουν buy back που θα φτάνει στο 50% για κάποιες από αυτές.

Αξίζει να σημειωθεί ότι στον εξυγιασμένο τραπεζικό κλάδο εντάχθηκε και ο 5ος πόλος, η Attica Bank, η οποία άφησε κι αυτή ανοιχτό το ενδεχόμενο διανομής μερισμάτων από το 2027, μια και οι εκτιμήσεις της διοίκησης για τότε είναι μια απόδοση ιδίων κεφαλαίων ύψους 20%, μια απολύτως εξυγιασμένη τράπεζα που θα έχει επίκεντρο τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

2. Προκειμένου, δε, να διασφαλίσουν τον ακρογωνιαίο λίθο της διανομής μερισμάτων, οι συστημικές τράπεζες συζητούν το ενδεχόμενο να επιταχύνουν την απόσβεση του αναβαλλόμενου φόρου χρησιμοποιώντας κεφαλαιακά αποθεματικά για τον σκοπό αυτό. O αναβαλλόμενος φόρος στην παρούσα φάση ανέρχεται σε 12,5 δισ. ευρώ για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες. Η ετήσια απόσβεσή του στο πλαίσιο της κερδοφορίας των πιστωτικών ιδρυμάτων είναι 750 εκατ. ευρώ, που αντιστοιχεί από 150 έως 200 εκατ. ευρώ σε καθεμία από τις συστημικές τράπεζες.

Με αυτούς τους ρυθμούς απόσβεσης αναμένεται η ολοκλήρωση της απομείωσης να συντελεστεί στις αρχές της δεκαετίας του 2040. Ωστόσο, οι τράπεζες φαίνεται να έχουν τη δυνατότητα για γρηγορότερη απόσβεση και προετοιμάζονται να εκχωρήσουν γι’ αυτόν τον σκοπό άλλα 500 εκατ. ευρώ, που σημαίνει ότι η απομείωση του DTC θα κινείται στα 1,250 δισ. ευρώ, ίσως και περισσότερο. Στόχος είναι ο αναβαλλόμενος φόρος να πάψει να υπάρχει στις αρχές της δεκαετίας του 2030, εφόσον οι συνθήκες και η κερδοφορία των πιστωτικών ιδρυμάτων το επιτρέψει.

3. Οι εκδόσεις των ελληνικών τραπεζών με υψηλές και βέβαιες αποδόσεις θεωρούνται από τις πιο ελκυστικές στην Ευρώπη. Απόδειξη δε τούτου είναι η υψηλότατη ζήτηση που έτυχαν όλα τα ομολογιακά δάνεια που εξέδωσαν τον Σεπτέμβριο οι τράπεζες, με αποκορύφωμα το πράσινο ομόλογο της Eurobank, όπου μέτρησε και ο χαρακτήρας του ομολόγου.

4. Οι εκθέσεις των διεθνών οίκων που ανεβάζουν ο ένας μετά τον άλλον τις τιμές-στόχους των μετοχών του κλάδου, κυρίως λόγω προοπτικών την προσεχή τριετία.

5. Οι άμυνες που έχουν αναπτύξει οι τράπεζες σε ό,τι αφορά τη μείωση των τόκων, που σίγουρα θα τις επηρεάσει και ίσως αποτελεί και ένα από τα πρόσφατα φρένα στην ανοδική τάση τους στο Χρηματιστήριο. Ωστόσο θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι το μεγαλύτερο κομμάτι των εσόδων των πιστωτικών ιδρυμάτων που θα απομειωθεί από την υποχώρηση των επιτοκίων θα αντικατασταθεί από προμήθειες άλλων εργασιών, από τη μείωση προβλέψεων και από την πιστωτική επέκταση.

6. Η ανάπτυξη της χώρας εγγυάται την πιστωτική επέκταση των τραπεζών, καθώς μάλιστα τα επιτόκια υποχωρούν.
Η πιστωτική επέκταση στη χώρα μας το α’ εξάμηνο του έτους έχει καταγραφεί σε 3,3 δισ. ευρώ για τις συστημικές τράπεζες. Το στοίχημα για τους στόχους του 2024 παραμένει. Οι συστημικές τράπεζες έχουν μιλήσει για 1,5 δισ. ευρώ καθαρή πιστωτική επέκταση έκαστη μέσα στον χρόνο, ενώ ορισμένες κάνουν προβλέψεις και για 2 δισ. ευρώ ως το τέλος του έτους.

7. Ωστόσο, κάποιες από τις συστημικές τράπεζες θα ξεπεράσουν τους στόχους. Στο παιχνίδι εισέρχεται δυνατά και ο ανταγωνισμός. Η δημιουργία του 5ου πόλου το αποδεικνύει στοχοθετικά και επί του πεδίου των εργασιών. Ωστόσο, μια και οι κεφαλαιααγορές αποτελούν στόχο σοβαρό για τις τράπεζες, η εισαγωγή της Τράπεζας Κύπρου στο Ελληνικό Χρηματιστήριο ανακατεύει κι αυτή με τη σειρά της την τράπουλα. Πρόκειται για μια τράπεζα που διανέμει μέρισμα από το 2022 και έχει προχωρήσει στην εξυγίανσή της αρκετά νωρίτερα από τις ελληνικές.

8. Τα ακίνητα, μολονότι στο εξωτερικό υποχωρούν, παραμένουν για μια σειρά από λόγους δυνατό σημείο για την ελληνική οικονομία και επομένως δεν πλήττουν τα ενεργητικά των τραπεζών. Πρέπει να σημειωθεί, όμως, ότι οι τράπεζες προετοιμάζουν την επόμενη μέρα τους σε ό,τι αφορά το χαρτοφυλάκιο ακινήτων που διαθέτουν.

9. Η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και η προσοχή με την οποία οι τράπεζες διανέμουν δάνεια δεν αφήνουν περιθώρια στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα για νέα κόκκινα δάνεια.

Ποιοι μελετούν τις ελληνικές τράπεζες

Μεγάλα funds ενδιαφέρονται να ακούσουν όσα έχουν να πουν οι ελληνικές τράπεζες, οι οποίες είναι γεμάτες ρευστότητα και αναζητούν και οι ίδιες επενδυτικούς ορίζοντες στις εργασίες τους τόσο στην εγχώρια όσο και στη διεθνή αγορά (κάποιες εξ αυτών). Μερικά από τα funds που συζητούν με την εγχώρια τραπεζική βιομηχανία και κρίνουν αν θα επεκτείνουν τις επενδύσεις τους σε αυτήν ή αν θα παραμείνουν ως έχουν είναι: H Fidelity International Ltd, η Goldman Sachs Group Inc., η Hosking Partners LLP – Companies House, η HSBC Global Asset Management, η JP Morgan Asset Management, η London Manulife Investment Management, η Millennium Management, η TFG Asset Management UK LLP, η Banque Postale Asset Management, η Algebris Investment, η Amundi, ο όμιλος Pictet, η Βank of America, η Brandes Investment Partners, L.P., η Credit Suisse κ.λπ.

Τα πρόσφατα road shows υπογράμμισαν το ενδιαφέρον των επενδυτών και παρότι η τρέχουσα χρονιά είναι χρονιά εκλογών για τις ΗΠΑ, οι ρευστοποιήσεις των διεθνών οίκων είναι φειδωλές σε ό,τι αφορά τον τραπεζικό κλάδο. Με δεδομένες τις εκλογές στις ΗΠΑ, οι οίκοι αναμένεται να κλείσουν τα χαρτοφυλάκιά τους για τη χρονιά τον Οκτώβριο, ενώ ήδη σχεδιάζουν την επόμενη χρονιά η οποία ας μην ξεχνάμε ότι θα αποτελέσει χρονιά με stress tests για τις ευρωπαϊκές τράπεζες.

Διαβάστε ακόμη

ΕΚΤ: Γιατί είναι πιθανή μία τέταρτη μείωση των επιτοκίων τον Δεκέμβριο

Επιχείρηση κατά της φοροδιαφυγής – Οι ηλεκτρονικές συναλλαγές εκτινάσσουν τα φορολογικά έσοδα

Χρηματοδότηση της ναυτιλίας και ναυπηγική βιομηχανία

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα

Exit mobile version