Λίστα με τους βασικούς στόχους που θα πρέπει να επιτευχθούν έως το τέλος του 2023, έτσι ώστε να καμφθούν οι όποιες – εναπομείνασες – ενστάσεις του επόπτη και άρα, να «ξεκλειδώσει» και για αυτές η διανομή μερίσματος, καταρτίζουν οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών, μετά την επιτυχή ολοκλήρωση των stress tests που επιβεβαίωσαν την ισχυρή κεφαλαιακή τους θέση και ρευστότητα ακόμη και σε συνθήκες παρατεταμένου υφεσιακού σοκ.

Για τις τράπεζες, πάντως, η περαιτέρω ενίσχυση των κεφαλαίων τους εξακολουθεί να αποτελεί τη Νο1 προτεραιότητα – από κοινού με την κερδοφορία – γεγονός που αναμένεται να επισημανθεί και από τις διοικήσεις των «4», στο πλαίσιο της τηλεδιάσκεψης με τους αναλυτές, με αφορμή τα αποτελέσματα β’ τριμήνου 2023 (σήμερα, Δευτέρα, για Eurobank και Τράπεζα Πειραιώς, αύριο, Τρίτη, για Εθνική Τράπεζα και στις 9 Αυγούστου για Alpha Bank).

Οι επιδόσεις προς αυτή την κατεύθυνση, βέβαια, είναι ήδη εντυπωσιακές, με τον δείκτη κεφαλαίων κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1, με πλήρη εφαρμογή της Βασιλείας ΙΙΙ (FL CET1), να ενισχύεται σημαντικά ανά τρίμηνο. Ενδεικτικά, αυτός «άγγιξε» στα τέλη του περασμένου Μαρτίου το 16,5% (pro-forma, συνυπολογίζοντας τα κέρδη της περιόδου) για την ΕΤΕ έναντι 15,8% τον Δεκέμβριο του 2022, υπερβαίνοντας κατά 0,7 π.μ. αντίστοιχα το επίπεδο εκκίνησης των stress tests. «Είναι μακράν ο υψηλότερος δείκτης στο εγχώριο σύστημα», σχολίασε σχετικά στην πρόσφατη γενική συνέλευση τον μετόχων ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας, κ. Παύλος Μυλωνάς, προσθέτοντας πως επιδίωξη της ΕΤΕ είναι η δημιουργία – σταθερά, τρίμηνο με τρίμηνο – πρόσθετων εποπτικών κεφαλαίων.

Στο 15,5% διαμορφώθηκε το α’ τρίμηνο του τρέχοντος έτους ο αντίστοιχος δείκτης για τη Eurobank έναντι 14,4% πέρυσι, με τον διευθύνοντα σύμβουλο, κ. Φωκίωνα Καραβία, να σημειώνει από το βήμα της γ.σ. πως τα κέρδη του 2022 ενίσχυσαν οργανικά την κεφαλαιακή της βάση και ο δείκτης εποπτικών κεφαλαίων βελτιώθηκε κατά περίπου 300 μονάδες βάσης, στο 19%. Υπενθυμίζεται πως η Eurobank είναι η μοναδική από τις τράπεζες που έλαβε το «πράσινο φως» από τον επόπτη για την επαναγορά του πακέτου μετοχών, το οποίο κατέχει το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), κίνηση που αποτελεί μία έμμεση ανταμοιβή μετόχων, καθώς μέσω αυτής αυξάνονται τα κέρδη ανά μετοχή.

Ο δείκτης FL CET1 για την Alpha Bank ανήλθε τον περασμένο Μάρτιο σε 12,8% από 11,9% στα τέλη του 2022. Όπως, μάλιστα, υπογράμμισε ο CEO της τράπεζας, κ. Βασίλης Ψάλτης, χάρη σε κινήσεις, μεταξύ των οποίων, οι εκδόσεις ομολόγων πρόσθετων μέσων κατηγορίας 1 (AT1), καθώς και υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας (senior preferred), η συνθετική τιτλοποίηση εξυπηρετούμενων στοιχείων ενεργητικού, η μείωση του σταθμισμένου ενεργητικού μέσω της πώλησης ακινήτων και προβληματικών δανείων, η Alpha Bank έχει διασφαλίσει την υπέρβαση των στόχων που είχαν τεθεί για την κεφαλαιακή επάρκεια ήδη από το β’ τρίμηνο του 2023, έχοντας δημιουργήσει συνολικά εποπτικά κεφάλαια, ύψους σχεδόν ενός δισ. ευρώ σε μόλις έξι μήνες.

Τέλος, η διαφορά στον ίδιο δείκτη σε τριμηνιαία βάση για την Τράπεζα Πειραιώς ανέρχεται σε 0,7 μονάδες (από 11,5% σε 12,2%). Στόχος της τράπεζας, όπως υπογράμμισε στην ετήσια τακτική γενική συνέλευση των μετόχων και ο διευθύνων σύμβουλος, κ. Χρήστος Μεγάλου, είναι η περαιτέρω ενίσχυση του συνολικού δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας σε επίπεδο άνω του 17,3%.

Ψηλά στην… checklist των τραπεζών συνεχίζει να βρίσκεται και το ζήτημα των «κόκκινων» δανείων, παλαιών, αλλά κυρίως νέων. Παρά το γεγονός ότι αμφότερες οι διοικήσεις των τεσσάρων Ομίλων ξεκαθάρισαν από το βήμα των γενικών συνελεύσεων ότι προς ώρας δεν υφίσταται πρόβλημα αθετήσεων στα δανειακά χαρτοφυλάκια, εντούτοις όλοι συμφώνησαν πως δεν χωρά εφησυχασμός όσο ο πληθωρισμός παραμένει επίμονος και τα επιτόκια αυξάνονται. «Υπάρχει πίεση στα νοικοκυριά, δεν υπάρχει αμφιβολία», τόνισε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της Alpha Bank, κ. Βασίλης Ράπανος, απευθυνόμενος σε μέτοχο, ο οποίος ζήτησε τις εκτιμήσεις τις διοίκησης, για τις συνέπειες των παραπάνω στους δανειολήπτες, προσθέτοντας, ωστόσο, πως μέχρι στιγμής η κατάσταση είναι ελεγχόμενη, γεγονός που αποδίδεται και στις προσπάθειες των τραπεζών, οι οποίες αφενός, ενέκριναν το «πάγωμα» των επιτοκίων αναφοράς στα ενήμερα στεγαστικά δάνεια και αφετέρου, προέβησαν σε χρηματοδότηση προγράμματος στήριξης των ευάλωτων και δη, με ίδια μέσα.

Την προσοχή των τραπεζιτών αναμένεται να αποσπάσει και η χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας, με τους στόχους για πιστωτική επέκταση να παραμένουν… ζωντανοί, παρά την επιβράδυνση του α’ εξαμήνου του 2023. Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με τον πρόεδρο της Eurobank, κ. Γιώργο Ζανιά, τα υπόλοιπα δανείων αυξήθηκαν κατά 11,1 δισ. ευρώ το 2022, καθώς οι εκταμιεύσεις υπεραντιστάθμισαν τη μείωση των υπολοίπων εξαιτίας των συναλλαγών πώλησης και τιτλοποίησης. Η αύξηση αυτή προήλθε σε μεγάλο βαθμό από τα επιχειρηματικά δάνεια, τα οποία αυξήθηκαν με ετήσιο ρυθμό 11,8%, ενώ τα δάνεια προς νοικοκυριά είχαν μικρή μείωση. Από την αρχή του έτους δε, τα δανειακά υπόλοιπα σημείωσαν μείωση λόγω αποπληρωμών ως αντίδραση των επιχειρήσεων στην αύξηση των επιτοκίων. Αξίζει να αναφερθεί πως οι στόχοι των «4» κυμαίνονται πέριξ του 1,5 δισ. ευρώ, με την τάση επιβράδυνσης να αναστρέφεται με τη συμβολή των πόρων που αναμένεται να εισρεύσουν στην ελληνική οικονομία από το Ταμείο Ανάκαμψης, την αύξηση των άμεσων ξένων επενδύσεων, αλλά και της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας.

Διαβάστε ακόμα

Φοιτητικά ενοίκια: Αυτός είναι ο «χάρτης» σε 42 περιοχές (πίνακες)

Πώς οι ενεργειακοί πάροχοι αλλάζουν το παιχνίδι στο retail

Γιατί στηρίζει Χαρδαλιά ο Μητσοτάκης για την Αττική – Πιθανότητα «αντάρτικου» από Πατούλη

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ