Σε εκκρεμότητα είναι σήμερα το 40% των υποθέσεων του Νόμου Κατσέλη, με το ύψος των δανείων να «αγγίζει» τα έξι δισ. ευρώ. Αυτό τόνισε η πρόεδρος της Συντονιστικής Επιτροπής της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών (ΕΕΤ) για θέματα διαχείρισης προβληματικών δανείων και γενική διευθύντρια της Εθνικής Τράπεζας, κυρία Φωτεινή Ιωάννου, στο πλαίσιο συζήτησης στη Βουλή για το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης που προβλέπει την εκκαθάριση του επίμαχου στοκ.
«Όταν το 2010 άρχισε να ισχύει ο Νόμος Κατσέλη δεν μπορούσε κανείς να φανταστεί ότι τόσα χρόνια μετά θα είχαμε αδίκαστες υποθέσεις. Πρέπει να είναι απλό να καταλήξει κάποιος στο συμπέρασμα εάν ένα φυσικό πρόσωπο είναι υπερχρεωμένο ή όχι. Για μία σειρά από λόγους αυτό δεν έγινε και, έτσι, αυτός ο Νόμος μπορεί να είχε τις καλύτερες προθέσεις, κατέληξε, όμως, να δίνει ένα δίχτυ προστασίας όχι μόνο σε αυτούς που έπρεπε να το δώσει, αλλά και σε πιστούχους που συμπεριφέρθηκαν στρατηγικά», σημείωσε χαρακτηριστικά, υπογραμμίζοντας πως οι τράπεζες θα στηρίξουν την προσπάθεια εκκαθάρισης των εκκρεμών υποθέσεων.
«Είμαστε σύμφωνοι με την ηλεκτρονική υποβολή της αίτησης και της διασταύρωσης στοιχείων. Θεωρούμε ότι είναι απαραίτητο για έναν δανειολήπτη, ο οποίος επικαλείται ή έχει αδυναμία να εξυπηρετήσει τις οφειλές του, να δώσουμε πληρότητα και διαφάνεια όλα τα περιουσιακά του στοιχεία, για να μπορέσει να λάβει και το δικαστήριο την σωστή απόφαση», πρόσθεσε.
Σύμφωνα με την κυρία Ιωάννου, πέρα από οποιαδήποτε νομική διαδικασία, οι τράπεζες διαθέτουν ένα πλήθος προιόντων, με τα οποία μπορούν να βοηθήσουν τους δανειολήπτες να ρυθμίσουν τις οφειλές τους. «Ενδεικτικά, η Εθνική Τράπεζα είχε στην αρχή του 2019 στεγαστικά δάνεια, ύψους περίπου δύο δισ. ευρώ, που ήταν σε εκκρεμότητα στον Νόμο Κατσέλη και σχεδόν οι μισοί δανειολήπτες παραιτήθηκαν οικειοθελώς και πήραν προϊόντα της τράπεζας. Άρα, είμαστε πρόθυμοι να συζητήσουμε διμερείς λύσεις», κατέληξε.