Η Eurobank Equities αυξάνει τις τιμές στόχους για τις ελληνικές τράπεζες και διατηρεί τις συστάσεις αγοράς σε Alpha Bank, Εθνική Τράπεζα και Τράπεζα Πειραιώς. Οι νέες τιμές στόχοι είναι τα 2,56 ευρώ για την Alpha Bank (από 2,41 ευρώ πριν), τα 10,97 ευρώ για την Εθνική Τράπεζα (από 10,37 ευρώ πριν ) και τα 6,24 ευρώ για την Τράπεζα Πειραιώς (από 5,78 ευρώ πριν).

«Η Τράπεζα Πειραιώς παραμένει η κορυφαία επιλογή μας. Οι ελληνικές τράπεζες εξακολουθούν να βρίσκονται σε αποτίμηση 4 – 5 φορές τα κέρδη του 2024 και 0,5 – 0,9 φορές σε όρους P/TBV, ενσωματώνοντας επί του παρόντος ένα κόστος κεφαλαίου σε υψηλό διψήφιο μέσο ποσοστό, παραβλέποντας την ανθεκτικότητα των εσόδων, τις επιλογές για τα κεφάλαια και τη βελτιωμένη ποιότητα του ενεργητικού, υπάρχει περαιτέρω άνοδος. Ως εκ τούτου, επαναλαμβάνουμε τη σύσταση “Buy” για όλες τις τράπεζες με υψηλότερους στόχους (αναβαθμίσεις εκτιμήσεων), με την Πειραιώς να παραμένει η κορυφαία επιλογή μας, δεδομένης της σταθερής εκτέλεσης και του ελκυστικού προφίλ κινδύνου/απόδοσης, με την τρέχουσα αποτίμηση να μην αποτυπώνει την ανάκαμψη», εξηγεί η χρηματιστηριακή.

«Έχουμε αυξήσει τα προσαρμοσμένα κέρδη ανά μετοχή για τα έτη 2024-2026 κατά 9%/9%/4% για να αντανακλούν τις τάσεις του δ’ τριμήνου. Λαμβάνοντας υπόψη ένα επιτόκιο 3,6%/2,6%/2,1% για το 2024-2026, μια πιο αργή στροφή προς τις προθεσμιακές καταθέσεις (που αυξάνεται στο 29% έως το 2026) και beta καταθέσεων 19% το 2024, αναμένουμε τώρα ότι τα NII θα αυξηθούν κατά 1% φέτος (προηγουμένως προβλέπαμε -2%), ακολουθούμενα από πτώση -6% το 2025 και πτώση 2% το 2026. Η παραγωγή αμοιβών παραμένει ισχυρή (2023-2026 CAGR 9%), με ελεγχόμενα λειτουργικά έξοδα (C/I 34-37%) και σταδιακή μείωση του κόστους κινδύνου σε 0,56% έως το 2026. Συνολικά, πιστεύουμε ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι καλά τοποθετημένες για να πλοηγηθούν στις μειώσεις των επιτοκίων, στοχεύοντας σε βιώσιμο RoTE πάνω από 10% με 13% μετά το 2025 (και 11% με 17% το 2024», συνεχίζει η Eurobank Equities.

«Oι ελληνικές τράπεζες έχουν υποαποδώσει έναντι των περιφερειακών τραπεζών και του δείκτη SX7E κατά 20% και 5% φέτος, αντίστοιχα. Ένας βασικός παράγοντας που συνέβαλε σε αυτή την υποαπόδοση ήταν η πώληση του μεριδίου του ΤΧΣ στην Πειραιώς τον Μάρτιο, ακολουθούμενη από περαιτέρω τοποθετήσεις τον Μάιο από Metlen και Jumbo και τον Νοέμβριο στην Εθνική Τράπεζα, οι οποίες δημιούργησαν υπερβάλλουσα προσφορά και πίεσαν την ελληνική αγορά. Επιπλέον, η απόφαση του οίκου MSCI να μην τοποθετήσει την Ελλάδα στη λίστα παρακολούθησης για πιθανή αναβάθμιση καθυστέρησε έναν κρίσιμο καταλύτη για τη μείωση των ασφαλίστρων κινδύνου, περιορίζοντας περαιτέρω τις καθαρές ξένες εισροές από τις αρχές του έτους. Παράλληλα, οι ανησυχίες σχετικά με τα επιτοκιακά περιθώρια NIM σε ένα περιβάλλον χαμηλότερων επιτοκίων και τα πιθανά όρια στις αποδόσεις των μετόχων λόγω του ζητήματος DTC αμβλύνονται.

Αν και η συμπίεση των καθαρών επιτοκιακών περιθωρίων έχει αρχίσει, είναι πιο αργή από ότι αναμενόταν, οδηγώντας σε ανοδικές αναθεωρήσεις των προβλέψεων για φέτος. Η σταθεροποίηση του κόστους των καταθέσεων και η αναζωπύρωση της αύξησης των δανείων το β’ τρίμηνο θέτουν τις βάσεις για ισχυρή πιστωτική επέκταση κατά το 2023-2026. Όσον αφορά τη διανομή μερίσματος, ακόμη και υπό ένα σενάριο επιταχυνόμενης απόσβεσης DTC (15 έτη για τις ζημίες PSI, 10 έτη για τις πιστωτικές ζημίες μετά το 2015), οι δείκτες CET1 θα συνεχίσουν να ενισχύονται, υποστηρίζοντας έναν δείκτη διανομής 50% έως το 2025. Αυτό θα οδηγούσε σε μερισματικές αποδόσεις της τάξης του 7% το 2024, που θα αυξάνονταν σε 10% έως το 2025-2026, φέρνοντάς τες πιο κοντά ή και υψηλότερα από τις αποδόσεις 8% που προσφέρουν οι περιφερειακές ευρωπαϊκές τράπεζες», καταλήγει η Eurobank Equities.

Διαβάστε ακόμη

Attica Bank: Eγκρίθηκε η ΑΜΚ – Πότε θα γίνει το reverse split 

Καμπανάκι από S&P: Κίνδυνος αύξησης κρατικών χρεοκοπιών την επόμενη δεκαετία

Άλμα για το bitcoin εν μέσω κινεζικών μέτρων τόνωσης – Το βλέμμα και στις δημοσκοπικές επιδόσεις Τραμπ

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα