Σε μονοψήφιο δείκτη «κόκκινων» ανοιγμάτων –και συγκεκριμένα 6%- στοχεύει η διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας έως το 2022, μέσω πωλήσεων/τιτλοποιήσεων, ύψους 1,5 δισ. ευρώ, έχοντας επιτύχει ήδη από πέρυσι σημαντική μείωση του προβληματικού στοκ με την συναλλαγή Frontier.
Πιο αναλυτικά, όπως τόνισε ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας, κ. Παύλος Μυλωνάς, στο πλαίσιο της τηλεδιάσκεψης με τους αναλυτές, με αφορμή τα οικονομικά αποτελέσματα του 2020, επιδίωξη είναι τα «κόκκινα» δάνεια να «αγγίξουν» το 1,8 δισ. ευρώ το 2022 από 4,2 δισ. ευρώ σήμερα, με την επίμαχη μείωση να αντανακλά τη συναλλαγή Frontier, για την οποία έχουν ήδη εγγραφεί προβλέψεις 400 εκατ. ευρώ.
Όσον αφορά στις δεσμευτικές προσφορές, αυτές αναμένονται το δεύτερο τρίμηνο του 2021. Υπενθυμίζεται πως στην τελική ευθεία για την διεκδίκηση του project Frontier, ύψους 6,1 δισ. ευρώ, βρίσκονται οι εξής:
- doValue που προέρχεται από τα… σπλάχνα της Eurobank από κοινού με Fortress και Bain Capital.
- Intrum, η οποία διαχειρίζεται τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια της Τράπεζας Πειραιώς
- PIMCO σε συνεργασία με την QQuant και, τέλος,
- Cepal με την Davidson Kempner που έκλεισε deal με την Alpha Bank για το project Galaxy.
Αρχικό ενδιαφέρον για τα «κόκκινα» δάνεια της ΕΤΕ είχαν εκδηλώσει περισσότεροι από 10 – 12 εταιρείες, όπως, ωστόσο, είθισται σε αυτές τις περιπτώσεις στην τελική φάση του διαγωνισμού προσήλθε η 4άδα. Η τιτλοποίηση αφορά σε 200.000 δάνεια (76% στεγαστικά, 18% εταιρικά και μικρά επιχειρηματικά και 6% καταναλωτικά), τα οποία αντιστοιχούν σε 90.000 οφειλέτες, με το 90% να φέρουν εξασφαλίσεις σε ακίνητα, ενώ, όπως έχει τονίσει πολλάκις η διοίκηση της τράπεζας, μειώνει το στοκ κατά 60% και δεν προβλέπει καμία διαδικασία hive down ή carve-out, απόσχιση, δηλαδή, της τραπεζικής δραστηριότητας και μετακίνηση του προσωπικού σε άλλη εταιρεία.
Η ΕΤΕ, μάλιστα, έχει υποβάλλει αίτημα για την παροχή εγγύησης για τις ομολογίες υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας, συνολικής αξίας έως 3,31 δισ. ευρώ, που θα διατηρήσει στον ισολογισμό της. Ως προς τα mezzanine και junior notes, αξίας 500 εκατ. ευρώ και 2,5 δισ. ευρώ αντίστοιχα, η ΕΤΕ θα διατηρήσει περί το 5% αυτών.
«To ‘Project Frontier’, σε συνδυασμό με την οργανική μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων καθ’ όλη τη διάρκεια του 2020, οδήγησε τον δείκτη σε επίπεδο Ομίλου στο 13,6% το δ’ τρίμηνο του 2020 από 31,3% στο τέλος του 2019, με τον δείκτη κάλυψης από σωρευμένες προβλέψεις να ανέρχεται σε 63,3%.
Σημειώνουμε ότι, στο τέλος του 2020 οι δείκτες CET1 και Συνολικής Κεφαλαιακής Επάρκειας διαμορφώθηκαν σε 15,7% και 16,7%, αντίστοιχα, ενώ μετά την ολοκλήρωση των δύο συναλλαγών (σ.σ. Εθνική Ασφαλιστική και Frontier) οι κεφαλαιακοί δείκτες της τράπεζας αναμένεται να ενισχυθούν περαιτέρω κατά περίπου 170 μονάδες βάσης», σχολίασε χαρακτηριστικά ο κ. Μυλωνάς.
Τι δείχνουν τα moratoria
Ενθαρρυντικά είναι, σύμφωνα με τους επικεφαλής της ΕΤΕ, τα πρώτα δείγματα συμπεριφοράς από τα moratoria.
Πιο αναλυτικά, στα τέλη του 2020 έπαυσαν να ισχύουν οι αναστολές σε περίπου 3,8 δισ. ευρώ δάνεια. Σχεδόν οι μισοί από αυτούς δεν ζήτησαν περαιτέρω παράταση και είναι δανειολήπτες χαμηλού κινδύνου. Το 40% των δανείων σε αναστολή απορροφήθηκαν από το πρόγραμμα «Γέφυρα», ενώ την «Εθνογέφυρα» που προσφέρει αποπληρωμή του 50% της δόσης για 12 μήνες, αξιοποίησαν δάνεια, ύψους 100 εκατ. ευρώ.
Εν ολίγοις, το 50% των επίμαχων δανείων έχουν επιστρέψει σε ομαλές αποπληρωμές, ένα 20% θα απορροφηθεί από το «Γέφυρα Ι&ΙΙ», ένα 20% από το πρόγραμμα step up και μόλις ένα 10% αποτελεί χαρτοφυλάκιο υψηλού κινδύνου.
Συνολικά, η τράπεζα αναμένει εισροές, ύψους 1,4 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 600 εκατ. ευρώ αφορούν στα δάνεια υπό moratoria.
Οι κινήσεις Μυλωνά τα τελευταία 2,5 χρόνια
Σύμφωνα με πηγές της τράπεζας, η διοίκηση Μυλωνά κατάφερε, μέσα σε 2,5 χρόνια, να λύσει πολλά ουσιαστικά και μεγάλα προβλήματα του παρελθόντος, επιταχύνοντας τη μετάβαση της ΕΤΕ στη νέα εποχή.
Πιο αναλυτικά, πέραν της συμφωνίας πώλησης της Εθνικής Ασφαλιστικής έχει «καθαρίσει» ένα μεγάλο μέρος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (με το Project Frontier ο σχετικός δείκτης πέφτει κάτω από 14% από περίπου 40% που ήταν πριν από δύο χρόνια), στοχεύοντας σε μεσαίο μονοψήφιο νούμερο μέχρι το τέλος του 2022. «Χωρίς να «κάψει» πολύτιμο κεφάλαιο καταλήγει να έχει τον υψηλότερο δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας στον κλάδο, με τη στρατηγική ευελιξία που αυτό παρέχει στην τράπεζα», σχολιάζουν χαρακτηριστικά,. Επίσης, έχει κλείσει επιτυχώς και με εύλογο τρόπο το θέμα του ΛΕΠΕΤΕ που σκίαζε τον ισολογισμό της τράπεζας, ενώ με μεγάλη επιμονή βελτιώνει τις ξεπερασμένες πλέον διαδικασίες και τα πληροφοριακά της συστήματα, ώστε να μειωθούν κάθε χρόνο τα έξοδα και να βελτιωθεί η κερδοφορία.
Εξίσου σημαντικό επίτευγμα είναι το νέο βελτιωμένο σύστημα αξιολόγησης και ανάπτυξης του ανθρωπίνου δυναμικού, το οποίο έχει ήδη μπει σε εφαρμογή και μάλιστα, με τη συμφωνία του Συλλόγου.
Τέλος, υπενθυμίζεται πως η ΕΤΕ ήταν η πρώτη ελληνική τράπεζα που έστησε πριν από 2,5 με τρία χρόνια έναν ευέλικτο μηχανισμό παρακολούθησης όλων των μεγάλων έργων και αλλαγών που γίνονται στην τράπεζα, το Πρόγραμμα Μετασχηματισμού. Μαζί με τη νέα (σε θέσεις και ηλικία) διοικητική ομάδα και με κλίμα συνεργασίας και όχι ανταγωνισμού η διοίκηση στοχεύει να καταστήσει την ΕΤΕ την «τράπεζα της 1ης επιλογής».
Διαβάστε ακόμα:
Τουρκία: Συνεχίζεται η μαζική φυγή κεφαλαίων – Η βουτιά της λίρας και οι διεθνείς ανησυχίες