Σταθερά στο top5 των χωρών της Ευρώπης με τα πιο ακριβά δάνεια, τόσο για λόγους στέγασης, όσο και εν γένει, κατανάλωσης, βρίσκεται η Ελλάδα, με τα επιτόκια χορηγήσεων να αυξάνονται διαρκώς, σε αντίθεση με αυτά των καταθέσεων που επιμένουν να βρίσκονται κολλημένα σε χαμηλά επίπεδα εις βάρος κυρίως των μικροαποταμιευτών.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), η χώρα μας προσφέρει επιτόκιο:
- 4,49% για την απόκτηση στέγης, το πέμπτο υψηλότερο μετά τις Λιθουανία (5,89%), Λετονία (5,89%), Εσθονία (5,81%) και Κύπρο (5,20%), με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο να διαμορφώνεται τον περασμένο Οκτώβριο στο 3,97%.
- 11,32% για δάνεια που χορηγούνται για κατανάλωση, το τρίτο υψηλότερο μετά τις Λετονία (13,96%) και Εσθονία (12,93%), με τον μέσο όρο της Ευρώπης να «αγγίζει» το 7,90% και
- 1,78% για καταθέσεις συμφωνημένης διάρκειας, το δεύτερο χαμηλότερο μετά την Κύπρο (1,54%) και τον ευρωπαϊκό μέσο όρο να κυμαίνεται στο 3,27%.
Οι ελληνικές τράπεζες, μάλιστα, όπως ανέφερε σε σχετικό report της η DBRS Morningstar, βρέθηκαν το α’ εξάμηνο του 2023 στην πρώτη θέση των επιτοκιακών περιθωρίων, γεγονός που έχει πολλές φορές επισημάνει από την πλευρά της και η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ). Με αφορμή τη δημοσίευση των επιτοκίων για τον μήνα Οκτώβριο δε, η κεντρική τράπεζα σημειώνει χαρακτηριστικά: «Το περιθώριο επιτοκίου μεταξύ των νέων καταθέσεων και δανείων παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο τον περασμένο Οκτώβριο, στις 5,71 εκατοστιαίες μονάδες, ενώ το περιθώριο επιτοκίου μεταξύ των υφιστάμενων καταθέσεων και δανείων αυξήθηκε στις 5,93 εκατοστιαίες μονάδες».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε πρόσφατα και ο γενικός διευθυντής προληπτικής εποπτείας και εξυγίανσης της ΤτΕ, κ. Γιάννης Τσικριπής, ο οποίος μιλώντας στη Βουλή παραδέχθηκε ότι η Ελλάδα είναι σταδιακά τα τελευταία τρίμηνα στις χώρες με το υψηλότερο spread. «Αυτό έχει σιγά – σιγά μειωθεί, γιατί παρατηρούμε κάτι που είδαμε σε άλλες χώρες να συμβαίνει τους προηγούμενους μήνες: μία σταδιακή μεταφορά των καταθέσεων ταμιευτηρίου σε προθεσμίας, οπότε το φαινόμενο έχει αποκλιμακωθεί», ανέφερε χαρακτηριστικά, υπογραμμίζοντας, ωστόσο, ότι στην αξιολόγηση του spread θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και άλλοι παράγοντες. «Οι τράπεζες επηρεάζονται και από το κόστος έκδοσης χρεογράφων. Όντας εκδότες μη επενδυτικής βαθμίδας το κόστος άντλησης ρευστότητας ήταν της τάξης του 6% – 7%. Μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας αυτό έχει ‘ξεφουσκώσει’ οριακά, βλέπουμε, δηλαδή, εκδόσεις μεταξύ 5% και 7%», πρόσθεσε.
Πράγματι, όπως επισημαίνουν στο newmoney αρμόδιες πηγές, το τελευταίο διάστημα υπήρξε μία κινητικότητα στο κομμάτι των προθεσμιακών καταθέσεων, αν και ο ρυθμός της… μετάπτωσης από τις καταθέσεις ταμιευτηρίου είναι μάλλον αργός. «Ο λόγος είναι διττός: από τη μία, οι αποδόσεις που προσφέρουν οι τράπεζες δεν είναι συμφέρουσες και δη, για τους μικροαποταμιευτές και από την άλλη, οι ‘λαϊκοί’ τίτλοι του Δημοσίου λειτουργούν ανταγωνιστικά προς το εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα, προσφέροντας υψηλότερα επιτόκια». Πιο αναλυτικά, όπως προκύπτει από στοιχεία του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ), τα έντοκα γραμμάτια 52, 26 και 13 εβδομάδων αποδίδουν άνω του 3,8%, σχεδόν διπλάσια απόδοση, δηλαδή, εν συγκρίσει με τις προθεσμιακές καταθέσεις. Σήμερα, μάλιστα, διενεργήθηκε νέα έκδοση ετήσιου εντόκου, 52 εβδομάδων, ύψους 375 εκατ. ευρώ. Η απόδοση διαμορφώθηκε στο 3,70%, έχοντας υποβληθεί συνολικές προσφορές, ύψους 758 εκατ. ευρώ, που υπερκάλυψαν το ζητούμενο ποσό κατά 2,02 φορές.
«Γρίφος» η νέα απόφαση της ΕΚΤ
Στη νέα συνεδρίαση της ΕΚΤ την προσεχή εβδομάδα, οπότε και θα αποφασιστεί το μέλλον των επιτοκίων, στρέφει την προσοχή της η επενδυτική κοινότητα, με τα «στοιχήματα» να θέλουν την εκδοχή της συνέχισης της παύσης των αυξήσεων να φαντάζει ως η επικρατέστερη.
Όπως, άλλωστε, τόνισε σε πρόσφατη συνέντευξή της στο Reuters το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ, Ιζαμπέλ Σνάμπελ, που προέρχεται από το… στρατόπεδο των «γερακιών», μία ακόμη αύξηση του κόστους δανεισμού της ΕΚΤ πιθανότατα δεν θα συμβεί υπό το φως των στοιχείων για τις τιμές καταναλωτή της περασμένης εβδομάδας.
Υπενθυμίζεται πως η απόφαση για να μπει «φρένο» στις αυξήσεις, τερματίζοντας έναν… αιματηρό για τους δανειολήπτες κύκλο που άνοιξε πέρυσι το καλοκαίρι, ελήφθη επί ελληνικού εδάφους, με την Κριστίν Λαγκάρντ να εστιάζει στο γεγονός ότι υπήρξε για πρώτη φορά ομοφωνία επί του θέματος.
Διαβάστε ακόμη
Επαγγελματικά ακίνητα: Αυξήσεις μόνο 3% στα ενοίκια για όλο το 2024
Θα «βουλιάξουν» οι χειμερινοί προορισμοί τις ημέρες των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς (πίνακας)
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ