search icon

Τράπεζες

«Επισπεύστε» το μήνυμα Στουρνάρα για τα κόκκινα δάνεια

Να εφαρμοστεί το θεσμικό πλαίσιο και ας γίνουν διορθώσεις στην πορεία – Τι ζητά απ' τα τραπεζικά ιδρύματα – Οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί και οι πωλήσεις δανειακών χαρτοφυλακίων - Οι πρώτες εκτιμήσεις

Την ανάγκη να εφαρμοστεί το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο με τις όποιες ατέλειες του και να εξεταστούν αργότερα αναγκαίες τροποποιήσεις υπογράμμισε στην τοποθέτηση του στο συνέδριο της PwC για τα κόκκινα δάνεια ο διοικητής της ΤτΕ Γ. Στουρνάρας κρούοντας καμπανάκι για το ασφυκτικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα.

Ο διοικητής της ΤτΕ προέτρεψε για ακόμα μία φορά τις τράπεζες να εντείνουν τις προσπάθειες τους πάνω στο στρατηγικό σχέδιο της «τριπλής επίθεσης» που έχουν καταρτίσει: ρυθμίσεις δανείων, επιτάχυνση πωλήσεων δανειακών χαρτοφυλακίων και εκποιήσεις περιουσιακών στοιχείων.

Μετά το μπλόκο που έθεσε ο SSM για το ύψος των προβλέψεων που παίρνουν οι τράπεζες ώστε να εμφανίζονται μειωμένα τα κόκκινα δάνεια, υπάρχει μεγαλύτερη πίεση στα τραπεζικά ιδρύματα να «σηκώσουν μανίκια» προς την παραπάνω κατεύθυνση.

Στο πλαίσιο αυτό ήδη επιταχύνονται οι πωλήσεις κόκκινων δανείων με το σύνολο των συστημικών τραπεζών να προγραμματίζουν νέα ντιλς ως το τέλος της χρονιάς ενώ στο συνέδριο να εκφράζεται η άποψη στελεχών της αγοράς ότι μπορούν να αλλάξουν χέρια χαρτοφυλάκια συνολικού ύψους 25 δισ ευρώ σε βάθος τριετίας προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι που έχουν τεθεί απ’ την εποπτική αρχή.

Σε κάθε περίπτωση παράγοντας «κλειδί» αναμένεται να αποτελέσει και η έναρξη των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών απ’ τον επόμενο μήνα, όπου πρώτοι στο «στόχαστρο» θα μπουν οι στρατηγικά κακοπληρωτές.

Στο ίδιο μήκος κύματος, μιλώντας χθες σε εκδήλωση της Credit Suisse, ο Γιάννης Στουρνάρας δήλωσε πως στον τραπεζικό τομέα, ο μεγάλος όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων και το πρόβλημα των στρατηγικών κακοπληρωτών εμποδίζουν το τραπεζικό σύστημα να χρηματοδοτήσει την οικονομική ανάπτυξη.

«Οι τράπεζες πρέπει να τηρούν πιστά τους στόχους που έχουν συμφωνηθεί με τις εποπτικές αρχές. Ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην αναδιάρθρωση επιχειρήσεων και στην εκκαθάριση όσων δεν είναι βιώσιμες. Αυτό θα απελευθερώσει πόρους που θα στηρίξουν νέες αλλά και υπάρχουσες υγιείς επενδυτικές και επιχειρηματικές πρωτοβουλίες, υποβοηθώντας έτσι την οικονομική ανάκαμψη», είπε χαρακτηριστικά.

Σε ότι αφορά την αντιμετώπιση του ζητήματος της βιωσιμότητας του χρέους, δήλωσε πως είναι απαραίτητο να αναληφθούν αποφασιστικές και συγκεκριμένες δράσεις για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του ελληνικού δημόσιου χρέους, ενώ, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, υπάρχει επίσης ένα ισχυρό επιχείρημα για μια πιο ρεαλιστική προσαρμογή των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών στόχων.

Το Eurogroup επιβεβαίωσε τον Ιούνιο τη δέσμευσή του στις αρχές που περιέχονται στη δήλωση του Μαΐου 2016, και έδωσε μια πιο σαφή κατεύθυνση για πιθανά μέτρα αναδιάρθρωσης του χρέους, εφόσον αυτό κριθεί αναγκαίο. Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει ήδη κάνει συγκεκριμένες προτάσεις, π.χ. μετάθεση της μέσης σταθμικής διάρκειας αποπληρωμής των τόκων των δανείων του EFSF κατά 8,5 χρόνια τουλάχιστον. Οι υπολογισμοί δείχνουν ότι αυτό μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην επίτευξη βιωσιμότητας του χρέους, ακόμη και αν τα πρωτογενή πλεονάσματα μειωθούν στο 2% του ΑΕΠ από το 2021 και μετά, και όχι από το 2023, όπως συμφωνήθηκε στο Eurogroup. Αυτές οι προτάσεις, εφόσον υιοθετηθούν, είναι βέβαιο ότι θα ενισχύσουν τόσο την ανάκαμψη της οικονομίας όσο και το αξιόχρεο της χώρας, ιδίως αν ο δημοσιονομικός χώρος που θα δημιουργηθεί από τη μείωση των δημοσιονομικών στόχων χρησιμοποιηθεί για τη μείωση των φόρων επί της εργασίας και του κεφαλαίου.

Αυτή η πρόταση ήπιας αναδιάρθρωσης του χρέους είναι ζωτικής σημασίας για τη βιωσιμότητα του χρέους της Ελλάδος, ενώ για τους εταίρους της συνεπάγεται ελάχιστο μόνο κόστος. Θα ανοίξει το δρόμο για την ένταξη των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, το οποίο με τη σειρά του θα διευκολύνει τη διατηρήσιμη πρόσβαση στις αγορές. Αυτό θα θέσει σε κίνηση έναν ενάρετο κύκλο: η μεγαλύτερη εμπιστοσύνη των επενδυτών στις οικονομικές προοπτικές της Ελλάδος θα ενθαρρύνει την επιστροφή καταθέσεων στις τράπεζες, θα επιτρέψει την ομαλή έξοδο από το τρέχον πρόγραμμα, και, τελικά, την πλήρη άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων.

Exit mobile version