Κατ’ αρχήν αρνητική είναι η γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) στην επιβολή έκτακτου φόρου στα «απροσδόκητα» έσοδα των τραπεζών, απαντώντας μ’ αυτόν τον τρόπο σε σχετικό αίτημα της Ιταλίας, η οποία στις αρχές Αυγούστου ανακοίνωσε την επιβολή εφάπαξ φόρου 40% στον εγχώριο χρηματοπιστωτικό κλάδο.
Συγκεκριμένα, μεταξύ άλλων, οι ιθύνοντες της Φρανκφούρτης εξηγούν ότι η επιβολή ενός έκτακτου τραπεζικού φόρου θα μπορούσε να προκαλέσει προβλήματα στη δημιουργία πρόσθετων κεφαλαιακών «μαξιλαριών», ως απόρροια της μείωσης στην καθαρή κερδοφορία.
Παράλληλα, ο έκτακτος φόρους δύναται να καταστήσει λιγότερο ανθεκτικές τις τράπεζες σε μια πιθανή οικονομική κρίση ή σε κάποιο πιθανό οικονομικό σοκ.
«Μια τέτοια έκτακτη φορολογία θα μπορούσε να έχει αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις, περιορίζοντας την ικανότητα των τραπεζών στην παροχή πιστώσεων και συμβάλλοντας στη δημιουργία λιγότερο ευνοϊκών όρων για την παροχή δανείων κι άλλων υπηρεσιών» συνεχίζει η ΕΚΤ.
Και προσθέτει: «Τα υψηλότερα κόστη για τον χρηματοπιστωτικό κλάδο συνεπάγονται τη μείωση της προσφοράς πιστώσεων ή την αύξηση των δαπανών για άλλες τραπεζικές υπηρεσίες, ασκώντας δυσμενείς επιπτώσεις στην ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας».
Σ’ αυτό το σημείο, η Φρανκφούρτη υπογραμμίζει την ανάγκη να γίνει ένας ξεκάθαρος διαχωρισμός μεταξύ της έκτακτης φύσης του φόρου και των ευρύτερων εσόδων του προϋπολογισμού, προκειμένου τα έσοδα του συγκεκριμένου φόρου στην Ιταλία να μην χρησιμοποιηθούν για μια γενική δημοσιονομική προσαρμογή.
Στο ίδιο μήκος κύματος, η ΕΚΤ προειδοποιεί ότι ο έκτακτος φόρος μπορεί να οδηγήσει σε κατακερματισμό του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος, λόγω του ετερογενούς χαρακτήρα τέτοιων φόρων.
Δεν παραλείπει δε, να εστιάσει στον κίνδυνο της διπλής φορολογίας για τράπεζες, οι οποίες λειτουργούν μέσω υποκαταστημάτων και σε άλλες χώρες, όπου ήδη επιβάλλεται ένα τέτοιος φόρος.
Υπό το πρίσμα των παραπάνω, η ΕΚΤ ζητά από τη Ρώμη το επίμαχο νομοθετικό διάταγμα να συνοδεύεται από ενδελεχή ανάλυση, όσον αφορά τις πιθανές αρνητικές συνέπειες για τον τραπεζικό τομέα
Η εν λόγω ανάλυση θα πρέπει, συγκεκριμένα, να αναφέρει λεπτομερώς τις συγκεκριμένες επιπτώσεις του έκτακτου φόρου στη μακροπρόθεσμη κερδοφορία, στα κεφάλαια, στην πρόσβαση σε χρηματοδότηση, στην παροχή νέων δανείων και στη ρευστότητα.
Διαβάστε ΕΔΩ τη γνωμοδότηση της ΕΚΤ
Το story με την Ιταλία
Στις αρχές Αυγούστου, το υπουργικό συμβούλιο της Ιταλίδας πρωθυπουργού, Τζόρτζια Μελόνι, ενέκρινε την επιβολή ενός αιφνιδιαστικού φόρου στα «επιπλέον κέρδη» των τραπεζών.
Ο νέος φόρος ενσωματώθηκε σ’ ένα τεράστιο πακέτο μέτρων και προέβλεπε έσοδα 2 δισ. ευρώ από τη φορολόγηση των «απροσδόκητων» εσόδων από τους τόκους.
Ο αναπληρωτής πρωθυπουργός, Ματέο Σαλβίνι, είχε δηλώσει χαρακτηριστικά ότι η Ιταλία συμφώνησε να φορολογήσει το 40% των υπερκερδών, τα οποία «υπολογίζονται σε πολλά δισεκατομμύρια ευρώ για το 2023, προκειμένου να χρηματοδοτήσει φοροελαφρύνσεις και να επιδοτήσει στεγαστικά δάνεια για την αγορά πρώτης κατοικίας,
Στη συνέχεια, βέβαια, -και κατόπιν πολλαπλών αντιδράσεων- διευκρινίστηκε ότι ο εν λόγω έκτακτος φόρος θα έχει πλαφόν, το οποίο θα ισούται με το 0,1% των συνολικών περιουσιακών στοιχείων των ιταλικών τραπεζών.
Διαβάστε ακόμα
Οικογένεια Λιβάνη: Προσπαθεί να «σώσει» τη Φιλοθέη, χάνει την «Ελληνική Ρίζα» (pics)
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ