Ο ελληνικός τραπεζικός κλάδος γύρισε σελίδα καθώς μείωσε σημαντικά τα κόκκινα δάνεια μέσα σε μία χρονιά γεμάτη προκλήσεις και ανακοίνωσε και περαιτέρω κινήσεις μείωσης του ρίσκου, σχολιάζει σε νέα ανάλυσή του με ημερομηνία 6 Απριλίου ο καναδικός οίκος DBRS.
Όπως αναφέρει, οι τέσσερις συστημικές ελληνικές τράπεζες σημείωσαν σημαντική πρόοδο στην αντιμετώπιση παλαιών προβλημάτων και έθεσαν τις προϋποθέσεις για τον περαιτέρω μετασχηματισμό τους και μάλιστα, σε ένα έτος που χαρακτηρίζεται από αβέβαιο μακροοικονομικό περιβάλλον, ευμετάβλητες συνθήκες αγοράς και επιχειρησιακές προκλήσεις. Προσθέτει μάλιστα, ότι οι ενισχυμένες κεφαλαιακές βάσεις των ελληνικών τραπεζών θα μπορέσουν να απορροφήσουν τις συνέπειες των πρόσθετων κινήσεων για τη μείωση των ΝΡΕs.
H έκθεση επισημαίνει ότι η Εθνική, η Πειραιώς, η Alpha Bank και η Eurobank μείωσαν αθροιστικά το απόθεμα των NPEs τους κατά 50% σε ετήσια βάση σε 33,8 δισ. ευρώ, στο τέλος του Δεκεμβρίου του 2020, ενώ ανακοίνωσαν πρόσθετα σχέδια για τη διάθεση «κόκκινων» δανείων περίπου 20 δισ. ευρώ, προκειμένου να επιτύχουν μονοψήφιο δείκτη NPEs εντός των επόμενων 12-18 μηνών και να ενισχύσουν την κερδοφορία τους.
Η αναμενόμενη επέκταση του συστήματος προστασίας του ενεργητικού Ηρακλής, το οποίο βρίσκεται υπό εξέταση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού, θα πρέπει να υποστηρίξει τις τράπεζες στους στόχους τους.
Η Alpha Bank, η Eurobank και η Πειραιώς ανακοίνωσαν την πρόθεσή τους να χρησιμοποιήσουν το εκτεταμένο σύστημα τιτλοποίησης NPE με περίπου 2 δισ. ευρώ, 3,3 δισ. ευρώ και 11 δισ. ευρώ αντίστοιχα.
Επιπλέον, σκοπεύουν να προχωρήσουν σε ξεχωριστές μικρότερες πωλήσεις NPEs, με τα ποσά που έχουν ανακοινωθεί μέχρι σήμερα να ανέρχονται σε περίπου σε 1,3 δισ. ευρώ για την Alpha και περίπου 1,5 δισ. ευρώ για τις ΕΤΕ και Πειραιώς.
Όπως εκτιμά η DBRS, τα κεφαλαιακά επίπεδά τους είναι σε θέση να απορροφήσουν τις πρόσθετες εκποιήσεις NPEs, καθώς έχουν λάβει μέτρα για την ενίσχυση της κεφαλαιακής τους βάσης και επί του παρόντος διατηρούν σε μεγάλο βαθμό υγιή μαξιλάρια πάνω από τις ελάχιστες κανονιστικές απαιτήσεις.
Θετικό αντίκτυπο έχει επίσης, σύμφωνα με την έκθεση, η συνεχής πρόσβαση στις αγορές κεφαλαίου μειωμένης εξασφάλισης, καθώς κατά την περίοδο Ιουνίου 2019 – Μαρτίου 2021, τρεις από τις τράπεζες έχουν προχωρήσει στην έκδοση πέντε τίτλων Tier 2 συνολικού ύψους 2,3 δισ. ευρώ: η Alpha σε δύο εκδόσεις ύψους 500 εκατ. ευρώ, η ΕΤΕ 400 εκατ. ευρώ και η Πειραιώς σε εκδόσειος 400 εκατ. και 500 εκατ. ευρώ.
Πάντως, η DBRS προειδοποιεί επίσης ότι οι αρνητικοί κίνδυνοι εξακολουθούν να είναι εμφανείς, καθώς η ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων αναμένεται να επιδεινωθεί σε δάνεια που εξακολουθούν να βρίσκονται υπό μορατόριουμ.
Ως εκ τούτου, θεωρεί ότι ο ρυθμός της οικονομικής ανάκαμψης, σε συνδυασμό με τη συνεχή ζήτηση των επενδυτών, θα είναι κρίσιμος παράγοντας για την επίτευξη των στόχων των τραπεζών.
Ειδικότερα, τα δάνεια που παραμένουν ή βρίσκονταν μέχρι πρόσφατα σε καθεστώς αναστολής πληρωμών εξακολουθούν να δημιουργούν κινδύνους για την κερδοφορία και τους δείκτες ποιότητας του ενεργητικού των τραπεζών.
Οι πρώτες ενδείξεις από τα περίπου 20 δισ. ευρώ εγχώριων δανείων που τελούσαν υπό καθεστώς αναστολής πληρωμών δείχνουν πάντως ότι ο αντίκτυπος θα είναι ενδεχομένως χαμηλότερος από ό,τι αναμενόταν αρχικά, καθώς μόνο 2,5 δισ. ευρώ θα παραμείνουν υπό καθεστώς αναστολής πληρωμών έως το τέλος του 2020.
Σημαντικό μέρος των πελατών αυτών δε, της τάξης του 40-60%, έχει επανέλθει στην πλήρη αποπληρωμή, ενώ μέτρα στήριξης όπως το πρόγραμμα «Γέφυρα» φαίνεται να έχουν περιορίσει την εισροή νέων αθετήσεων.
Παρ’ όλα αυτά, οι τράπεζες εκτιμούν ότι το ποσοστό αθέτησης των εν λόγω δανείων θα κυμανθεί γύρω στο 10-20% .
Διαβάστε ακόμη:
Τι συμβαίνει με τα ναυπηγεία Ελευσίνας- Γιατί υπάρχει στασιμότητα
Δασικοί χάρτες: Έρχονται οριζόντιες διαρθρωτικές παρεμβάσεις για τον εξορθολογισμό τους
Γεραπετρίτης: Μετακινήσεις εκτός νομού το Πάσχα αν δεν υπάρχει επιδημιολογική επιβάρυνση (vid)