search icon

Τράπεζες

DBRS για ελληνικές τράπεζες: Credit positive η ταχύτερη απόσβεση του DTC

Ψήφος εμπιστοσύνης από τον καναδικό οίκο - Θετική εξέλιξη για την πιστοληπτική ικανότητα των ελληνικών τραπεζών η επιτάχυνση της απόσβεσης του αναβαλλόμενου φόρου - Στόχος η πλήρης απόσβεση το αργότερο έως το 2034

Οι ελληνικές τράπεζες υπολογίζεται ότι έχουν σημαντικές αναβαλλόμενες φορολογικές πιστώσεις (DTC) στις κεφαλαιακές τους δομές λόγω της κρίσης δημόσιου χρέους, αντιπροσωπεύοντας μία ασθενέστερη μορφή κεφαλαίου, σύμφωνα με τους αναλυτές της DBRS. Αυτό, όπως προσθέτουν, ενσωματώνεται στις εκτιμήσεις τους για την πιστοληπτική αξιολόγηση των ελληνικών τραπεζών.

Οι συστημικές τράπεζες (Alpha Bank, Eurobank, Εθνική και Πειραιώς) είναι πρόθυμες να επιταχύνουν την απόσβεση του DTC, με στόχο να το μηδενίσουν πριν από τον προκαθορισμένο στόχο για το 2041.

Σύμφωνα με τους αναλυτές της καναδικής τράπεζας, η αναμενόμενη επιτάχυνση της απόσβεσης του DTC είναι πιστωτική θετική (credit positive), καθώς αυτό θα επιτρέψει τη βελτίωση της ποιότητας των κεφαλαίων των τραπεζών καθώς και την αύξηση των στρατηγικών επιλογών τους.

Η άποψή τους είναι ότι οι τράπεζες βρίσκονται σε θέση να απορροφήσουν το αντίκτυπο από τις επιταχυνόμενες αποσβέσεις με την προϋπόθεση ότι η κερδοφορία τους και η οργανική παραγωγή κεφαλαίου θα παραμείνουν επαρκείς μεσοπρόθεσμα, κάτι που αναμένουν σε αυτό το στάδιο.

Βελτίωση της ποιότητας κεφαλαίου και αύξηση της ευελιξίας

Οι ελληνικές τράπεζες έχουν συσσωρεύσει DTC λόγω των ζημιών που προέκυψαν από την κρίση του ελληνικού δημόσιου χρέους το 2009.

Τα DTCs για τις συστημικές τράπεζες ανήλθαν σε περίπου 12,2 δισ. ευρώ στο τέλος Σεπτεμβρίου 2024, από 15,4 δισ. ευρώ στο τέλος του 2019.

Σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, τα DTCs λογιστικοποιούνται στις κεφαλαιακές δομές των τραπεζών και αντιπροσωπεύουν περίπου το 48% του κεφαλαίου CET1 στα τέλη Σεπτεμβρίου 2024, κατά μέσο όρο. Σε αυτό το πλαίσιο, η DBRS αξιολογεί τα DTCs ως μια πιο αδύναμη μορφή κεφαλαίου, ένα στοιχείο που ενσωματώνει στις εκτιμήσεις αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας για την κεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών.

Στα DTCs οι τράπεζες έχουν ακολουθήσει ένα γραμμικό σχέδιο απόσβεσης μέχρι σήμερα, ανεξάρτητα από την εξέλιξη της κερδοφορίας. Αυτό οδήγησε σε ετήσια μείωση των DTC που κυμαίνεται από 4% έως 6% από το 2019.

Ωστόσο, ως μέρος των παρουσιάσεων κερδών τους για το εννεάμηνο του 2024, οι συστημικές τράπεζες έχουν ανακοινώσει την πρόθεσή τους να επιταχύνουν τις αποσβέσεις ξεκινώντας από το 2025.

Οι τράπεζες στοχεύουν να έχουν αποσβέσει πλήρως τα DTCs το αργότερο έως το 2034, πολύ νωρίτερα δηλαδή από το προηγουμένως αναμενόμενο 2041, σε συνάρτηση με την αναμενόμενη κερδοφορία και τους δείκτες αποπληρωμής των τραπεζών.

Οι τράπεζες ξεκίνησαν πρόσφατα τη διανομή μερισμάτων για πρώτη φορά εδώ και 15 χρόνια. Ενώ οι δείκτες αποπληρωμής παρέμειναν συγκρατημένοι προς το παρόν, οι τράπεζες αναμένουν να αυξήσουν τις αποδοχές των μετόχων προκειμένου οι δείκτες αποπληρωμής τους να συγκλίνουν με τις βέλτιστες πρακτικές στην Ευρώπη.

Η παραγωγή οργανικού κεφαλαίου θα βοηθήσει στην απορρόφηση της ταχύτερης απόσβεσης των DTCs

Σύμφωνα με την DBRS, οι τράπεζες θα πρέπει να είναι σε θέση να απορροφήσουν τον αντίκτυπο από τις επιταχυνόμενες αποσβέσεις με την υπόθεση ότι η κερδοφορία τους και η οργανική δημιουργία κεφαλαίου θα παραμείνουν επαρκείς μεσοπρόθεσμα, κάτι που ο οίκος αναμένει σε αυτό το στάδιο.

Οι συστημικές τράπεζες παρουσίασαν συνολικά καθαρά κέρδη 3,5 δισ. ευρώ το εννεάμηνο του 2024, αυξημένα κατά 23% σε ετήσια βάση. Τα υψηλότερα βασικά έσοδα, ο έλεγχος του κόστους και οι χαμηλότερες προβλέψεις για ζημιές από δάνεια (LLPs) έχουν υποστηρίξει τα υψηλότερα κέρδη. Η μέση ετήσια απόδοση των ιδίων κεφαλαίων ήταν περίπου 14% το εννεάμηνο του 2024, από 13% την αντίστοιχη περίοδο του 2023.

Οι αναλυτές περιμένουν ότι μέρος της πρόσφατης βελτίωσης της κερδοφορίας πιθανότατα θα αντισταθμιστεί από τη συμπίεση των επιτοκιακών περιθωρίων (NII), ενώ τα λειτουργικά έξοδα θα αυξηθούν λόγω του διαρθρωτικά υψηλότερου κόστους προσωπικού και των υψηλότερων επενδύσεων για ψηφιοποίηση και δυνητικά υψηλότερων LLP. Ανακούφιση από τη συμπίεση των NII μπορεί να προέλθει από τα οφέλη που σχετίζονται με τις στρατηγικές αντιστάθμισης κινδύνου που εφάρμοσαν οι τράπεζες στο πρόσφατο παρελθόν.

Παράλληλα, η αύξηση των δανείων, η οποία φαίνεται να είναι ισχυρότερη στην Ελλάδα σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, βοηθούμενη και από δάνεια στα έργα του Ταμείου Ανάκαμψης (RRF) και μπορεί να συμβάλει στον μετριασμό των αρνητικών επιπτώσεων από τη μείωση των επιτοκίων.

Κατά την άποψη των αναλυτών της DBRS, οι πρωτοβουλίες για τη διαφοροποίηση του μείγματος εσόδων προς υψηλότερα έσοδα από προμήθειες, σε συνδυασμό με τη συνεχή πειθαρχία σε ό,τι αφορά το κόστος θα παραμείνουν βασικές για τη στήριξη της κερδοφορίας σε περιβάλλον χαμηλότερων επιτοκίων.

Η κεφαλαιοποίηση των ελληνικών συστημικών τραπεζών ενισχύθηκε το εννεάμηνο του 2024, παρά τις επαναλαμβανόμενες και προβλεπόμενες πιο γενναιόδωρες διανομές μερισμάτων καθώς και σημαντικές εκταμιεύσεις νέων δανείων.

Στο τέλος Σεπτεμβρίου του 2024, ο μέσος δείκτης κεφαλαίων CET1 διαμορφώθηκε σε 16,7%. Αυτό μεταφράζεται σε μέσα αποθέματα ασφαλείας πάνω από τις ελάχιστες απαιτήσεις περίπου 670 μονάδων βάσης και 610 μ.β. για CET1 και συνολικό κεφάλαιο, αντίστοιχα.

Διαβάστε ακόμη

ΑΚΤΩΡ: Σαρωτικός μετασχηματισμός σε κατασκευές, ακίνητα και ενέργεια

Ελληνικός Θόλος: Πότε απαντά το Ισραήλ, τι ζήτησε η Ελλάδα – Οι συνεργασίες που έρχονται (pics + vid)

Wyndham: Τα 2+2 νέα projects στην Ελλάδα και το «άνοιγμα» στις επώνυμες κατοικίες

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα

Exit mobile version