Δάνεια και εγγυήσεις ύψους 5,2 δισ. έχουν δοθεί ως το τέλος Σεπτεμβρίου από το τραπεζικό σύστημα, μέσω των προγραμμάτων της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας.

Πρόκειται για ρευστότητα που διοχετεύτηκε σε περίπου 20.000 επιχειρήσεις, οι οποίες πραγματοποιούν τζίρο περίπου 110 δισ. ευρώ. Δεδομένου ότι το ΑΕΠ της χώρας διαμορφώνεται περίπου στα 180 δισ. ευρώ, η στήριξη την περίοδο της υγειονομικής κρίσης μέσω της Αναπτυξιακής Τράπεζας έφτασε στο 60% της πραγματικής οικονομίας.

Η Αναπτυξιακή Τράπεζα, την οποία διευθύνει η κυρία Αθηνά Χατζηπέτρου, παρουσίασε την ευελιξία και τεχνογνωσία που απαιτούσαν οι περιστάσεις, ώστε να διοχετεύσει ενέσεις ρευστότητας με στόχο να ανασχεθούν, σε κάποιο βαθμό τουλάχιστον, οι επιπτώσεις της ύφεσης που προκάλεσε η επιδημία του COVID.

Η Αναπτυξιακή ήδη υλοποιεί νέα προγράμματα, ώστε μέχρι το τέλος του χρόνου να διοχετευτούν στην αγορά επιπλέον 3,6 δισ. ευρώ. Η επιδίωξη είναι ως το τέλος του έτους να δοθούν δάνεια και εγγυήσεις περίπου 9 δισ. Με τα νέα προγράμματα των 3,6 δισ. υπολογίζεται ότι θα υποστηριχθούν 10.000-15.000 επιχειρήσεις.

Η διοίκηση της τράπεζας χρειάστηκε να προχωρήσει σε αναπροσαρμογές για να καταστούν λειτουργικά για την τρέχουσα συγκυρία τα προγράμματα. Για παράδειγμα, το ΤΕΠΙΧ διοχετευόταν σε επενδύσεις (ελάχιστοι κάνουν σε περιόδους κρίσης) και μετατράπηκε σε κεφάλαιο κίνησης με επιδότηση του επιτοκίου υπό τον όρο μη απόλυσης. Ταυτόχρονα, εκτός από τις προδιαγραφές των προγραμμάτων, αυτοματοποιήθηκαν μέσω συστημάτων και οι διαδικασίες επιλεξιμότητας των δανειοδοτούμενων.

Καθοριστικός ήταν ο ρόλος της Αναπτυξιακής Τράπεζας στη μόχλευση των κεφαλαίων. Το Δημόσιο διέθεσε 2,8 δισ. τα οποία με την κατάλληλη μόχλευση ξεπέρασαν τα 8,8 δισ. που διοχετεύονται φέτος στην αγορά. Το κλειδί για την αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων ήταν η ισομερής κατανομή του ρίσκου. Παρέχοντας εγγυήσεις ως το 80% του δανείου μια εταιρείας, αλλά ταυτόχρονα καλύπτοντας ως το 40% του συνολικού δανειακού χαρτοφυλακίου, ο κίνδυνος της χρηματοδότησης κατανέμεται σχεδόν ισόποσα μεταξύ Δημοσίου, τράπεζας και δανειολήπτη. Με τον τρόπο αυτό αποκλείστηκαν στην πράξη καταχρηστικές συμπεριφορές που μπορούσαν να οδηγήσουν στα κρατικά θαλασσοδάνεια του παρελθόντος, καθώς ουσιαστικά υπάρχει συνυπευθυνότητα όλων των εμπλεκόμενων.

«Η στρατηγική μας», λέει η κυρία Χατζηπέτρου, «είναι η κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού των ΜΜΕ που δημιούργησε η κρίση του κορωνοϊού με τη βελτίωση της πρόσβασης των ΜΜΕ σε πηγές χρηματοδότησης. Εστιάσαμε στις ΜΜΕ επειδή η κρίση επιδείνωσε τις συνθήκες χρηματοδότησής τους, ενώ η συγκεκριμένη κατηγορία προσφέρει το 64% της προστιθέμενης αξίας και το 85% της απασχόλησης».

«Μέχρι σήμερα και υπό την επίβλεψη του υπουργού Ανάπτυξης Α. Γεωργιάδη και του υφυπουργού Γ. Τσακίρη μέσα από τα δύο βασικά χρηματοδοτικά εργαλεία της Ελληνικής Αναπτυξιακής, το ΤΕΠΙΧ και το Ταμείο Εγγυοδοσίας, χορηγήθηκαν σε επιχειρήσεις κεφάλαια κίνησης ύψους 5,2 δισ., ενώ ως το τέλος του χρόνου το ποσό αυτό θα ξεπεράσει τα 9 δισ. ευρώ. Μέχρι σήμερα, οι επιχειρήσεις που έχουν χρηματοδοτηθεί το 2019 μέσω των 2 προγραμμάτων έχουν συνολικό τζίρο 110 δισ. και αποτελούν ποσοστό μεγαλύτερο του 60% του ΑΕΠ. Αν λάβουμε υπόψη ότι σημαντικό τμήμα μεγάλων επιχειρήσεων, όπως π.χ. τα πετρέλαια, η ναυτιλία κ.ά. δεν συμπεριλαμβάνονται, καταφέραμε να στηρίξουμε ένα μεγάλο τμήμα του ελληνικού επιχειρείν. Οι εταιρείες με μικρό αριθμό υπαλλήλων (έως 50 εργαζόμενοι) που χρηματοδοτήθηκαν φτάνουν τις 14.500, επί συνόλου 15.500 και απορρόφησαν σε δάνεια τα 70%, από το σύνολο των δανείων. Ο μέσος όρος των δανείων είναι περίπου 250.000 ευρώ».

«Αν όμως κατατάξουμε τις επιχειρήσεις όχι με βάση τον αριθμό των εργαζομένων αλλά με κριτήριο τον κύκλο εργασιών, συμπεραίνουμε ότι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις (με τζίρο έως 100.000 ευρώ) πήραν λιγότερα δάνεια. Συγκεκριμένα, μόνο 2.350 δάνεια συνολικού ύψους 100 εκατ. ευρώ. Το 75%-90% των νέων δανείων του 2ου κύκλου του Ταμείου Εγγυοδοσίας COVID-19 απευθύνεται κατ’ απόλυτη προτεραιότητα σε μεσαίες, μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις της χώρας που έχουν πληγεί από τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας».

«Ο ρόλος της νέας Αναπτυξιακής Τράπεζας είναι να παρεμβαίνει καταλυτικά στη σχέση κράτους – τραπεζών – επιχειρήσεων. Διευκολύνει την πρόσβαση των επιχειρήσεων σε πηγές χρηματοδότησης, αλλά ταυτόχρονα να χαράζει τον δρόμο της βιώσιμης ανάπτυξης για τις επιχειρήσεις. Τόσο με την τροποποίηση του προγράμματος ΤΕΠΙΧ ΙΙ όσο και με το νέο Ταμείο Εγγυοδοσίας COVID-19, η Ελληνική Αναπτυξιακή απέδειξε ότι μπορεί να διαχειρίζεται με αξιοπιστία και επάρκεια, αλλά κυρίως να μοχλεύει τους διαθέσιμους κρατικούς πόρους ώστε να μεγιστοποιεί το όφελος για την κοινωνία και τις επιχειρήσεις».