Σε ισχύ τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2022 αναμένεται να παραμείνουν τα μέτρα των εποπτικών αρχών – εγχώριων, αλλά και διεθνών – για την κεφαλαιακή ελάφρυνση των τραπεζών που υπάγονται στην άμεση εποπτεία τους, με σκοπό την αντιμετώπιση των επιπτώσεων από την πανδημία COVID – 19.

Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), η αντιμετώπιση των επιπτώσεων της υγειονομική κρίσης είναι από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για τον τραπεζικό κλάδο και εν γένει το χρηματοπιστωτικό σύστημα παγκοσμίως τα τελευταία χρόνια. Στο πλαίσιο αυτό, οι εποπτικές και κανονιστικές παρεμβάσεις μικροπροληπτικής και μακροπροληπτικής πολιτικής – σε ευρωπαϊκό επίπεδο από την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (European Banking Authority – EBA) και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και σε εθνικό επίπεδο από την ίδια – είχαν σκοπό αφενός, τη διατήρηση της ανθεκτικότητας του χρηματοπιστωτικού τομέα μέσω της απορρόφησης ζημιών που οφείλονται στην πανδημία και αφετέρου, την ενίσχυση της ικανότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων να συνεχίσουν να επιτελούν τις βασικές τους λειτουργίες, όπως η χρηματοδότηση της οικονομίας, αποτρέποντας την απομόχλευση.

Ειδικότερα, τα μέτρα που ελήφθησαν αφορούσαν κυρίως:

i) τη χρήση από τα πιστωτικά ιδρύματα των διαθέσιμων κεφαλαίων τους για να συνεχίσουν να στηρίζουν τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά που επλήγησαν σημαντικά από την πανδημία ή για να απορροφήσουν ζημίες οφειλόμενες στην πανδημία,

ii) την αναγνώριση και αποτελεσματική διαχείριση των επιπτώσεων της πανδημίας από τα πιστωτικά ιδρύματα, όπως με τρόπους αποτελεσματικότερης διαχείρισης του πιστωτικού κινδύνου,

iii) την άμβλυνση των επιπτώσεων της πανδημίας στη ρευστότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων (είτε σε ατομικό είτε σε συστημικό επίπεδο).

Πιο αναλυτικά:

1. ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΔΙΑΘΕΣΙΜΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ  

Κατά την έναρξη της πανδημίας τον Μάρτιο του 2020 η ΕΑΤ συνέστησε στις αρμόδιες εποπτικές αρχές να κάνουν χρήση της ευελιξίας που προβλέπεται στο θεσμικό πλαίσιο για τη χρήση των κεφαλαιακών αποθεμάτων ασφαλείας (capital buffers) που τηρούν τα πιστωτικά ιδρύματα για την απορρόφηση ενδεχόμενων ζημιών, την εφαρμογή συνετής πολιτικής στη διανομή μερισμάτων και στην καταβολή των αποδοχών, καθώς και τη χρήση των κεφαλαίων που συνιστούν την κατεύθυνση ως προς τα πρόσθετα ίδια κεφάλαια (Pillar 2 Guidance – P2G69). Μάλιστα, η ΕΑΤ διευκρίνισε ότι τα μέτρα που λαμβάνουν οι εποπτικές αρχές για την ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης των πιστωτικών ιδρυμάτων θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για τη στήριξη της οικονομίας και όχι για άλλους σκοπούς, όπως για την αύξηση των μερισμάτων που θα διανεμηθούν στους μετόχους ή την επαναγορά μετοχών για την αποζημίωση των μετόχων. Επίσης, συνέστησε στις αρμόδιες αρχές να ζητήσουν από τα ιδρύματα να επανεξετάσουν την πολιτική αποδοχών τους, ώστε να είναι συνετή και να διασφαλίζεται η αποτελεσματική διαχείριση των κινδύνων.

Βάσει των επίμαχων συστάσεων η ΕΚΤ ανακοίνωσε στις 12 Μαρτίου 2020 μέτρα σχετικά με τα κεφάλαια που διαθέτουν τα πιστωτικά ιδρύματα. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας και τουλάχιστον έως το τέλος του 2022, η ΕΚΤ επέτρεψε στα πιστωτικά ιδρύματα να λειτουργούν κάτω από το επίπεδο της κατεύθυνσης P2G και του αποθέματος ασφαλείας διατήρησης κεφαλαίου (Capital Conservation Buffer – CCoB). Επίσης, η ΕΚΤ επέτρεψε στα πιστωτικά ιδρύματα να καλύψουν τις πρόσθετες απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων (Pillar 2 Requirements – P2R) με άλλα κεφαλαιακά μέσα πλην των κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1 (Common Equity Tier 1 – CET1), όπως πρόσθετα κεφάλαια της κατηγορίας 1 (Additional Tier 1 capital – AT1) ή κεφάλαια της κατηγορίας 2 (Tier 2 capital – T2). Το μέτρο αυτό ουσιαστικά επέσπευσε την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/878 (Capital Requirements Directive – CRD V) 72 κατά ένα περίπου έτος σε σχέση με την αρχική ημερομηνία έναρξης ισχύος, που είχε καθοριστεί για την 1η Ιανουαρίου 2021. Επιπρόσθετα, στις 27 Μαρτίου 2020 η ΕΚΤ εξέδωσε σύσταση προς τα σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα να απέχουν τουλάχιστον μέχρι την 1η Οκτωβρίου 2020 (περίοδος, η οποία εν τω μεταξύ παρατάθηκε έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2021) από την καταβολή μερισμάτων και από την ανάληψη οποιασδήποτε αμετάκλητης δέσμευσης περί καταβολής τους για τις χρήσεις 2019 και 2020, καθώς και από την επαναγορά μετοχών που σκοπό έχουν την αποζημίωση των μετόχων. Σύμφωνα με την ΕΚΤ, δεν θα ήταν συνετή εκ μέρους των πιστωτικών ιδρυμάτων η εξέταση της δυνατότητας διανομής μερισμάτων και επαναγοράς μετοχών ύψους που αντιστοιχεί σε ποσοστό μεγαλύτερο του 15% των συσσωρευμένων κερδών τους για τα οικονομικά έτη 2019 και 2020 ή σε περισσότερες από 20 μονάδες βάσης του δείκτη κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (CET1), με κριτήριο το χαμηλότερο εκ των δύο.

Τον Απρίλιο του 2020, η ΤτΕ προέβη στην υιοθέτηση των ακόλουθων μέτρων, σε συνέχεια των παρεμβάσεων της ΕΑΤ και των σχετικών συστάσεων της ΕΚΤ:

– Αποφάσισε να επιτρέψει στα εν λόγω πιστωτικά ιδρύματα να λειτουργούν κάτω από το επίπεδο της κατεύθυνσης P2G για λόγους που σχετίζονται με οικονομικές επιπτώσεις και λειτουργικές δυσχέρειες οφειλόμενες στην πανδημία. Επίσης, προβλέφθηκε ότι η χρήση του αποθέματος (CCoB) θα αξιολογείται λαμβάνοντας υπόψη τις επικρατούσες συνθήκες.

– Απηύθυνε σύσταση τουλάχιστον μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου 2021 να μην καταβάλουν μερίσματα, να μην αναλαμβάνουν σχετικές δεσμεύσεις για καταβολή μερισμάτων για τα οικονομικά έτη 2019 και 2020 και να μην πραγματοποιούν επαναγορές μετοχών.

2. ΔΑΝΕΙΑ ΣΕ MORATORIA Ή ΜΕ ΚΡΑΤΙΚΗ ΕΓΓΥΗΣΗ   

Τα κράτη – μέλη έλαβαν μέτρα για την υποστήριξη των δανειοληπτών λόγω της πανδημίας, τα οποία περιλαμβάνουν τη χορήγηση κρατικών εγγυήσεων (public guarantees) σε δάνεια προς επιχειρήσεις και την εφαρμογή προγραμμάτων αναστολής πληρωμών δόσεων δανείων (moratoria). Σε ορισμένες περιπτώσεις, μέτρα για την αναστολή πληρωμών δόσεων δανείων για πληττόμενους οφειλέτες λήφθηκαν και με πρωτοβουλία των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Στις 2 Απριλίου 2020 η ΕΑΤ εξέδωσε κατευθυντήριες γραμμές για την εποπτική αντιμετώπιση των δανείων που βρίσκονται σε αναστολή πληρωμής δόσης (moratoria), εφόσον πληρούνται συγκεκριμένα κριτήρια και ειδικότερα για το χαρακτηρισμό των ανοιγμάτων ως «σε αθέτηση πληρωμής» (default) ή «υπό ρύθμιση» (forbearance). Η εφαρμογή της αναστολής πληρωμών δόσεων δεν συνεπάγεται αυτόματα τον χαρακτηρισμό των ανοιγμάτων ως «μη εξυπηρετούμενων» (non-performing). Επίσης, οι ημέρες καθυστέρησης υπολογίζονται με βάση το νέο χρονοδιάγραμμα που προκύπτει από την εφαρμογή της αναστολής πληρωμών δόσεων, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τους εννέα μήνες. Βέβαια, καθ’ όλη τη διάρκεια της αναστολής πληρωμής δόσης τα πιστωτικά ιδρύματα πρέπει να αξιολογούν τη δυνητική πιθανή αδυναμία αποπληρωμής των οφειλετών που υπόκεινται στην αναστολή πληρωμών σύμφωνα με τις πολιτικές και τις πρακτικές που έχουν θεσπίσει.

Η ΕΚΤ δήλωσε ότι θα τηρήσει ευελιξία όσον αφορά στον χειρισμό των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ώστε τα πιστωτικά ιδρύματα να επωφεληθούν από τις κρατικές εγγυήσεις και την αναστολή πληρωμών δόσεων που εφαρμόστηκαν. Ειδικότερα, θα υπάρχει ευελιξία ως προς τον χαρακτηρισμό των οφειλετών που επηρεάστηκαν από την πανδημία ως αβέβαιης είσπραξης, τις προβλέψεις για δάνεια που χαρακτηρίζονται ως μη εξυπηρετούμενα και καλύπτονται από κρατικές εγγυήσεις, καθώς και ως προς την εφαρμογή των στρατηγικών μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων. Επίσης, η ΕΚΤ γνωστοποίησε στα πιστωτικά ιδρύματα τις προσδοκίες της ως προς τον χειρισμό του πιστωτικού κινδύνου λόγω της πανδημίας, ιδίως όσον αφορά στη στήριξη των βιώσιμων επιχειρήσεων μέσω της προσφοράς βιώσιμων ρυθμίσεων, τη διαμόρφωση βραχυπρόθεσμης/μεσοπρόθεσμης στρατηγικής για τη διαχείριση των καθυστερήσεων, καθώς και την ανάγκη ανάληψης δράσης για να περιοριστούν οι επιπτώσεις στα κεφάλαιά τους κατά την λήξη των μέτρων αναστολής πληρωμών (cliff-edge effects).

3. ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ  

Η ΕΑΤ συνέστησε στις αρμόδιες αρχές να κάνουν χρήση της ευελιξίας που προβλέπεται στο θεσμικό πλαίσιο για τη στήριξη της ρευστότητας του τραπεζικού τομέα. Τους συνέστησε να επιτρέψουν στα πιστωτικά ιδρύματα να χρησιμοποιούν σε περιόδους κρίσεως, όπως κατά τη διάρκεια της πανδημίας, τα υψηλής ποιότητας ρευστά περιουσιακά στοιχεία που διαμορφώνουν το δείκτη κάλυψης ρευστότητας (Liquidity Coverage Ratio-LCR) για την κάλυψη αναγκών ρευστότητας.

Η ΕΚΤ, στο πλαίσιο αυτό, επέτρεψε κατά τη διάρκεια της πανδημίας και τουλάχιστον έως το τέλος του 2021 στα πιστωτικά ιδρύματα να χρησιμοποιούν τα αποθέματα ρευστότητας και να λειτουργούν κάτω από το ελάχιστο επίπεδο του δείκτη κάλυψης ρευστότητας (Liquidity Coverage Ratio – LCR) για να αντιμετωπίσουν ανάγκες σε ρευστότητα.

4. ΛΟΙΠΑ ΜΕΤΡΑ 

i. Μέτρα ελάφρυνσης σε λειτουργικό επίπεδο.

Από την έναρξη της πανδημίας το Μάρτιο του 2020 η ΕΑΤ, σε συνεργασία με τις εθνικές αρμόδιες αρχές και την ΕΚΤ, προσπάθησε να μετριάσει τον επιχειρησιακό/ λειτουργικό φόρτο για τα πιστωτικά ιδρύματα. Για το σκοπό αυτό, αποφάσισε να αναβάλει για το 2021 τη διενέργεια της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress test) που είχε προγραμματιστεί το 2020, προκειμένου τα ιδρύματα να μην επιβαρυνθούν περαιτέρω σε λειτουργικό επίπεδο και να μπορέσουν να διασφαλίσουν τη συνέχεια των βασικών λειτουργιών τους.

ii. Διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης – SREP 2020  

Στις 23 Ιουλίου 2020 η ΕΑΤ εξέδωσε κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την προσαρμογή της διαδικασίας εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process – SREP) για το 2020 υπό το πρίσμα της πανδημίας COVID19. Κρίθηκε αναγκαίο να μην πραγματοποιηθεί διεξοδική ανάλυση όλων των κινδύνων στους οποίους εκτίθενται τα πιστωτικά ιδρύματα, αλλά η αξιολόγηση να επικεντρωθεί στους κινδύνους που οφείλονται στην πανδημία, καθώς και στην ικανότητα διαχείρισης αυτών. Οι αρμόδιες αρχές κλήθηκαν να λάβουν υπόψη τους τις ακόλουθες κατηγορίες κινδύνων και τους μηχανισμούς διαχείρισης αυτών: i. τον πιστωτικό κίνδυνο, ii. τη ρευστότητα και τον κίνδυνο χρηματοδότησης, iii. το λειτουργικό κίνδυνο, με έμφαση στην ασφάλεια των πληροφοριακών συστημάτων και στη διαχείριση της επιχειρησιακής συνέχειας, iv. την κερδοφορία και το ευρύτερο επιχειρηματικό μοντέλο και v. τις ρυθμίσεις διακυβέρνησης. Αναγνωρίστηκε ότι η βαθμολογία που θα λάβουν τα πιστωτικά ιδρύματα ανά κατηγορία κινδύνου, οι πρόσθετες απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων (P2R) και η κατεύθυνση P2G ενδέχεται να παραμείνουν αμετάβλητες σε σχέση με το προηγούμενο έτος.

iii. Εφαρμογή του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9 – ΔΠΧΑ 9 (IFRS 9) 

iv. Ειδικές κανονιστικές παρεμβάσεις στο πλαίσιο της πανδημίας  

α. Επανακαθορισμός της μεταβατικής περιόδου για την εφαρμογή του ΔΠΧΑ 9 όσον αφορά τις προβλέψεις για την αναμενόμενη πιστωτική ζημία: Οι εν λόγω μεταβατικές ρυθμίσεις παρατάθηκαν κατά δύο έτη έως το 2024. Επιτρέπεται στα ιδρύματα να επαναπροσθέτουν πλήρως στο κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (CET1) κάθε αύξηση των προβλέψεων για νέες αναμενόμενες πιστωτικές ζημίες που αναγνωρίζουν το 2020 και το 2021 για περιουσιακά στοιχεία τους που δεν είναι απομειωμένης πιστωτικής αξίας. Το ποσοστό των προβλέψεων που αναγνωρίστηκε από το 2020 και το οποίο μπορεί να προστεθεί στο κεφάλαιο CET1 μειώνεται σταδιακά ως εξής: 100% το 2020, 100% το 2021, 75% το 2022, 50% το 2023 και 25% το 2024.

β. Προνομιακή μεταχείριση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων για τα οποία χορηγούνται εγγυήσεις από το δημόσιο τομέα στο πλαίσιο της πανδημίας COVID-19.

γ. Προσωρινά μέτρα σχετικά με τον υπολογισμό του δείκτη μόχλευσης: Έως τις 27 Ιουνίου 2021 μπορούν τα πιστωτικά ιδρύματα να αποκλείουν ορισμένα ανοίγματα έναντι κεντρικών τραπεζών από το μέτρο συνολικού ανοίγματος εάν η αρμόδια αρχή έχει αποφασίσει, σε συνεργασία με τη σχετική κεντρική τράπεζα και έχει δηλώσει δημοσίως ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις που καθιστούν αναγκαία την εξαίρεση προκειμένου να διευκολυνθεί η εφαρμογή νομισματικών πολιτικών.

δ. Προσωρινή αντιμετώπιση του δημόσιου χρέους που εκδίδεται στο νόμισμα άλλου κράτους – μέλους: επιτρέπεται η προνομιακή μεταχείριση των ανοιγμάτων προς τις κεντρικές κυβερνήσεις και τις κεντρικές τράπεζες των κρατών-μελών, εφόσον αυτά τα ανοίγματα είναι εκπεφρασμένα και χρηματοδοτούνται στο εθνικό νόμισμα άλλου κράτους-μέλους. Το μέτρο αυτό ισχύει έως τις 31 Δεκεμβρίου 2024 ως προς την εφαρμογή των προνομιακών συντελεστών στάθμισης και έως τις 31 Δεκεμβρίου 2025 ως προς την προνομιακή εφαρμογή των διατάξεων για τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα.

ε. Προσωρινή μεταχείριση μη πραγματοποιηθέντων κερδών και ζημιών που αποτιμώνται στην εύλογη αξία (prudential filter): Από την 1η Ιανουαρίου 2020 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2022, τα ιδρύματα μπορούν να αφαιρούν από τον υπολογισμό των μέσων κοινών μετοχών κατηγορίας 1 (CET1) μη πραγματοποιηθέντα κέρδη και ζημίες από κρατικά ομόλογα που αποτιμώνται στην εύλογη αξία. Αποτέλεσμα αυτού είναι ότι τα πιστωτικά ιδρύματα μπορούν να προσθέσουν ένα ποσοστό των μειώσεων στο κεφάλαιο CET1. Το ποσοστό αυτό που μπορεί να προστεθεί στις επόμενες περιόδους μειώνεται γραμμικά (100% το 2020, 70% το 2021, 40% το 2022).

5. ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΣΤΗΝ ΚΑΝΟΝΙΚΟΤΗΤΑ   

Σύμφωνα με τις εποπτικές αρχές, είναι εξαιρετικά σημαντικό τα πιστωτικά ιδρύματα να λάβουν έγκαιρα μέτρα για να ελαχιστοποιήσουν τις επιπτώσεις στον ισολογισμό τους και στους εποπτικούς τους δείκτες από την εκπνοή των μέτρων στήριξης (cliffedge effect), τα οποία περιλαμβάνουν κρατικές εγγυήσεις και αναστολή πληρωμών δανείων. Για το σκοπό αυτό, είναι σημαντικό πριν από τη λήξη των μέτρων στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων τα πιστωτικά ιδρύματα να καθορίσουν τη στρατηγική τους για την αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς και για την αναπλήρωση τυχόν κεφαλαίων που έχουν χρησιμοποιήσει στο πλαίσιο των παραπάνω μέτρων. Επίσης, τα πιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να εντοπίσουν και να συνεργαστούν με δανειολήπτες που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσχέρειες και να τους προσφέρουν βιώσιμες λύσεις για τις δανειακές τους υποχρεώσεις. Σημαντική είναι επίσης και η αναγνώριση ζημιών σε πρώιμο στάδιο για τη διαφάνεια του ισολογισμού των τραπεζών. Η αναγνώριση ζημιών μόνο μετά τη λήξη των προγραμμάτων αναστολής πληρωμών δόσεων/κρατικών εγγυήσεων θα ενίσχυε τον κίνδυνο ξαφνικής επιδείνωσης (cliff-edge effect) και θα μπορούσε να προκαλέσει μια απότομη διαδικασία απομόχλευσης και περιορισμού της πιστωτικής επέκτασης.

Διαβάστε ακόμη:

Τζόκοβιτς, Ναδάλ, Φέντερερ, Τσιτσιπάς: Οι «χρυσές» business των σταρ του τένις

Κινητή τηλεφωνία: Ανατροπή υπέρ των καταναλωτών – Τι αλλάζει

FT: Ο φόβος νέου lockdown «απειλεί» την τουριστική αγορά εργασίας