Την εκτίμηση πως η συνολική ρευστότητα, που θα «πέσει» στην αγορά έως τέλος του έτους, τόσο μέσα από τα κρατικά προγράμματα, όσο και από τις ίδιες τις τράπεζες, θα «αγγίξει» τα 18 δισ. ευρώ έκανε ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών (ΕΕΤ) και της Τράπεζας Πειραιώς, κ. Γιώργος Χατζηνικολάου.
«Τους τελευταίους μήνες μπορέσαμε να διοχετεύσουμε στην οικονομία πάνω από 3,5 δισ. ευρώ, μέσω του ΤΕΠΙΧ και του Ταμείου Εγγυοδοσίας. Ένα ποσό, που είναι πέραν της χρηματοδότησης, που έχουν δώσει οι τράπεζες μόνες τους. Στόχος μας είναι να διοχετεύσουμε πάνω από 13 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2020, συγκεκριμένα 2,5 δισ. ευρώ από όλα τα ΤΕΠΙΧ και περίπου 11 δισ. ευρώ μοχλευμένα από τα Εγγυοδοτικά Α’ και Β’. Και σε αυτά το ποσά πρέπει να προστεθούν επιπλέον εκείνα, που θα διαθέσει το τραπεζικό σύστημα, σύμφωνα με τους προγραμματισμούς για νέες χορηγήσεις.
Κατά τις εκτιμήσεις μας, η συνολική ρευστότητα, που θα πέσει στην αγορά, θα ξεπεράσει τα 18 δισ. ευρώ για εφέτος», τόνισε χαρακτηριστικά, στο πλαίσιο του Thessaloniki Helexpo Forum 2020, για να προσθέσει: «Στον πυρήνα του ενδιαφέροντός μας βρίσκονται πάντα οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, γιατί αυτές έχουν τη λιγότερη δυνατή πρόσβαση στη ρευστότητα. Να μην ξεχνάμε, ωστόσο, πως όλα αυτά τα προγράμματα έχουν τους δικούς τους περιορισμούς και προϋποθέσεις. Η μεγαλύτερη πρόκληση για το τραπεζικό σύστημα είναι να χρησιμοποιήσει τις δυνατότητές τους, χωρίς να υπερβεί τα όρια της φερεγγυότητας. Δυστυχώς, ενώ υπάρχει διάθεση να μεγαλώσουμε την περίμετρο των επιχειρήσεων, που θα λάβουν κεφάλαια, τόσο ‘χτυπάμε’ στο εμπόδιο της φερεγγυότητας».
Ο ίδιος επανέλαβε τη δέσμευση των τραπεζών να στηρίξουν με κάθε τρόπο την ελληνική επιχειρηματικότητα και ιδίως τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. «Κι αυτό δεν το κάνουμε μόνο, γιατί είναι προς συμφέρον μας να δώσουμε δάνεια, αλλά γιατί στηρίζοντας την επιχειρηματικότητα συμβάλλουμε στη διαφύλαξη των θέσεων εργασίας, στην ομαλή ροή ασφαλιστικών εισφορών και στα δημόσια έσοδα. Και πάνω από όλα διαφυλάττουμε την κοινωνική ευημερία», κατέληξε.
Αθηνά Χατζηπέτρου (ΕΑΤ): «Στις μικρές επιχειρήσεις τα 2,7 από τα συνολικά 5,2 δισ. ευρώ των κρατικών προγραμμάτων»
Κεφάλαια κίνησης, ύψους 5,2 δισ. ευρώ, που αντιστοιχούν σε 19.000 δάνεια, έχουν χορηγηθεί μέχρι σήμερα σε επιχειρήσεις μέσα από τα δύο βασικά χρηµατοδοτικά εργαλεία – το ΤΕΠΙΧ και το Ταµείο Εγγυοδοσίας – εκ των οποίων τα 2,7 δισ. ευρώ κατευθύνθηκαν σε μικρές επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με την πρόεδρο και διευθύνουσα σύμβουλο της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας (ΕΑΤ), κυρία Αθηνά Χατζηπέτρου, οι επιχειρήσεις µε µικρό αριθµό υπαλλήλων (έως 50 εργαζόµενοι) απορρόφησαν το 93% των δανείων (περίπου 17.500 δάνεια, μέσου όρου 200.000 ευρώ) και απο αυτά έχουν ήδη εκταµιευθεί τα δύο δισ. ευρώ. «Τα δάνεια σε επιχειρήσεις µε 50+ εργαζόµενους είναι µόλις το 7%, µε αξία 2,5 δισ. ευρώ και εκταµιεύσεις 1,5 δισ. ευρώ, με μέσο όρο τα 850.000 ευρώ. Εάν, όµως, κατατάξουµε τις επιχειρήσεις, όχι µε βάση τον αριθµό των εργαζοµένων, αλλά µε κριτήριο τον κύκλο εργασιών, τον τζίρο τους δηλαδή, συµπεραίνουµε ότι µικρές και πολύ µικρές επιχειρήσεις (µε τζίρο έως 100.000 ευρώ ) πήραν 2.350 δάνεια, συνολικού ύψους 100 εκατ. ευρώ, με μέσο όρο 45.000 ευρώ», ανέφερε, για να συνεχίσει: «Και αυτές τις επιχειρήσεις θέλουµε να υποστηρίξουµε µε συγκεκριµένο πρόγραµµα. Αυτό, ίσως, δικαιολογεί την στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης στο επόµενο στάδιο των προγραµµάτων να δοθεί έµφαση στη χρηµατοδότηση µικρών και πολύ µικρών επιχειρήσεων».
Υπενθυμίζεται ότι αύριο, Παρασκευή, ξεκινά ένα νέο πρόγραµµα χορήγησης δανείων, στο οποίο η ΕΑΤ επιδοτεί το επιτόκιο µέσω του ΤΕΠΙΧ, ύψους περίπου 850 εκατ. ευρώ, µε ρήτρα διατήρησης των θέσεων εργασίας, ενώ, ταυτόχρονα, δηµοσιεύεται και η πρόσκληση προς τις τράπεζες, για να προχωρήσει η δεύτερη φάση του Ταµείου Εγγυοδοσίας, που θα ανοίξει τον δρόµο για νέα δάνεια, ύψους περίπου τριών δισ. ευρώ. «Άρα µε ένα επιπλέον δισ. ευρώ µοχλεύονται περίπου 3,8 δισ. ευρώ στη δεύτερη φάση ΤΕΠΙΧ και Εγγυοδοτικού», τόνισε η επικεφαλής της ΕΑΤ, επιβεβαιώνοντας τις πληροφορίες, που ήθελαν κατά τη νέα φάση του Ταµείου Εγγυοδοσίας οι µικρές και οι πολύ µικρές επιχειρήσεις να χρηματοδοτούνται µε 2,5 δισ. ευρώ, σε σχέση µε το 1,5 δισ. ευρώ της πρώτης φάσης.