Μικροεπιχειρηματικότητα, νησιωτική οικονομία και πληθυσμιακή κάλυψη, πρωτογενής τομέας, γυναικεία και νεανική απασχόληση. Είναι μερικές μόνο από τις λιγότερες γνωστές οικονομικές και κοινωνικές πτυχές σε σχέση με τον ελληνικό τουρισμό, του οποίου η άμεση συνεισφορά διαμορφώνεται σταθερά πάνω από το 10% του ΑΕΠ, ενώ αν συνυπολογισθούν και τα πολλαπλασιαστικά οφέλη, η συνολική συνεισφορά του τουρισμού στην οικονομία της χώρας το 2023 αντιστοιχεί στα πέριξ του 30% του ΑΕΠ.
Στα λιγότερα γνωστά στοιχεία για τις οικονομικές επιπτώσεις του ελληνικού τουρισμού, αναφέρεται ο κ. Αρης Ικκος επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ) με αφορμή την εκδήλωση του Συνηγόρου του Πολίτη για την έκθεση της Αρχής με θέμα «Βιώσιμη Τουριστική Ανάπτυξη: Πλαίσιο, Υποδομές, Πόροι» .και την στρογγυλή τράπεζα που διοργανώθηκε για τις προοπτικές του κλάδου.
Σύμφωνα με τον κ. Ικκο, κατ’ αρχάς, με τη σημερινή πραγματικότητα για την παγκόσμια κατανομή εργασίας, ο τουρισμός αποτελεί «ίσως τη μοναδική οικονομικά βιώσιμη διέξοδο για το νησιωτικό χώρο αλλά και τον απομονωμένο παράκτιο και χερσαίο χώρο. Επακόλουθο αυτού είναι ότι στις περιοχές αυτές ο τουρισμός δεν αποτελεί μια από τις πολλές δραστηριότητες που αναπτύσσονται εκεί, αλλά καθορίζει την οικονομική και κοινωνική βιωσιμότητα τους, πρόκειται δηλαδή για τουριστικές οικονομίες».
Περαιτέρω, η τουριστική δραστηριότητα βασίζεται στη μικροεπιχειρηματικότητα με χιλιάδες μικρές επιχειρήσεις καταλυμάτων, εστίασης, τουριστικών προϊόντων, προμηθευτών τουριστικών επιχειρήσεων κλπ. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι κλάδοι καταλυμάτων και εστίασης, που αποτελούν βασικούς πυλώνες της τουριστικής δραστηριότητας, έχουν 110 χιλιάδες επιχειρήσεις, ή το 12% του συνόλου των επιχειρήσεων.
Περισσότερες επιχειρήσεις έχει μόνο ο τομέας χονδρικού και λιανικού εμπορίου και επισκευών οχημάτων. Στις τουριστικές περιοχές μεγάλος αριθμός και από αυτές τις επιχειρήσεις, ειδικά του λιανικού εμπορίου, ζουν από και εξυπηρετούν τον τουρισμό. «Με άλλα λόγια ο τουρισμός αποτελεί μια λαϊκή δραστηριότητα που βασίζεται σε χιλιάδες μικροεπιχειρήσεις», όπως αναφέρει ο κ. Ικκος.
Επιπλέον, ο κλάδος επιδρά θετικά στον πρωτογενή τομέα και τις βιοτεχνίες, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την ανάπτυξη της οινοπαραγωγής στην Σαντορίνη. Σύμφωνα μάλιστα με πρόσφατη μελέτη της diaNEOsis για τον αγροτικό τομέα στην Ελλάδα, περισσότερο από το 92% των προϊόντων που χρησιμοποιούνται στους κλάδους της διαμονής και της εστίασης προέρχεται από εγχώριους παραγωγούς.
Επίσης, το ότι η τουριστική ανάπτυξη είναι μεγαλύτερη από την ανάπτυξη άλλων κλάδων της οικονομίας, οφείλεται στη μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουρισμού έναντι των υπολοίπων κλάδων. Συγκεκριμένα, με βάση στοιχεία από το World Economic Forum, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 21η θέση ως προς την ανταγωνιστικότητά της στον τουρισμό, έναντι της 59ης που καταλαμβάνει η ελληνική οικονομία στο σύνολό της.
Στρέφοντας την προσοχή στα κοινωνικά θέματα, ένα ίσως από τα σημαντικότερα εθνικά θέματα αποτελούν οι αρνητικές δημογραφικές εξελίξεις όπου, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, προβλέπεται σημαντική μείωση του πληθυσμού τα επόμενα χρόνια. Σύμφωνα με τον επιστημονικό διευθυντή του ΙΝSETE, η οικονομική ανάπτυξη του νησιωτικού και απομονωμένου παράκτιου και χερσαίου χώρου συμβάλλει αποφασιστικά στην αποφυγή εγκατάλειψης και ερημοποίησής τους. Λαμβάνοντας υπόψη τις απογραφές πληθυσμού της ΕΛΣΤΑΤ, οι τουριστικές Περιφέρειες Νοτίου Αιγαίου και Κρήτης είναι οι μοναδικές Περιφέρειες που, μεταξύ 2011 και 2021, παρουσίασαν αύξηση μόνιμου πληθυσμού (+6,1% και +0,2% αντίστοιχα) έναντι μείωσης -3,1% σε εθνικό επίπεδο.
Ακόμα, όσο πιο τουριστικά αναπτυγμένη είναι μια Δημοτική Ενότητα τόσο μεγαλύτερες πιθανότητες είχε να αυξηθεί ο πληθυσμός της. Συγκεκριμένα, ενώ για το σύνολο της χώρας μόνο το 23% των Δημοτικών Ενοτήτων παρουσίασε αύξηση του πληθυσμού μεταξύ 2011 και 2021, το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 72% για τις πλέον ανεπτυγμένες τουριστικά Δημοτικές Ενότητες (όπως αυτές ορίζονται στο σχέδιο της Κυβέρνησης για το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τον Τουρισμό), ακολουθούμενες από τις Δημοτικές Ενότητες που χαρακτηρίζονται ως Αναπτυγμένες με 44%, τις Δημοτικές Ενότητες που χαρακτηρίζονται ως Αναπτυσσόμενες με 42%, τις Δημοτικές Ενότητες που χαρακτηρίζονται ως Περιοχές με δυνατότητες ανάπτυξης με 23% και τις Δημοτικές Ενότητες που χαρακτηρίζονται ως Μη αναπτυγμένες περιοχές με μόλις 13%.
«Προκύπτει δηλαδή σαφώς ότι ο τουρισμός, όχι μόνο δεν αντιμετωπίζεται αρνητικά από τον ελληνικό πληθυσμό, αλλά ότι συμβάλλει στην ανάσχεση της εγκατάλειψης περιοχών κάτι που, ειδικά για τα νησιά του Αιγαίου, έχει και εθνική σημασία».
Πέραν της μικροεπιχειρηματικότητας και της ευρύτερης διάστασης του κλάδου, ο ελληνικός τουρισμός δίνει διεξόδους απασχόλησης στις γυναίκες και τους νέους, κοινωνικές ομάδες που αντιμετωπίζουν δυσκολίες εισόδου στην αγορά εργασίας: Συγκεκριμένα, στην αιχμή της τουριστικής περιόδου το 2023, οι γυναίκες αντιπροσώπευαν το 47 % των απασχολούμενων στον τουρισμό έναντι 42% στους υπόλοιπους κλάδους και οι ηλικίες 15-29 αντιπροσώπευαν το 29% των εργαζομένων στον τουρισμό, έναντι 12% στους υπόλοιπους κλάδους της οικονομίας.
Διαβάστε ακόμη
«Καταιγίδα» πλειστηριασμών για βιομηχανικά ακίνητα (pics)
Καλώδιο Κρήτης – Κύπρου: Τα επόμενα βήματα για την ηλεκτρική διασύνδεση
Φορολογικά κίνητρα για startups
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα