© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Με τον κλάδο της φιλοξενίας και των ξενοδοχείων να απορροφά την τελευταία τριετία ποσοστό από 35% έως 40% επί του συνόλου των επενδύσεων σε ακίνητα της ελληνικής αγοράς, ο τουρισμός αποτελεί πλέον παραπάνω από… σταθερή αξία είτε για τους μεγάλους παίκτες, θεσμικά ονόματα και εταιρείες ανάπτυξης που επιχειρούν τώρα να διευρύνουν την παρουσία τους στον κλάδο, είτε για τις αλυσίδες του εξωτερικού, που επίσης επιχειρούν, από την πλευρά τους, να πάρουν θέση στους δημοφιλείς προορισμούς ανά την Ελλάδα.
Ten Brinke, Prodea Investments ΑΕΕΑΠ, ΗIG από το μέτωπο των θεσμικών κεφαλαίων και της ανάπτυξης, Rosewood, Louvre Hotels, Rocco Forte, Six Senses, Tapestry Collection by Hilton από το μέτωπο των διεθνών ξενοδοχειακών brands, είναι σε αυτή τη συγκυρία μεταξύ των μεγάλων ονομάτων που έχουν κλείσει ήδη ή αναζητούν νέα projects ανά την Ελλάδα.
Το υψηλό και συνεχιζόμενο ενδιαφέρον για τον κλάδο στη χώρα μας, που σημειώνει αξιοσημείωτη «ανθεκτικότητα» κατά κοινή διαπίστωση των μεγαλοσυμβούλων ακινήτων, αποτυπώθηκε προ ημερών και στο μεγάλο, ετήσιο συνέδριο ακινήτων της Prodexpo.
Σύμφωνα με τον κ. Γιάννη Παρασκευόπουλο, γενικό διευθυντή της γνωστής εταιρείας συμβούλων ακινήτων Δανός, η οποία συνεργάζεται με την BNP Paribas Real Estate, ο τομέας συνεχίζει να συγκεντρώνει σημαντικό ενδιαφέρον από ξένους επενδυτές, με ένα ποσοστό έως 40% των συνολικών επενδύσεων στον χώρο να αντιστοιχούν στον τουρισμό.
«Ο κλάδος επιδεικνύει ανθεκτικότητα και το επενδυτικό ενδιαφέρον, ακόμη και από θεσμικά κεφάλαια, παραμένει υψηλό, παρά το γενικότερο οικονομικό περιβάλλον, το υψηλό κόστος χρηματοδότησης, το υψηλό εργασιακό κόστος και τις δυσκολίες στην ανεύρεση προσωπικού.
Οι επενδύσεις σε ξενοδοχεία στο α’ εξάμηνο του 2023 αντιστοιχούν κοντά στα 320 εκατ. ευρώ (στο 40% περίπου επί του συνόλου) από τα 400 εκατ. ευρώ που ήταν περίπου το 2022 (35% επί του συνόλου) και τα 450 εκατ. ευρώ του 2021 (στο 37% επί του συνόλου)».
Αντίστοιχα, περαιτέρω πεδίον δόξης λαμπρό διαφαίνεται και για τις ξένες αλυσίδες στη χώρα μας που ναι μεν έχουν σαφώς ενισχύσει την παρουσία τους, ειδικά τα τελευταία χρόνια, ωστόσο προσώρας η Ελλάδα απέχει μακράν από τα νούμερα άλλων μεγάλων τουριστικών αγορών στην Ευρώπη: Όπως επισημαίνει στο «bs» ο κ. Βασίλης Φωτόπουλος, επικεφαλής του κλάδου φιλοξενίας από την εταιρεία συμβούλων Colliers Greece, καταγράφεται μεγάλο ενδιαφέρον από ξένα ξενοδοχειακά brands στην Ελλάδα, είτε για περαιτέρω ανάπτυξη είτε για νεοεισερχόμενους παίκτες:
«Στην Ελλάδα η παρουσία των διεθνών brands σε ό,τι αφορά ειδικά τον αριθμό των ξενοδοχείων, είναι μόνο στο 9% επί του συνόλου, όταν στην Ιταλία το αντίστοιχο ποσοστό είναι στο 22%, στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι πάνω από 50% ή και στο 55%, ενώ ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι 45%». Αν ληφθεί υπόψη ο συνολικός αριθμός των δωματίων, το ποσοστό αυτό ανεβαίνει, δεδομένου ότι το μέγεθος των μονάδων κάτω από διεθνή brands είναι συνήθως μεγαλύτερο.
Όμως, ακόμη κι έτσι, η Ελλάδα υπολείπεται σημαντικά σε σύγκριση με την υπόλοιπη Μεσόγειο ως προς το «επώνυμο» ξενοδοχειακό προϊόν. «Στην Ελλάδα συναντάμε κατά κόρον προσωπική, οικογενειακή ιδιοκτησία, με το συγκεκριμένο μοντέλο να λειτουργεί για πολλά χρόνια πολύ καλά, έχοντας και την ισχυρή παρουσία των μεγάλων ξένων tour operators στη χώρα ως προορισμού για «ήλιο και θάλασσα».
Οι μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις στήριζαν μέχρι σήμερα σημαντικό κομμάτι της δραστηριότητάς τους σε αυτό το μοντέλο κλείνοντας μεγάλα συμβόλαια με τους ξένους tour operators ώστε να έχουν ως ένα βαθμό εξασφαλισμένη μεγάλη ροή επισκεπτών έστω και με χαμηλότερο περιθώριο κέρδους.
Ωστόσο, οι συνθήκες και η φιλοσοφία του τουρισμού έχουν αλλάξει και διευρύνονται σταδιακά πέρα από τις παραδοσιακές διακοπές για «ήλιο και θάλασσα», με έμφαση πλέον και στην εμπειρία, ώστε να προσφέρεται κάτι περισσότερο στον επισκέπτη. Επίσης, η δεύτερη και τρίτη γενιά των Ελλήνων ξενοδόχων κατανοούν περισσότερο τώρα την αξία που μπορεί να δώσει ένα ξένο brand στο προϊόν τους.
Στην Ελλάδα, αυτήν τη στιγμή υπάρχει χώρος για επώνυμη ανάπτυξη σε όλες τις βαθμίδες φιλοξενίας, τόσο στο κομμάτι των πολυτελών αλυσίδων όσο και σε αυτό της πιο μεσαίας κατηγορίας – mid scale ή και των πιο οικονομικών αλυσίδων».
Τα brands
Ακριβώς προς αυτή την κατεύθυνση, της ανάπτυξης σε διαφορετικές κατηγορίες πολλαπλών ξενοδοχειακών brands από το χαρτοφυλάκιό του τόσο στην Αττική όσο και σε δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς ανά την Ελλάδα, στηρίζει τη στρατηγική του για τη χώρα μας ο ξενοδοχειακός κολοσσός της Hilton, έχοντας στην ομπρέλα του διεθνώς 22 διαφορετικά brands, με παρουσία σε 124 χώρες και προορισμούς, με πάνω από 7.300 μονάδες και 1,1 εκατομμύρια δωμάτια.
Κι ενώ οι εργασίες είναι σε πλήρη εξέλιξη στο εμβληματικό ακίνητο της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας, του πρώην «Hilton» της Αθήνας, για τον νέο τουριστικό προορισμό από το 2025 με το πρώτο ξενοδοχείο Conrad (από τα brands-ναυαρχίδες του ομίλου) και τις επώνυμες κατοικίες στο ίδιο σημείο (που έχουν πουληθεί στο σύνολό τους), ο όμιλος θα κάνει το ντεμπούτο του και στον Πειραιά, τελικά, με το brand Tapestry.
Το αρχικό πλάνο για την άφιξη του ομίλου στο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας ήταν για το brand Hampton σε συνεργασία με τον όμιλο Δουζόγλου από την πλευρά του ιδιοκτήτη, για τη μεταμόρφωση του πρώην ξενοδοχείου «Mistral» στην Καστέλα. Ωστόσο, τα πλάνα άλλαξαν τελικά στην πορεία και το Tapestryκρίθηκε καταλληλότερο για το λιμάνι, με ορίζοντα από το 2025 και μετά.
Την ίδια στιγμή, ο ξενοδοχειακός κολοσσός έχει επίσης δρομολογήσει σημαντική ανάπτυξη και για το εμπορικό σήμα της Curio Collection by Hilton, με συμφωνίες για έξι ξενοδοχεία -κάποια από τα οποία ήδη λειτουργούν ή βρίσκονται υπό ανάπτυξη- μόνο για το συγκεκριμένο brand που θα βάλει την υπογραφή του και στο ιστορικό «Πεντελικόν» στην Κηφισιά.
Tα Tapestry Collection by Hilton αποτελούν ένα χαρτοφυλάκιο με περισσότερα από 115 ξενοδοχεία, διαθέτοντας το καθένα μία μοναδικότητα και αποτυπώνοντας τα χαρακτηριστικά κάθε προορισμού, με έμφαση στον σχεδιασμό και την εμπειρία.
Στους άρτι αφιχθέντες στην ελληνική αγορά είναι πλέον η Rosewood, ένα από τα πολυτελή ονόματα φιλοξενίας που συζητιούνται εδώ και καιρό στη χώρα μας, ωστόσο τώρα ωρίμασαν οι συνθήκες για το πολυαναμενόμενο ντεμπούτο.
Το πρώτο ξενοδοχείο στην Κρήτη, κατόπιν της συμφωνίας με τα Phaea Resorts (Golf Residences SA, από την πλευρά του ιδιοκτήτη), σηματοδοτεί την είσοδο της αλυσίδας στην Ελλάδα από το 2025, όταν το «Blue Palace» θα ανοίξει εκ νέου τις πύλες του ως μέλος της Rosewood με νέα εικόνα.
Το resort θα σχεδιαστεί με την υπογραφή των K-Studio με 154 δωμάτια και σουίτες rooms, εκ των οποίων οι 85 θα διαθέτουν ιδιωτικές πισίνες.
H Rosewood Hotels & Resorts, με παρουσία από το 1979 στον χώρο της φιλοξενίας, διαχειρίζεται μία συλλογή από 32 μοναδικά ξενοδοχεία πολυτελείας, resorts και κατοικίες σε 19 χώρες, ενώ το όνομά της είχε ακουστεί ουκ ολίγες φορές και στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια για κορυφαίους προορισμούς, μεταξύ των οποίων και αυτός της Μυκόνου.
Αντίστοιχα έχει ακουστεί για το Νησί των Ανέμων πολύ έντονα και το όνομα της Rocco Forte, μία αλυσίδα με ιταλικό… αέρα από το 1996, η οποία αριθμεί σήμερα 15 ανεξάρτητα πολυτελή ξενoδοχεία και resorts σε «εξαιρετικά σημεία», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, σε δημοφιλείς ιταλικούς προορισμούς (Ρώμη, Φλωρεντία κ.α.), στο Εδιμβούργο, στο Λονδίνο, στο Μόναχο, στο Βερολίνο, στις Βρυξέλλες κ.λπ., με την αλυσίδα να έχει δρομολογήσει τρία νέα ανοίγματα για την περίοδο 2024-2025, κυρίως στην Ιταλία.
Διπλό άνοιγμα στην Ελλάδα σχεδιάζει η επίσης πολυτελής αλυσίδα Six Senses. Η είσοδος της Six Senses στην Ελλάδα ανακοινώθηκε την περασμένη άνοιξη, με την ανακοίνωση του «Six Senses Megalonisos», που προγραμματίζεται να αναπτυχθεί από την Grivalia Hospitality στο νότιο τμήμα της Μεγαλονήσου, μέρος του νησιωτικού συμπλέγματος των Πεταλιών, πολύ κοντά στην Αττική, σε ένα project 250 εκατ. ευρώ.
Συνολικής αξίας 150 εκατ. ευρώ θα είναι το νέο «Six Senses Resort» στο Πόρτο Χέλι με ορίζοντα το 2026, ένα έργο που χρηματοδοτείται από ομάδα εγχώριων και ξένων επενδυτών, συμπεριλαμβανομένων της CBE Capital και του fund της Taconic Capital (με σύμβουλο τη Cedar Capital) με έδρα τη Νέα Υόρκη, σε συνεργασία με την οικογένεια Γούτου, γνωστή από την εταιρεία κτηματομεσιτικών υπηρεσιών Golden Land Goutos.
Το χαρτοφυλάκιο της Six Senses περιλαμβάνει 22 πολυτελή resorts & spas, ενώ 41 έργα βρίσκονται υπό ανάπτυξη σε όλο τον κόσμο, από resorts και κέντρα ευεξίας έως ιδιωτικά clubs και πολυτελείς κατοικίες.
Επίσης, άνοιγμα στην ελληνική αγορά θέλει να κάνει και η Louvre Hotels Group, όπως επιβεβαίωσε κι επισήμως στο συνέδριο της Prodexpo ο κ. Ανταμ Κονίτσνι, διευθυντής Ανάπτυξης για τις περιοχές της Κεντρικής, Ανατολικής και Νότιας Ευρώπης του ομίλου με ιστορία άνω των 45 ετών, διαθέτοντας 1.700 μονάδες με κοντά 148.000 δωμάτια σε 60 αγορές, η συντριπτική πλειονότητα των οποίων είναι στην Ευρώπη.
Ο όμιλος διαθέτει ευρεία γκάμα ξενοδοχείων από 1 έως 5 αστέρια με τα brands Première Classe, Kyriad, Kyriad Direct, Tulip Inn, Tulip Residences, Campanile, Golden Tulip, Royal Tulip:
«Εχουμε μεγάλη διάθεση να αναπτυχθούμε στην Ελλάδα, η εταιρεία μας έχει πληθώρα ξενοδοχειακών προϊόντων, με 3 διαφορετικά brands στα ξενοδοχεία 3 και 4 αστέρων. Θέλουμε να μεγαλώσουμε στη χώρα και μέσω franchise ερχόμαστε με δικούς μας συνεργάτες που ήδη επενδύουν σε κράτη όπως η Ολλανδία και η Ουγγαρία και τώρα έρχονται να επενδύσουν στην Ελλάδα», δηλώνει ο διευθυντής ανάπτυξης του ομίλου που αποτελεί από το 2015 κομμάτι της Jin Jiang International, από τους σημαντικότερους παίκτες στον κλάδο της κινεζικής φιλοξενίας.
Εξ ου και η δήλωση του κ. Κονίτσνι ότι «η Κίνα είναι μία από τις τουριστικές αγορές που ενδιαφέρεται πολύ για την Ελλάδα, ιδίως μετά την COVID-19», με τους Κινέζους επισκέπτες να προτιμούν τον πολιτισμό περισσότερο από το προϊόν «ήλιος και θάλασσα», αποτελώντας τελικά ευκαιρία για τον ελληνικό τουρισμό ώστε να επιτύχει μεγαλύτερες επιδόσεις εκτός της υψηλής θερινής σεζόν προς τον στόχο της επιμήκυνσης.
Συνεχιζόμενο ενδιαφέρον
Την ίδια στιγμή, πέρα από τις ξένες αλυσίδες, ένα σημαντικό στοιχείο, τf5ώρα, σε αυτή τη συγκυρία του υψηλού κόστους χρηματοδότησης λόγω υψηλών επιτοκίων και ανόδου των τιμών των υλικών, είναι το συνεχιζόμενο ενδιαφέρον, το οποίο μάλιστα διευρύνεται από θεσμικά και λοιπά επενδυτικά κεφάλαια για τον ελληνικό τουρισμό.
Η μεγαλύτερη εγχώρια εισηγμένη Επενδυτική Ακινήτων, η Prodea Investments AEEAΠ, με ένα χαρτοφυλάκιο 378 ακινήτων σε διάφορες κατηγορίες (γραφεία, τραπεζικά καταστήματα, logistics, ξενοδοχεία, οικιστικά), αξίας 2,8 δισ. ευρώ, σκοπεύει να αυξήσει το μερίδιο του κλάδου φιλοξενίας με νέες επενδύσεις κυρίως στο κομμάτι του τουρισμού πολυτελείας.
Οι επιτελείς της ΑΕΕΑΠ δηλώνουν χαρακτηριστικά: «Σε ό,τι έχει να κάνει με τον τουρισμό, είναι ένας κλάδος που πιστεύουμε και από το 11% που αντιστοιχεί αυτή τη στιγμή στο σύνολο του χαρτοφυλακίου μας, θέλουμε να διπλασιάσουμε αυτό το ποσοστό κι ενδεχομένως να πάμε και ακόμη παραπάνω».
Έχοντας ήδη μία 15ετία στον κλάδο της ανάπτυξης ακινήτων στη χώρα μας, συμπεριλαμβανομένων και των «πέτρινων χρόνων» της κτηματαγοράς, η Ten Brinke Hellas, θυγατρική του φερώνυμου oλλανδικού ομίλου ανάπτυξης ακινήτων, σκοπεύει τώρα να αποκτήσει ενεργή δραστηριοποίηση στον κλάδο των ξενοδοχείων, με τις πληροφορίες να αναφέρουν ότι ήδη έχει πλάνα για ικανό αριθμό projects, φτάνοντας ακόμη και σε διψήφιο νούμερο στην ελληνική αγορά.
Η εταιρεία έχει αυτή τη στιγμή εγκεκριμένες επενδύσεις για νέες αναπτύξεις κυρίως σε οικιστικά, εμπορικά και γραφεία, που θα φτάσουν τα 250 εκατ. ευρώ για την περίοδο από το 2022 έως και το 2025, έχοντας υλοποιήσει την τελευταία δεκαπενταετία στη χώρα μας 120 έργα ανάπτυξης ακινήτων. Τώρα, όμως, σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο Φώτη Γιόφτσιο, «στα ξενοδοχεία σκοπεύουμε να φέρουμε νέους χρήστες στην Ελλάδα που θέλουν να δραστηριοποιηθούν στη χώρα στον συγκεκριμένο χώρο, όπου βλέπουμε μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης όχι μόνο από ξενοδόχους, αλλά και λοιπούς επενδυτές».
Από τα μεγάλα επενδυτικά ονόματα που συνεχίζουν και εντείνουν τις επενδύσεις στον κλάδο είναι το επενδυτικό κεφάλαιο της HIG Capital. Η τελευταία, μέσω του ξενοδοχειακού βραχίονα των Ella Resorts, έχει θέσει στόχο για 6.000 δωμάτια στην Ελλάδα και 10.000 δωμάτια στη Μεσόγειο τα επόμενα χρόνια, σύμφωνα με τους επιτελείς της Inventio, η οποία εκπροσωπεί τη HIG στη χώρα μας.
Πρόσφατα ο όμιλος προχώρησε στην απόκτηση μιας ακόμη ημιτελούς μονάδας στην Αττική, στην περιοχή της Αγίας Μαρίνας, το 10ο αισίως ξενοδοχείο στο υφιστάμενο χαρτοφυλάκιο των 3.500 δωματίων στη χώρα μας, ενώ έπονται και επόμενες κινήσεις στην Κρήτη.
Διαβάστε ακόμη
Αυτές είναι οι καλύτερες χώρες του κόσμου για τις fintech – Η θέση της Ελλάδας (πίνακες)
Κουφετοποιία Χατζηγιαννάκη: Μια γλυκιά ιστορία που κρατάει πάνω από 70 χρόνια
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ