search icon

Τουρισμός

Tα luxury resorts άντεξαν στον κορωνοϊό

Παρόλο που κατά μέσο όρο το κόστος διαμονής έφτανε ακόμα και τα 3.500 ευρώ την ημέρα, κάποια από τα υπερπολυτελή θέρετρα είχαν φέτος μία από τις καλύτερες σεζόν

Kόντρα στο ρεύμα και στα νούμερα της απόλυτης κατάρρευσης που παρουσιάζει ο τουρισμός στην Ελλάδα, αλλά και συνολικά σε όλη την Ευρώπη, τα υπερπολυτελή resorts αποδείχθηκαν ανθεκτικά στη σεζόν COVID-19.

Τι κι αν η μέση δαπάνη μπορεί να φτάνει σε ημερήσια βάση ακόμη και τα 3.500 ευρώ, η ιδιωτικότητα, η ασφάλεια, οι προσωποποιημένες υπηρεσίες και οι υψηλές παροχές, με γνώμονα πάντα τα υγειονομικά πρωτόκολλα, φαίνεται ότι έκαναν τη διαφορά για τους ξένους -κυρίως Ευρωπαίους- επισκέπτες που έφτασαν εν μέσω πανδημίας στη χώρα μας ακόμη και με ιδιωτικά αεροσκάφη. Πολυτελή θέρετρα όπως το «Amanzoe» στο Πόρτο Χέλι και το «Elounda Peninsula» στην Κρήτη είχαν τον φετινό Αύγουστο μία από τις καλύτερες σεζόν, ενώ μεγάλο μέρος της πελατείας του «Four Seasons» στον εμβληματικό «Αστέρα» Βουλιαγμένης, αλλά και στο επίσης luxury συγκρότημα «Costa Navarino» στη Μεσσηνία ήταν φέτος Ελληνες επισκέπτες.

«Costa Navarino» και «Amanzoe»

Kαλύτερα του αναμενομένου περί το 65% της περσινής χρονιάς, αλλά και με κατά πολύ αυξημένο κόστος λόγω των υγειονομικών μέτρων που χρειάστηκε να ληφθούν, εξελίχθηκε η σεζόν στο «Costa Navarino», όπου φέτος μεγάλο μέρος της πελατείας ήταν Ελληνες. Από τις ξένες εθνικότητες η πελατεία προήλθε κυρίως από Γερμανία, Ελβετία και Μεγάλη Βρετανία. Ωστόσο, ήταν εμφανές το έλλειμμα από τους Αμερικανούς, οι οποίοι παραδοσιακά επισκέπτονται το πολυτελές συγκρότημα, και τους Ρώσους, αφού οι δύο αυτές αγορές παρέμειναν κλειστές και μόλις τώρα, την περασμένη εβδομάδα, υπήρξε άνοιγμα σταδιακά από Ρωσία, με ελάχιστο αριθμό ταξιδιωτών -500 ανά εβδομάδα για το πρώτο διάστημα-, χωρίς όμως να υπάρχουν πτήσεις.

Πάντως, το επενδυτικό πρόγραμμα του ομίλου, συνολικού ύψους 250 εκατ. ευρώ, με ορίζοντα λειτουργίας της πρώτης φάσης το 2021, συνεχίστηκε μέσα στο καλοκαίρι, ακόμη και για τα δύο νέα γήπεδα γκολφ 18 οπών με την υπογραφή του Χοσέ Μαρία Ολαθάμπαλ, που αναμένεται να λειτουργήσουν την άνοιξη του 2022. Τα κεφάλαια έρχονται να προστεθούν στα 600 εκατ. ευρώ που έχουν επενδυθεί έως τώρα για την ανάπτυξη του συγκροτήματος και περιλαμβάνουν τις νέες περιοχές με τα νέα υπερπολυτελή resorts, μεταξύ των οποίων αρκετές νέες σουίτες, βίλες και μπάνγκαλοου.

Ειδικότερα ως προς τις φετινές επιδόσεις στην Πελοπόννησο, το «Amanzoe» είχε φέτος τον Αύγουστο καθαρό κέρδος 20% υψηλότερο από τον αντίστοιχο μήνα του 2019, μία χρονιά που ήταν, ως γνωστόν, τουριστικά εξαιρετική. Η καθαρή Μέση Ημερήσια Τιμή (ADR), χωρίς φόρους και κόστος πρωινού, για το πολυτελές resort έφτασε φέτος τα 2.050 ευρώ, «από τα υψηλότερα στην Ευρώπη», όπως σχολιάζει στο «business stories» ο κ. Μίλτος Καμπουρίδης, ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Dolphin. Η τελευταία έχει συνδέσει εξαρχής από το 2012 το όνομά της με το πολυτελές θέρετρο στο Πόρτο Χέλι, διατηρώντας τη διαχείριση, μετά τη συμφωνία εξαγοράς το 2018, με την Grivalia Ηospitality (85% η Grivalia Hospitality και 15% η Dolphin), ενώ στην ίδια περιοχή λειτουργεί και το 5άστερο «Nikki Beach Resort & Spa», συνιδιοκτησίας με την Invel, με την τελευταία να διατηρεί την πλειοψηφία.

Στο «Αmanzoe», η μέση δαπάνη ανά δωμάτιο, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών των επισκεπτών για εστίαση, δραστηριότητες, υπηρεσίες θαλασσοθεραπείας κ.τ.λ., έφτασε τα 3.500 ευρώ. «Η φετινή χρονιά συνοδεύτηκε με πολύ υψηλές επιδόσεις και πληρότητα που άγγιξε το 90% για το “Amanzoe”, το οποίο άνοιξε στο ξεκίνημα της σεζόν, στις 18 Ιουνίου, ενώ ακόμη υψηλότερα, στο 95%, ήταν η πληρότητα μέσα στον Αύγουστο για το “Nikki Beach”. Μπορώ να πω ότι η φετινή είναι η καλύτερη χρονιά και οι παράμετροι που μέτρησαν περισσότερο ήταν, πέραν του επιπέδου των υπηρεσιών, η ιδιωτικότητα και η ασφάλεια, παρά το γεγονός ότι υπήρξε έλλειμμα σε σχέση με μια βασική μας αγορά όπως είναι η αμερικανική. Το 40% της πελατείας του “Amanzoe” είναι από τη Βόρεια Αμερική και φέτος το κενό (σ.σ.: δεδομένου ότι η αμερικανική αγορά παρέμεινε κλειστή λόγω κορωνοϊού) καλύφθηκε τελικά από επισκέπτες από την Ευρώπη -Βρετανούς, Γάλλους, Ελβετούς, Γερμανούς-, αλλά και την Ασία. Στο “Nikki Beach”, που έχει εύκολη οδική πρόσβαση, υπήρξαν φέτος και πολύ περισσότεροι Ελληνες».

Ελούντα

Στην Κρήτη, με μέση τιμή 1.500 ευρώ τη βραδιά στις σουίτες, το «Elounda Peninsula» της οικογένειας του κ. Σπύρου Κοκοτού πέτυχε πληρότητα 84% το φετινό καλοκαίρι και αύξηση τζίρου σε σύγκριση με τον περσινό Αύγουστο, και μάλιστα χωρίς να κάνει εκπτώσεις και προσφορές, όπως επισημαίνουν οι επιτελείς του.
«Θεωρούμε ότι η κρίση της πανδημίας αποτελεί μια σημαντική ευκαιρία να στραφεί ο ελληνικός τουρισμός περισσότερο στην ποιότητα παρά στην ποσότητα – να σταματήσουμε να μετράμε όγκο και αφίξεις», δηλώνει στο «b.s.» o κ. Ηλίας Κοκοτός, πολύ περισσότερο δε από τη στιγμή που τα ελληνικά ξενοδοχεία έχουν προχωρήσει τα τελευταία χρόνια σε σημαντικές επενδύσεις αναβάθμισης.

«Από την πλευρά μας, για τη φετινή σεζόν, πέραν των παλιών, επαναλαμβανόμενων πελατών, στοχεύσαμε σε μεγάλο βαθμό στην πολύ ακριβή πελατεία που έρχεται στη χώρα με ιδιωτικά αεροπλάνα, και θα πρέπει να πω εδώ ότι ζητήσαμε και είχαμε τη βοήθεια από πλευράς της ελληνικής Πολιτείας και του υπουργείου Τουρισμού ώστε να ξεπεραστούν τα εμπόδια και να δοθούν οι απαραίτητες άδειες, εν μέσω ταξιδιωτικών περιορισμών, για να μπορέσουν να πετάξουν τα ιδιωτικά αεροσκάφη και να έρθουν στο νησί. Χαρακτηριστικό είναι ότι τόσο στο “Elounda Peninsula” όσο και στο άλλο μας ξενοδοχείο, το “Elounda Mare”, όλες οι ακριβές σουίτες και βίλες κατέγραψαν εξαιρετικά υψηλή πληρότητα τόσο τον Ιούλιο όσο και τον Αύγουστο».

Το «Εlounda Peninsula All Suite Hotel», που ολοκλήρωσε φέτος την πρώτη φάση της πλήρους ανακαίνισής του, συνολικού ύψους 7 εκατ. ευρώ, ήταν από τα πρώτα εποχικά καταλύματα που άνοιξαν το καλοκαίρι, στις 26 Ιουνίου, και πρόκειται να κλείσει τέλη Σεπτεμβρίου – αρχές Οκτωβρίου. Μάλιστα, σύμφωνα με τον κ. Κοκοτό, το γεγονός ότι ολοκληρώθηκε φέτος η πρώτη φάση της ανακαίνισης ήταν και ένας από τους λόγους για την υψηλή πληρότητα, πέρα φυσικά από την ιδιωτικότητα που προσφέρει η περιοχή για όσους ζητούν απομόνωση σε καιρό κορωνοϊού. Οι επενδύσεις θα συνεχιστούν τόσο στο ίδιο ξενοδοχείο όσο και στα άλλα δύο καταλύματα συμφερόντων της οικογένειας, του «Elounda Mare Hotel, Relais & Châteaux» και του «Porto Elounda Golf & Spa Resort». Το συνολικό επενδυτικό πρόγραμμα περιλαμβάνει την ανακατασκευή 20 σουιτών και βιλών, την προσθήκη μιας καινούριας παραθαλάσσιας βίλας 440 τ.μ. με δική της πισίνα και άμεση πρόσβαση στη θάλασσα, αλλά και την κατασκευή δύο ολοκαίνουριων κολυμβητικών δεξαμενών, των μεγαλύτερων στην περιοχή.

«Αστέρας» και «Four Seasons»

Στην Αττική ιδιαίτερη περίπτωση είναι το συγκρότημα του «Αστέρα» με το υπερπολυτελές «Four Seasons», όπου ο φετινός Αύγουστος κύλησε επίσης με θετικές επιδόσεις. «Ολοι οι επιχειρηματικοί τομείς της Astir Palace -ξενοδοχείο, παραλία, εστιατόρια- προσαρμόστηκαν αμέσως και πλήρως στις νέες συνθήκες και πέτυχαν από τις πρώτες κιόλας ημέρες λειτουργίας τους υψηλούς αριθμούς επισκεψιμότητας και πληρότητα που ξεπέρασαν τις αρχικές προσδοκίες», αναφέρει στο «b.s.» η κυρία Πέννυ Ζαγλαρίδου, διευθύνουσα σύμβουλος της Astir.
«Η πληρότητα του “Four Seasons Astir Palace” τον φετινό Αύγουστο ήταν αυξημένη κατά περίπου 4% σε σχέση με τον Αύγουστο του 2019, με βάση τα διαθέσιμα δωμάτια, ενώ η πληρότητα των μπάνγκαλοου κινήθηκε στα ίδια επίπεδα με το 2019.

Η Astir Beach, από τα μέσα Μαΐου που ξεκίνησε η λειτουργία των ιδιωτικών παραλιών, έχει καθημερινά πληρότητα σχεδόν στο 100%, ενώ σταθερά υψηλή επισκεψιμότητα έχει από το πρωί, με τους επισκέπτες της παραλίας, μέχρι το βράδυ και το “Privilege Beach House”, το νέο cafe-cocktail bar-restaurant της Astir Beach. Το “Matsuhisa Athens” σημείωσε συνολικά 5% αύξηση εσόδων (Αύγουστος 2019 – Αύγουστος 2020), επιβεβαιώνοντας σε μια δύσκολη σεζόν όπως η φετινή τη διαχρονική του αξία στον γαστρονομικό χάρτη της Αθήνας, ενώ και οι κρατήσεις στο “Beefbar Athens”, το νέο γαστρονομικό concept του “Αστέρα” που λειτουργεί εντός του “Four Seasons” από τα μέσα Ιουλίου, οπότε άνοιξε για πρώτη φορά, είναι ήδη δυσεύρετες».

Οσον αφορά τις εθνικότητες που ήρθαν φέτος στον «Αστέρα» και με δεδομένη την έλλειψη Αμερικανών τουριστών στην Αθήνα, η κυρία Ζαγλαρίδου αναφέρει ότι το ξενοδοχείο από τις 12 Ιουνίου, οπότε ξεκίνησε να λειτουργεί, μέχρι σήμερα είχε ένα μείγμα πελατών ανάλογο με τις εθνικότητες που μπορούσαν να ταξιδέψουν στην Ελλάδα και τους ταξιδιωτικούς περιορισμούς, με μεγάλο πάντως ποσοστό συμμετοχής Ελλήνων και Αγγλων επισκεπτών.

Στο ερώτημα τι γίνεται από εδώ και πέρα, η διευθύνουσα σύμβουλος της Astir αναφέρει: «Σε ό,τι αφορά το “Four Seasons Astir Palace”, δεδομένου ότι σταδιακά μπαίνουμε στην περίοδο όπου τα ξενοδοχεία της Αθήνας βασίζονται κυρίως στον συνεδριακό τουρισμό, το μέλλον είναι αβέβαιο, τουλάχιστον για τους χειμερινούς μήνες. Παραμένουμε όμως αισιόδοξοι και ευελπιστούμε ότι οι σχετικά υψηλές θερμοκρασίες και ο καλός καιρός θα συνεχίσουν να προσελκύουν όλους τους Ελληνες, τους Ευρωπαίους και όσους δεν έχουν ταξιδιωτικούς περιορισμούς από και προς την Ελλάδα.

Σε ό,τι αφορά συνολικά το συγκρότημα, παρακολουθώντας τις εξελίξεις και ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες των υγειονομικών αρχών, η Astir Palace θα συνεχίσει να ενισχύει το χαρτοφυλάκιό της με νέα concepts προχωρώντας σε νέα επιχειρηματικά ανοίγματα και επενδύσεις για την αναβάθμιση της περιοχής -με ύψιστο, πάντα, σεβασμό στο περιβάλλον-, επενδύοντας παράλληλα στους ανθρώπους και δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας.
Οι πρωτόγνωρες συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί στη μετά COVID-19 εποχή για τον διεθνή τουρισμό αποτελούν μια σημαντική πρόκληση τόσο για τον κλάδο συνολικά όσο και για την Astir Palace συγκεκριμένα. Τα μέχρι σήμερα στοιχεία σε ό,τι αφορά τη λειτουργία του “Αστέρα” Βουλιαγμένης, ωστόσο, μας δίνουν τη δυνατότητα να αισιοδοξούμε. Το γεωγραφικό σημείο, η ιστορία, η ταυτότητά μας, καθώς και η εμβληματική μας παρουσία στην Αθηναϊκή Ριβιέρα παρουσιάζουν μια δυναμική και εμπνευσμένη πρόταση στον χώρο της πολυτελούς φιλοξενίας στην Ελλάδα και διεθνώς.

Πολύ πρόσφατα, στο πλαίσιο της συνεργασίας μας με το Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών για τη διαχείριση και πιστοποίηση των βυθοκορημάτων στην περιοχή της Astir Marina, η Astir Palace ήρθε ακόμα ένα βήμα πιο κοντά στη δημιουργία μιας παγκοσμίου κλάσης μαρίνας, υπηρετώντας σταθερά την αειφόρο ανάπτυξη, ιδιαίτερα στην περιοχή της Βουλιαγμένης. Η ανάπλαση της Astir Marina αποτελεί βασικό πυλώνα της συνολικής επένδυσης της Astir Palace και περιλαμβάνει την αναβάθμιση της θαλάσσιας ζώνης, του ευρύτερου λιμενοβραχίονα, καθώς και τη δημιουργία υποδομών ήπιας ανάπτυξης στην ξηρά. Οι εργασίες ανάπλασης και ανακαίνισης στην Astir Marina θα ξεκινήσουν, βάσει του προγραμματισμού μας, εντός του 2020».

Exit mobile version