Ο Στίβεν Κινγκ δεν είναι μόνο ένας από τους πιο επιτυχημένους συγγραφείς παγκοσμίως – είναι επίσης και μία από τις δημοφιλέστερες προσωπικότητες των social media. Μόνο στο X του Έλον Μασκ έχει περισσότερους από 7 εκατομμύρια ακολούθους. Πλέον όμως ο Κινγκ φαίνεται πως… σιχάθηκε την πλατφόρμα: «Φεύγω από το Twitter. Προσπάθησα να μείνω, αλλά η ατμόσφαιρα έχει γίνει πλέον υπερβολικά τοξική».
Πέραν του Κινγκ, υπάρχουν και άλλοι διάσημοι που γυρνούν την πλάτη στο X, όπως η ηθοποιός Τζέιμι Λι Κέρτις, ο Τζιμ Κάρεϊ, ο μουσικός Moby και ο διάσημος δημοσιογράφος Ντον Λέμον.
Η Τζέιμι Λι Κέρτις ανέβασε στο Instagram ένα screenshot από τη διαγραφή του λογαριασμού της στο Χ, γράφοντας από κάτω: «Θεέ μου, δώσε μου τη δύναμη να μπορώ να δεχτώ τα πράγματα που δεν μπορώ να αλλάξω. Το κουράγιο να αλλάξω αυτά που μπορώ. Και τη σοφία να μπορώ να αντιληφθώ τη διαφορά». Και ενώ πολλά μέσα από το αριστερό μέρος του πολιτικού φάσματος συνεχίζουν να ποστάρουν στην πλατφόρμα, η βρετανική εφημερίδα Guardian αποχώρησε επίσης από το Χ.
Ένα φαινόμενο που παρατηρείται και στη Γερμανία
Στη Γερμανία παρατηρείται το ίδιο φαινόμενο. Από τις ποδοσφαιρικές ομάδες της Βέρντερ Βρέμης και της Ζανκτ Πάουλι έως τη Μπερλινάλε και την αλυσίδα σούπερ-μάρκετ Aldi Nord, ολοένα περισσότερες εταιρείες αποφασίζουν να διαγράψουν τις σελίδες τους στην πλατφόρμα. Η Aldi Nord το πήρε μάλιστα απόφαση, όταν το Χ αρνήθηκε να λάβει μέτρα κατά ορισμένων χρηστών που έγραψαν ρατσιστικά σχόλια για τα μοντέλα που εμφανίστηκαν σε ορισμένες δημοσιεύσεις της αλυσίδας σούπερ-μάρκετ. Το Kiez-Club του Αμβούργου, που ήταν ενεργό στην πλατφόρμα από το 2013 και είχε γύρω στους 250.000 ακολούθους, αποφάσισε επίσης να αποχωρήσει από το Χ, αναφέροντας χαρακτηριστικά πως στην πλατφόρμα «ο ρατσισμός και οι θεωρίες συνωμοσίας εξαπλώνονται ανεμπόδιστα ή και ενισχύονται, ενώ οι προσβολές και οι απειλές δεν τιμωρούνται και πλασάρονται ως δήθεν ελευθερία της έκφρασης».
Ο σύμβουλος social media Μάρτιν Φουξ παρατηρεί ότι από τότε που αγόρασε την πλατφόρμα ο Ίλον Μασκ, το άλλοτε Twitter χάνει ολοένα περισσότερο από το κύρος του στη Γερμανία. Από την πλατφόρμα φεύγουν εξάλλου και σημαντικές ΜΚΟ, πολιτικοί και δημοσιογράφοι – αν και το Χ εξακολουθεί να είναι ο σημαντικότερος χώρος διαλόγου για τις πολιτικές εξελίξεις στη Γερμανία, σύμφωνα με τον Φουξ. Αυτός είναι και ο λόγος που το SPD και ο Ρόμπερτ Χάμπεκ των Πρασίνων αποφάσισαν να επιστρέψουν στο Χ.
Πόσο μεγάλο είναι το πρόβλημα για το Χ;
Ο Ζίμον Χουρτς, ειδικός του Social Media Watchblog, τονίζει πως κανείς δεν θα μπορούσε να εκτιμήσει εκ των προτέρων με βεβαιότητα πόσο μαζική θα είναι εν τέλει η φυγή χρηστών από το Χ. «Το σίγουρο είναι όμως πως όσο μεγαλύτερος είναι ο λογαριασμός που διαγράφεται, τόσο πιο ηχηρό είναι το μήνυμα».
Πολλοί ενδεχομένως να πάρουν ως πρότυπο τους πολιτικούς, τις διασημότητες ή τις οργανώσεις που αποφασίζουν να φύγουν από την πλατφόρμα. Ωστόσο είναι άγνωστο πώς θα εξελιχθεί στο μέλλον το Χ – όπως και ποια πλατφόρμα θα συγκεντρώσει την πλειονότητα των δυσαρεστημένων χρηστών.
Μεγαλύτερος κερδισμένος το Bluesky
Ο Στίβεν Κινγκ άνοιξε λογαριασμό στο Threads, την εναλλακτική πλατφόρμα της Meta, η οποία μετρά περίπου 300 εκατομμύρια χρήστες προς το παρόν – και ο επικεφαλής της Meta Μαρκ Ζάκερμπεργκ θέλει φυσικά να αδράξει την ευκαιρία. Άλλοι πάλι προτιμούν τη μη εμπορική πλατφόρμα Mastodon. Ο μεγαλύτερος κερδισμένος μέχρι στιγμής είναι όμως η start-up Bluesky – εκεί όπου πήγαν η Τζέιμι Λι Κέρτος, η Βέρντερ Βρέμης και η Ζανκτ Πάουλι.
Το Bluesky έχει περίπου 20 εκατομμύρια χρήστες. Σε σύγκριση με το X και το Threads η πλατφόρμα είναι επομένως μικρότερη, αλλά αναπτύσσεται ταχύτατα – τον Σεπτέμβριο το Bluesky είχε μόλις 10 εκατομμύρια χρήστες. Μία εβδομάδα μετά τις αμερικανικές εκλογές το Bluesky αναδείχθηκε στην καλύτερη δωρεάν εφαρμογή του App Store για τις ΗΠΑ, ενώ στη Γερμανία βρίσκεται στη δεύτερη θέση στην κατηγορία των social media – πίσω από το Threads, αλλά μπροστά από το Telegram, το WhatsApp, το Facebook, το Discord και το Signal. Στη μαζική εισροή χρηστών στο Bluesky έπαιξε βέβαια ρόλο και η εξαγορά του Twitter από τον Μασκ.
Διαβάστε περισσότερα στη DW