Γράφει ο Σταύρος Λυγερός
Το γεγονός ότι την Κυριακή πήγε ένας στους τρεις εγγεγραμμένους στους εκλογικούς καταλόγους της ΠΓΔΜ να ψηφίσει στις κάλπες του δημοψηφίσματος είναι από μόνο του μία νίκη της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ο Ζάεφ ήλπιζε πως όσοι ήταν αντίθετοι με τη Συμφωνία των Πρεσπών θα διχάζονταν: ένα τμήμα τους θα πήγαινε στις κάλπες για να ψηφίσει ΟΧΙ και ένα άλλο θα επέλεγε το μποϊκοτάζ. Έτσι, και η συμμετοχή θα ξεπερνούσε το όριο των 700.000 που οι ίδιοι οι κυβερνώντες είχαν ατύπως θέσει και το ΝΑΙ θα επικρατούσε άνετα.
Τελικώς, όμως, απεδείχθη πως η θέση του Μίτσκοφσκι για κατά συνείδηση ήταν πλασματική και αποτέλεσμα των ασφυκτικών πιέσεων που του άσκησε η Μέρκελ και η Ουάσιγκτον. Ουσιαστικά το VMRO ποντάρισε στο μποϊκοτάζ και κέρδισε το πολιτικό στοίχημα και τις εντυπώσεις. Μόνο μία πολύ μικρή μειονότητα των ψηφοφόρων του πήγε στις κάλπες και ψήφισε ΟΧΙ.
Είναι, πάντως, αξιοσημείωτο πως η Δύση δεν βάζει μυαλό. Καθ’ όλη τη διάρκεια της προ του δημοψηφίσματος περιόδου, οι Δυτικοί έπαιξαν τα ρέστα τους για να υπάρξει μεγάλη συμμετοχή και βεβαίως για να κερδίσει το ΝΑΙ. Βομβάρδισαν το σλαβομακεδονικό στοιχείο με ένα μίγμα υποσχέσεων και απειλών. Ο πρόεδρος Τραμπ παρενέβη με επιστολή, ο Ζάεφ κλήθηκε στην Ουάσιγκτον και συναντήθηκε με τον αντιπρόεδρο Πενς, η Μέρκελ πήγε προσωπικά στα Σκόπια και έπιασε από τον λαιμό τον αρχηγό του VMRO, ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ και αξιωματούχοι της ΕΕ πήγαν επιτόπου για να πειθαναγκάσουν τους ψηφοφόρους. Μέχρι και ο πρώην πρόεδρος Μπους επιστρατεύθηκε.
Πιο ωμός, όμως, ήταν ο εκβιασμός που άσκησε, στο όνομα του προέδρου Μακρόν, ο Γάλλος πρέσβης στα Σκόπια Τιμονιέ, ο οποίος έθεσε το εξωφρενικό δίλημμα: «ή Βόρεια Μακεδονία ή Βόρεια Κορέα»! Κατά τα άλλα, τόσο ο ίδιος ο Ζάεφ, όσο και οι δυτικές κυβερνήσεις υπερτόνισαν σε αντιαισθητικό βαθμό όλα όσα παραπέμπουν στον Μακεδονισμό, προκειμένου να χαϊδέψουν τον εθνικισμό των ψηφοφόρων.
Όπως αποδείχθηκε για μία ακόμα φορά, οι ωμές και κραυγαλέες δυτικές παρεμβάσεις φέρνουν συνήθως το αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Προκαλούν μία αρνητική παλινδρόμηση στο εκλογικό σώμα. Είδαμε το φαινόμενο και στο δημοψήφισμα για το σχέδιο Ανάν στην Κύπρο πριν από 15 χρόνια και στο δημοψήφισμα στην Ελλάδα το 2015.
Το σημαντικότερο είναι, όπως φάνηκε από τις δηλώσεις και του αρμόδιου επιτρόπου της ΕΕ Χάν και του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ Στόλτενμπεργκ, η Δύση υποκρίνεται πως δεν βλέπει τον ελέφαντα που βρίσκεται στο κέντρο του δωματίου. Μιλάει για τη συντριπτική επικράτηση του ΝΑΙ, παρακάμπτοντας την καταλυτική απήχηση που είχε το μποϊκοτάζ. Πώς, όμως, να μην συμβεί αυτό, όταν κατά 90% πήγαν στις κάλπες μόνο όσοι ήθελαν να ψηφίσουν ΝΑΙ.
Η Δύση αντιδρά έτσι, επειδή θέλει ο Ζάεφ να προχωρήσει στον ίδιο δρόμο. Εξ ου κι αυτός δήλωσε πως θα συνεχίσει απτόητος προς τη συνταγματική αναθεώρηση. Είναι σαφές πως θα έδινε αυτή τη μάχη με πολύ καλύτερους όρους εάν είχαν ψηφίσει πάνω από 700.000. Ακόμα κι αν παρακάμψουμε το συνταγματικό όριο του 50% των εγγεγραμμένων, έχει καταλυτική πολιτική σημασία το γεγονός ότι όσοι ψήφισαν ΝΑΙ (περίπου 570.000) δεν είναι πλειοψηφία ούτε με μέτρο όσους ψήφισαν στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές (σχεδόν 1.200.000).
Και η σημασία καθίσταται ακόμα μεγαλύτερη, επειδή το ΝΑΙ και το μποϊκοτάζ δεν κατανεμήθηκαν περίπου ισομερώς στη σλαβομακεδονική πλειονότητα και στην αλβανική μειονότητα. Οι Αλβανοί ψήφισαν κατά 95% ΝΑΙ, ενώ μόνο ένας στους τρεις Σλαβομακεδόνες έπραξε το ίδιο. Το γεγονός αυτό προσδίδει στον διχασμό που προκάλεσε η Συμφωνία των Πρεσπών και μία εθνοτική διάσταση, η οποία εκ των πραγμάτων τροφοδοτεί την υποφώσκουσα αντίθεση των δύο σύνοικων στοιχείων.
Οι Σλαβομακεδόνες νοιώθουν ότι για ένα τόσο κρίσιμο ζήτημα του κράτους τους, αποφασιστικό ρόλο παίζουν οι Αλβανοί, οι οποίοι κατά κανόνα εμπνέονται από τα δικά τους εθνικιστικά ιδεώδη κι όχι από τον Μακεδονισμό. Με άλλα λόγια, εκ των πραγμάτων επανέρχονται στην επιφάνεια οι αποκλίνουσες εθνικές επιδιώξεις, γεγονός που ενδέχεται να τροφοδοτήσει μία αποσταθεροποιητική δυναμική.
Είναι αξιοσημείωτο πως ο Ζάεφ είχε φροντίσει πριν ανοίξουν οι κάλπες να ακυρώσει το κριτήριο της συμμετοχής. Για την ακρίβεια, είχε δηλώσει ότι η αποχή δεν υπολογίζεται και πως το αποτέλεσμα θα προκύψει από όσους ψηφίσουν. Με τον τρόπο αυτό προσπάθησε να παρακάμψει τη συνταγματική διάταξη για συμμετοχή πάνω από 50%. Εδώ και αρκετό καιρό, άλλωστε, από το κυβερνητικό στρατόπεδο στα Σκόπια διακινείται η ερμηνεία πως το συνταγματικό όριο δεν ισχύει γι’ αυτό το δημοψήφισμα, επειδή είναι συμβουλευτικού και όχι δεσμευτικού χαρακτήρα.
Μπορεί ο Ζάεφ να έχασε πολιτικά τη μάχη του δημοψηφίσματος, αλλά δεν έχει ακόμα χάσει τον πόλεμο. Το επόμενο στοίχημά του είναι στις ψηφοφορίες στο Κοινοβούλιο για τη συνταγματική αναθεώρηση να καταφέρει να συγκεντρώσει την αναγκαία πλειοψηφία των 80 βουλευτών. Αυτό σημαίνει πως με κάποιον τρόπο πρέπει να αποσπάσει από το VMRO τον αριθμό βουλευτών που θα συμπληρώσει τον μαγικό αριθμό 80.
Πριν το δημοψήφισμα, πηγές στα Σκόπια επέμεναν πως με τη βοήθεια της Δύσης σχεδόν τους είχε εξασφαλίσει. Ας σημειωθεί ότι αρκετοί πρώην υπουργοί και βουλευτές της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι υπόδικοι και κάποιοι εξ αυτών έχουν καταδίκες. Ειδικά σ’ αυτούς τους αδύναμους κρίκους δίνονται υποσχέσεις και από την κυβέρνηση Ζάεφ και από δυτικές κυβερνήσεις ότι θα απαλλαγούν εάν υπερψηφίσουν τη συνταγματική αναθεώρηση. Υπάρχουν και ελάχιστοι βουλευτές του VMRO, οι οποίοι συμμετείχαν στο δημοψήφισμα και οι οποίοι ενδεχομένως να υπερψηφίσουν τη συνταγματική αναθεώρηση.
Το μόνο σίγουρο είναι πως τόσο η κυβέρνηση Ζάεφ όσο και σύσσωμη η Δύση θα παίξουν τα ρέστα τους για να προκαλέσουν την αποστασία των βουλευτών που η σημερινή συμπολίτευση χρειάζεται για να περάσει τις αλλαγές στο Σύνταγμα. Αναμφιβόλως, για να επιτευχθεί ο σκοπός θα χρησιμοποιηθούν όλα τα μέσα, από τον εκβιασμό μέχρι τον χρηματισμό και την υπόσχεση για ρόλους και αξιώματα. Το εάν οι Δυτικοί θα τα καταφέρουν ή θα σπάσουν τα μούτρα τους μένει να αποδειχθεί στην πράξη. Το διακύβευμα, άλλωστε, δεν είναι η διευθέτηση της διένεξης με την Ελλάδα για το όνομα, αλλά η ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και ως εκ τούτου ο σχεδόν εξοβελισμός της Ρωσίας από τα Βαλκάνια.
Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, πάντως, συνιστά νίκη της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Μπορεί να μην έχει θεσμικό αντίκρισμα, αλλά στο πολιτικό επίπεδο αναμφισβήτητα συσπειρώνει την παράταξη και ως εκ τούτου λειτουργεί αποτρεπτικά όσον αφορά διαρροές και αποστασίες στο επίπεδο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας. Με άλλα λόγια κάνει δυσκολότερο το έργο και του Ζάεφ και της Δύσης. Τίποτα, ωστόσο, δεν μπορεί να αποκλεισθεί.
Εάν τελικώς ο πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ δεν καταφέρει να πραγματοποιήσει τη συνταγματική αναθεώρηση, όπως ανακοίνωσε, θα προκηρύξει εκλογές. Περιττό να τονισθεί πως εάν φθάσει σ’ εκείνο το σημείο, πιθανότατα θα χάσει και τις εκλογές και την εξουσία. Υπενθυμίζουμε ότι κατάφερε να σχηματίσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία, επειδή, με την προτροπή της Ουάσιγκτον, όλα τα αλβανικά κόμματα συνέπραξαν μαζί του. Ουσιαστικά έσπασε η παράδοση που το ένα αλβανικό κόμμα συνεργαζόταν με το ιδεολογικοπολιτικά αντίστοιχο σλαβομακεδονικό.