Τα «γεράκια» πήραν «κεφάλι» στην ευρωζώνη και μετά την ιστορική αύξηση επιτοκίων κατά 0,75 της μονάδας πιέζουν τώρα για νέα ισόποση αύξηση τον Οκτώβριο.
Οι πιέσεις όσων ζητούν και νέα μεγάλη αύξηση επιτοκίων μεγαλώνουν, παρά το γεγονός ότι θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι η ευρωζώνη θα πέσει τελικά σε οικονομική ύφεση, ενώ την ίδια στιγμή η αστάθεια στο χρηματιστήριο ενέργειας απειλεί να προκαλέσει ακόμα και ένα «επεισόδιο τύπου Lehman Brothers» στον ενεργειακό κλάδο.
Την περασμένη εβδομάδα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανέβασε το επιτόκιο με το οποίο δέχεται καταθέσεις των εμπορικών τραπεζών στο 0,75% από το μηδέν, μια κίνηση που είναι η μεγαλύτερη στην ιστορία της, με εξαίρεση μια ισόποση τεχνική προσαρμογή που είχε κάνει το 1999 λίγες ημέρες μετά την υιοθέτηση του ευρώ.
Πριν καλά-καλά οι αγορές αφομοιώσουν την κίνηση, ο αρχηγός των «γερακιών» στην ευρωζώνη, ο Γιοακίμ Νάγκελ, επικεφαλής της γερμανικής κεντρικής τράπεζας (Μπούντεσμπανκ) έσπευσε να δηλώσει στο γερμανικό ραδιόφωνο ότι μια αντίστοιχη κίνηση θα είναι αναγκαία και τον Οκτώβριο, εάν οι πληθωριστικές πιέσεις επιμείνουν.
Το ότι ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη θα συνεχίσει ανοδικά είναι βέβαιο, άλλωστε ο ίδιος ο Γερμανός κεντρικός τραπεζίτης στην ίδια συνέντευξη προέβλεψε ότι ο τιμάριθμος μπορεί να φτάσει και το 10% μέχρι το τέλος της χρονιάς, για να υποχωρήσει μέσα στο 2023, όχι πάντως κάτω από το 6%.
Τον κίνδυνο που υπάρχει να ενισχυθεί η ύφεση από την αύξηση των επιτοκίων, επισήμανε την περασμένη εβδομάδα ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος τόνισε ότι χρειάζονται προσεκτικά βήματα διότι μπορεί να υπάρξουν απώλειες στην παραγωγή.
Ο κ. Στουρνάρας ανέφερε ότι το λεγόμενο «ουδέτερο» επιτόκιο -εκείνο δηλαδή που κρατά τον πληθωρισμό σταθερό χωρίς να εμποδίζει την οικονομική δραστηριότητα- υπολογίζεται μεταξύ 1,5 και 2%, κάτι που σημαίνει ότι επίκεινται και άλλες αυξήσεις.
Την ίδια στιγμή, το βασικό επιτόκιο της αμερικανικής ομοσπονδιακής τράπεζας (FED) βρίσκεται ήδη στο 2,25%-2,5% ύστερα από τέσσερις αυξήσεις και η κρατούσα εκτίμηση είναι ότι θα συνεχίσει να αυξάνεται μέχρι να φτάσει στο 4%.
Οι κινήσεις της FED αναγκάζουν και την ΕΚΤ να ακολουθεί, παρότι η οικονομία της ευρωζώνης βρίσκεται σε χειρότερη θέση και εξαρτάται σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από την ενέργεια -αντίθετα με τις ΗΠΑ οι οποίες είναι ενεργειακά αυτάρκεις και εξάγουν πετρέλαιο και φυσικό αέριο.
Παρ όλα αυτά, οι εξελίξεις δείχνουν ξεκάθαρα ότι η ΕΚΤ μετατοπίζεται και υιοθετεί τη γραμμή της σφιχτής νομισματικής πολιτικής, παρά το γεγονός ότι κάτι τέτοιο θα πλήξει την οικονομική δραστηριότητα και θα επιδεινώσει την οικονομική ύφεση η οποία είναι επί θύραις.
Η ίδια η ΕΚΤ ταυτόχρονα με την αύξηση των επιτοκίων προσάρμοσε προς τα πάνω τις προβλέψεις για τον πληθωρισμό και προς τα κάτω εκείνες για το ρυθμό οικονομικής δραστηριότητας προϊδεάζοντας στασιμότητα στο τελευταίο τρίμηνο του 2022 και ύφεση το 2023 στο «κακό» σενάριο.
Το «κακό» σενάριο επιβεβαιώνεται συστηματικά τους τελευταίους μήνες, καθώς η εξέλιξη στην αγορά ενέργειας πάει από το κακό στο χειρότερο και ο φετινός χειμώνας προβλέπεται χειρότερος από τον προηγούμενο, καθώς τα πράγματα δείχνουν να οδηγούνται σε πλήρη διακοπή των ροών ρωσικού φυσικού αερίου, κάτι που θα κρατήσει τις τιμές της ενέργειας ψηλά, παρασύροντας συνολικά και τον πληθωρισμό.
Η Ε.Ε. επιχειρεί να αντιμετωπίσει την κατάσταση με πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου, ενώ η ομάδα των 7 πιο ανεπτυγμένων χωρών προωθεί πλαφόν στις τιμές ρωσικού πετρελαίου, αλλά το μέτρο, πέρα από το ότι προκαλεί την αντίδραση της Ρωσίας με πλήρη διακοπή των ροών δεν είναι βέβαιο ότι θα πετύχει καθώς έχει αρκετές δυσκολίες εφαρμογής ενώ ίσως δεν υιοθετηθεί από άλλους μεγάλους εισαγωγείς όπως η Κίνα, η Ινδία και η Τουρκία.
Από την άλλη πλευρά, οι ευρωπαϊκές χώρες υιοθετούν σημαντικά πακέτα στήριξης τόσο των καταναλωτών όσο και των εταιρειών ενέργειας.
Στόχος είναι αφενός να μετριαστούν οι κοινωνικές αντιδράσεις που τροφοδοτούν πολιτική δυσαρέσκεια και αποσταθεροποιούν τις κυβερνήσεις, αλλά και να αποτρέψουν κατάρρευση μεγάλων ενεργειακών εταιρειών, που θα μπορούσε να προκαλέσει ένα γενικότερο κραχ, ένα «επεισόδιο Lehman Brothers στην Ενέργεια», όπως χαρακτηριστικά είπε προ ημερών ο Φινλανδός υπουργός Ενέργειας, όταν χρειάστηκε να δοθεί επείγουσα πιστωτική γραμμή 2,3 δισ. ευρώ στην εταιρεία Fortum Oyj της χώρας του, για να καλύψει τα ανοίγματα που είχε στο χρηματιστήριο ενέργειας.
Την περασμένη εβδομάδα επείγουσα χρηματοδότηση για ενεργειακές εταιρείες χρειάστηκε στη Σουηδία, τη Φινλανδία και τη Βρετανία, για να καλύψουν τις εγγυήσεις που ήταν απαραίτητες για τις θέσεις τους στα χρηματιστήρια ενέργειας.
Η αύξηση των τιμών σημαίνει ότι οι εταιρείες έπρεπε να δώσουν περισσότερα χρήματα ως εγγύηση (margin calls) για τα διάφορα συμβόλαια ενεργειακών αγαθών που διαπραγματεύονται προκειμένου να διασφαλίσουν απρόσκοπτη προμήθεια πρώτων υλών. Στο περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί κάποιες ενεργειακές εταιρείες αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας.
Ταυτόχρονα, τα πακέτα στήριξης που ανακοινώνουν η μία μετά την άλλη οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, αφενός δεν καλύπτουν πλήρως τις απώλειες που έχουν οι πολίτες -και επομένως δεν εκτονώνουν την δυσαρέσκεια και το πολιτικό κόστος– ενώ από την άλλη βοηθούν στο να διατηρείται ισχυρή η ζήτηση για ενεργειακά αγαθά και να σπρώχνει τις τιμές ψηλότερα.
Διαβάστε ακόμη
Έρχονται λουκέτα και σε μαγαζιά που πουλάνε «μπόμπες»
Οικογένεια Αγούδημου: Άλλαξε χέρια η μεζονέτα στη Βουλιαγμένη – Ποια ακίνητα ακολουθούν
Οι ξένες αεροπορικές – εκτός Ryanair – επενδύουν στον προορισμό Αθήνα