Ήταν 2009. Η Ελλάδα είχε ήδη μπει σε μια πρωτοφανή κρίση. Ο εφιάλτης είχε μόλις ξεκινήσει και η χώρα μας ήταν πρώτο θέμα στα δελτία ειδήσεων όλου του κόσμου. Εκείνες τις μέρες, ο επικεφαλής της Fed, της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, Μπεν Μπερνάνκε, απειλούσε να «καθίσει στο σκαμνί» κορυφαίους Αμερικανούς τραπεζίτες, εάν αποδεικνυόταν ότι πόνταραν υπέρ της χρεοκοπίας της Ελλάδας, επιδεινώνοντας την οικονομία της.

Λίγο αργότερα, οι αναλυτές προσπαθούσαν να βρουν τρόπο να σταματήσει η εκροή χρήματος από τις ελληνικές τράπεζες, χρησιμοποιώντας το «Μοντέλο Ντάιαμοντ – Ντίμπβιγκ».

Τα παραπάνω τρία ονόματα από χθες είναι τα πιο πολυσυζητημένα των ημερών. Γεγονός λογικό, εάν σκεφτεί κανείς ότι γράφτηκαν με χρυσά γράμματα στο πάνθεον αυτών των επιστημόνων που πήραν ένα βραβείο Νόμπελ. Για εμάς, τους Έλληνες, ωστόσο, είναι ή θα έπρεπε να είναι λίγο περισσότερο… γνωστά. Κι αυτό λόγω του ρόλου που διαδραμάτισαν, με παρεμβάσεις τους, φανερά ή χωρίς την παρουσία τους (αλλά με την προηγούμενη δουλειά τους) στην ελληνική κρίση.

Οι δύο «άγνωστοι»

Το 2018, ο καθηγητής Διακεκριμένων Υπηρεσιών στα Χρηματοοικονομικά στην έδρα Merton H. Miller, Booth School of Business, University of Chicago, Ντάγκλας Ντάιαμοντ, βρέθηκε στην Ελλάδα. Ήταν προσκεκλημένος του Ιδρύματος Ωνάση. Θα έφευγε από τη χώρα μας με ένα πλατύ, πολύ πλατύ χαμόγελο. Γιατί θα αποκόμιζε μια διάκριση την οποία θα πρόσθετε στο «παλμαρέ» του.

Ο Ντάιαμοντ ήταν ένας από τους πέντε κορυφαίους ακαδημαϊκούς, στους οποίους απονεμήθηκαν τα διεθνή Βραβεία Ωνάση εκείνης της χρονιάς, για τον αντίκτυπο της δουλειάς τους στην καθημερινότητα εκατομμυρίων ανθρώπων. Ο Ντάγκλας Ντάϊαμοντ τιμήθηκε με το Βραβείο Χρηματοοικονομικών ως αυθεντία στη διαχείριση μαζικής απόσυρσης καταθέσεων και στις κρίσεις ρευστότητας.

Δεν είναι τόσο απλό όσο ακούγεται αυτό που έχει κάνει. Ο Ντάιαμοντ, μαζί με τον Φίλιπ Ντίμπβιγκ (καθηγητή του Olin Business School of Washington University) που επίσης τιμήθηκε με Νόμπελ, θεωρούνται οι δύο «πατέρες της μοντέρνας τραπεζικής θεωρίας». Η θεωρία αυτή είναι γνωστή και ως «Μοντέλο Ντάιαμοντ – Ντίμπβιγκ». Σε απλά λόγια, μελετώντας τα δεδομένα του «Κράχ του ’29», οι δύο επιστήμονες λένε ότι σε περιπτώσεις που οι επενδυτές πανικοβάλλονται και γίνεται ένα «bank run», η ενδεδειγμένη λύση δεν είναι το κλείσιμο της τράπεζας και η απαγόρευση των συναλλαγών.

Αντίθετα, λένε πως ένας καλύτερος τρόπος για να προληφθούν οι εκροές καταθέσεων είναι να υπάρχει εξασφάλιση των καταθέσεων από την κυβέρνηση ή την κεντρική τράπεζα. Μια τέτοια εξασφάλιση είναι μια ασφάλεια, η οποία πληρώνει τους καταθέτες εν συνόλω ή εν μέρει για τις απώλειές τους σε περίπτωση bank run. Οι δύο επιστήμονες λένε ότι εάν οι καταθέτες γνωρίζουν ότι θα πάρουν τα χρήματά τους πίσω ακόμα και σε μια υπόθεση εκροής καταθέσεων λόγω πανικού, δεν έχουν λόγο να συμμετάσχουν σε αυτό τον πανικό.


Ντάγκλας Ντάιαμοντ

Η θεωρία τους συζητήθηκε πολύ με την κρίση του 2008, η οποία χτύπησε την Ελλάδα και τελικά είχε οδηγήσει σε capital controls. Ήταν πολλοί οι οικονομολόγοι που έλεγαν ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα έπρεπε να διασφαλίσει τις καταθέσεις ώστε να στηρίξει το ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα, προλαμβάνοντας ένα bank run.

Οι δύο επιστήμονες άλλαξαν τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι βλέπουν τις τράπεζες, μέσα από την πρωτοποριακή τους έρευνα. Και έδειξαν το πώς πρέπει να προσεγγίζουν τη σύγχρονη χρηματοοικονομική δραστηριότητα οι κεντρικοί τραπεζίτες, οι νομοθέτες, οι ρυθμιστικές αρχές και οι ακαδημαϊκοί. Η ερευνητική τους ατζέντα έχει, εδώ και περίπου μισό αιώνα, επικεντρωθεί στην επεξήγηση του τι κάνουν οι τράπεζες, γιατί το κάνουν και ποιες είναι οι συνέπειες από αυτά που κάνουν.

Ο Μπερνάνκε

Η περίπτωση του Μπερνάνκε είναι ελαφρώς πιο… ευρείας κατανάλωσης. Ο πρώην καθηγητής του Princeton «χρεώνεται» ότι βοήθησε να προληφθεί μια παγκόσμια οικονομική κατάρρευση στα τέλη της δεκαετίας του 2000 και την επανεκκίνηση της ανάκαμψης της μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου, με το επιχείρημα ότι η αμερικανική οικονομία είναι «ο ενήλικος στο δωμάτιο». Η φράση αυτή σήμαινε ότι εκτός από την κεντρική τράπεζα, οι πολιτικοί είναι αυτοί που συγκρατούν την οικονομία από την πτώση από έναν δημοσιονομικό γκρεμό.

Για εμάς, στην Ελλάδα, ο Μπερνάνκε έπαιξε σημαντικό ρόλο στον τρόπο που αντιμετωπίστηκε η κρίση. Ως πρόεδρος της Fed, διατήρησε αμετάβλητη τη στάση του ως υπέρμαχος της ποσοτικής χαλάρωσης (QE) για την ανάκαμψη της χώρας μας. Παράλληλα, στάθηκε ενώπιον του Κογκρέσου και εξήγησε ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ εξέτασε εάν η Goldman Sachs και άλλες φίρμες της Wall Street χειροτέρευσαν την ελληνική κρίση και επιβάρυναν την παγκόσμια οικονομία, ποντάροντας στο ότι η Ελλάδα θα χρεοκοπούσε. Τότε έλεγε πως «η χρήση τέτοιων εργαλείων με τρόπο που μπορεί να αποσταθεροποιήσει μια εταιρεία ή μια χώρα, είναι αντιπαραγωγική».

Αργότερα, έστρεψε τα βέλη του προς την Ευρώπη, λέγοντας ότι η μείωση των οικονομικών ανασφαλειών στη Γηραιά αποτελεί θετική εξέλιξη για τις ΗΠΑ και κάλεσε τους Ευρωπαίους ηγέτες να ενισχύσουν το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα.

Και μετά το τέλος της θητείας του στη Federal Reserve Bank, όμως, ως υψηλόβαθμος σύμβουλος του επενδυτικού κολοσσού Pimco, ο Μπερνάνκε συνέχισε να παρεμβαίνει στο ελληνικό ζήτημα, προτείνοντας δομικές αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας της Ευρωζώνης. Μνημειώδες ήταν το άρθρο του με τίτλο «Ελλάδα και Ευρώπη: Η Ευρώπη τηρεί τα δικά της υπεσχημένα;».

Τα μέτρα που πρότεινε, απηχούσαν όχι μόνο τις δικές του απόψεις, αλλά και τη λογική της κυβέρνησης των ΗΠΑ και γνωστών Αμερικανών οικονομολόγων, όμως προσέκρουαν σε συγκεκριμένες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προεξάρχοντος του Βερολίνου.

Ο Μπερνάνκε έγραφε ότι «κατ’ αρχάς οι διαπραγματεύσεις πάνω στο προφανώς δυσβάσταχτο βάρος του χρέους της Ελλάδας θα πρέπει να βασίζονται σε συγκεκριμένες υποθέσεις σχετικά με την ευρωπαϊκή ανάπτυξη. Αν η ευρωπαϊκή ανάπτυξη αποδεικνύεται ότι είναι ασθενέστερη της προβλεπόμενης, η οποία με τη σειρά της θα καθιστούσε πιο δύσκολο για την Ελλάδα να αναπτύσσεται, τότε θα πρέπει να επιτρέπεται στην Ελλάδα μεγαλύτερη ελευθερία για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων της».

«Δεύτερον, είναι η ώρα για τους ηγέτες της ευρωζώνης να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα των μεγάλων και συνεχών εμπορικών ανισορροπιών (πλεονάσματα είτε ελλείμματα), το οποίο, σε ένα σύστημα σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών, όπως η ζώνη του ευρώ, επιβάλλει σημαντικό κόστος και κινδύνους. Για παράδειγμα, το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, το οποίο επιβάλλει κανόνες και κυρώσεις με στόχο τον περιορισμό των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, θα μπορούσε να επεκταθεί και στην αναφορά των εμπορικών ανισορροπιών».

Και κατέληγε ότι «απλώς αναγνωρίζοντας επίσημα ότι τόσο οι χώρες πιστωτές, όσο και οι χώρες οφειλέτες έχουν την υποχρέωση να προσαρμόσουν (σ.σ τις εμπορικές ανισορροπίες) με την πάροδο του χρόνου (μέσω δημοσιονομικών και διαρθρωτικών μέτρων, για παράδειγμα) θα ήταν ένα σημαντικό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση».

Διαβάστε ακόμη

B. Κικίλιας: Επενδυτική άνοιξη στον τουρισμό με 83 νέες επενδύσεις – Deals και εξαγορές εκατομμυρίων (pics)

Η υπερδιέγερση του Άδωνι, το διαζύγιο στην Ελλάκτωρ, ο διάδοχος των Δαυίδ και η εξαγορά της Autohellas 

Ε. Ράιχελ (Γερμανός πρέσβης στην Ελλάδα): Η ελληνική κυριαρχία δεν αμφισβητείται – Γιατί απορρίπτουμε το πλαφόν στο φυσικό αέριο