Του Δημήτρη Μαρκόπουλου

Συνεχίζουν να έρχονται στο φως της δημοσιότητας τα πρώτα -απογοητευτικά ως επί το πλείστον- αποτελέσματα του εξωδικαστικού συμβιβασμού, στον οποίο τόσα είχε ποντάρει επικοινωνιακά η κυβέρνηση.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που μέσα στην προηγούμενη εβδομάδα παρουσίασε η κυβέρνηση, προφανώς πιεζόμενη από τα πενιχρά αποτελέσματα και την αρνητική δημοσιότητα, οι οριστικές αιτήσεις που έχουν υποβληθεί είναι 180, 670 θεωρεί ότι βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο ετοιμασίας, 1.404 πέρασαν τα αρχικά κριτήρια, ενώ το υπουργείο Οικονομίας και Ανταγωνιστικότητας για να δείξει το «μεγάλο ενδιαφέρον» που δήθεν υπάρχει τοποθέτησε στη σχετική ενημέρωση ακόμα και όσους απλώς επισκέφθηκαν την ιστοσελίδα της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους και μόνο σέρφαραν προκειμένου να παρουσιάσει ένα μέγεθος της τάξης των 35.000 διαφορετικών χρηστών.
Κατά πόσο όμως υπάρχει success story σε αυτά που η κυβέρνηση αρέσκεται με περισσή ευκολία να παρουσιάζει; Κατ’ αρχάς, θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων νομοθετήθηκε με φιλόδοξους στόχους για διάσωση 400.000 επιχειρήσεων, σύμφωνα με δηλώσεις των αρμόδιων κυβερνητικών στελεχών. Χαρακτηριστική της επικρατούσας ευφορίας ήταν η επισήμανση στην αιτιολογική έκθεση ότι «για πρώτη φορά στην ελληνική έννομη τάξη εισάγεται μια οργανωμένη εξωδικαστική διαδικασία για τη συνολική και μακροπρόθεσμη ρύθμιση των χρεών των ελληνικών επιχειρήσεων, οι οποίες, εξαιτίας της οξύτατης και μακροχρόνιας οικονομικής κρίσης, αδυνατούν να εξυπηρετήσουν όλες τις συσσωρευθείσες οφειλές τους προς τον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα».

Το νομοθέτημα πολυδιαφημίστηκε για τα ευεργετήματα που θα παρείχε στους επιχειρηματίες μέσω της δυνατότητας να συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους, εξασφαλίζοντας μάλιστα και οικονομική ρευστότητα από το μακροπρόθεσμο πλαίσιο αποπληρωμής των οφειλών τους, αλλά και τη δυνατότητα για άντληση νέων κεφαλαίων μέσω επαναχρηματοδότησης για την προώθηση και επέκταση της επιχειρηματικής τους δράσης. Πολυδιαφημίστηκε επίσης για το όφελος των τραπεζών λόγω της διευθέτησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων και την ελάφρυνση και εκκαθάριση του χαρτοφυλακίου τους. Αναφέρθηκε επίσης το όφελος αφενός των ασφαλιστικών ταμείων από την είσπραξη χρημάτων που θα κάλυπταν τα ταμειακά τους ελλείμματα, αφετέρου του Δημοσίου για τον ίδιο λόγο και επιπλέον για την εκκαθάρισή του από τα χρέη που δεν έχουν καμία προοπτική είσπραξης. Σήμερα, όμως, ύστερα από τρεις ακριβώς μήνες ισχύος του θεσμού βρισκόμαστε μπροστά σε μια σκληρή πραγματικότητα. Κύκλοι της αγοράς και έγκυροι νομικοί αμφισβητούν τις 35.000 επισκέψεις μιλώντας για μόλις 10.000 από την πρώτη μέρα έναρξης λειτουργίας της πλατφόρμας (δηλαδή από 3/8 μέχρι και 31/10).

Τελικά, πόσοι «σώθηκαν»;

Ενώ τα υπόλοιπα νούμερα συμφωνούν με την επίσημη ενημέρωση του υπουργείου, ενδεικτικό του φόβου αντιμετώπισης της πραγματικότητας είναι το γεγονός ότι κανένας δεν ανακοινώνει πόσες επιχειρήσεις τελικά «σώθηκαν» και βρήκαν επιτέλους λύση. Βάσει στοιχείων που παρουσιάζουν νομικοί κύκλοι, 12 αιτήσεις ανατέθηκαν σε συντονιστή και εκκρεμεί η αποδοχή τους, 40 έγιναν αποδεκτές από τους συντονιστές, 3 εστάλησαν πίσω στον οφειλέτη για τροποποίηση /συμπλήρωση κατόπιν υπόδειξης του συντονιστή, σε 20 αιτήσεις βεβαιώθηκε η πληρότητα του φακέλου από τον συντονιστή, 1 αίτηση βρίσκεται σε κατάσταση τροποποίησης λόγω διαφωνίας ως προς το ύψος της οφειλής μεταξύ οφειλέτη και πιστωτή, 4 είναι στο στάδιο της έναρξης της διαπραγμάτευσης, σε 1 αίτηση ολοκληρώθηκε η διαδικασία με αποτυχία λόγω μη ολοκλήρωσης πληρότητας, ενώ σε 1 ολοκληρώθηκε η διαδικασία με αποτυχία λόγω διαφωνίας στο ύψος των οφειλών.

Το πιο ενδιαφέρον όμως είναι ότι από το σύνολο των υποβληθεισών αιτήσεων μόνο για τέσσερις ολοκληρώθηκε η διαδικασία. Καμία εξ αυτών μάλιστα δεν τελεσφόρησε: ειδικότερα για τις τρεις επιχειρήσεις ολοκληρώθηκε η διαδικασία με αποτυχία διαπραγμάτευσης λόγω έλλειψης απαρτίας, ενώ για τη μία ολοκληρώθηκε η διαδικασία με αποτυχία διμερούς διαπραγμάτευσης.

Σαφώς, η συνέχεια για όσες επιχειρήσεις δεν επιτυγχάνουν συμφωνία είναι ο μονόδρομος της άμεσης ρευστοποίησης των περιουσιακών τους στοιχείων ή η πτώχευση. Και εδώ είναι το τρομακτικό δεδομένο, καθώς η παγίδα που κρύβει ο εξωδικαστικός συμβιβασμός είναι η διαδικασία της άμεσης πτώχευσης.

Οπως τονίζει στο «business stories» η γνωστή νομικός για τα κόκκινα δάνεια Αριάδνη Νούκα, «τα συμπεράσματα που εξάγονται από τα ανωτέρω αριθμητικά στοιχεία καταδεικνύουν ότι, αν συνεχιστεί η διαδικασία με τους ίδιους ρυθμούς, η αποτυχία του θεσμού θα είναι παταγώδης, διότι η ισχύς του νομοθετήματος είναι χρονικά ασφυκτική και εκτείνεται μέχρι την 31/12/2018, με αποτέλεσμα η βασική επιδίωξη του νομοθέτη για τη διάσωση των βιώσιμων επιχειρήσεων με ταχύτατη και εξωδικαστική διαδικασία δεν θα υλοποιηθεί, με τραγικές συνέπειες για τις ίδιες τις επιχειρήσεις, τους εργαζομένους σε αυτές, αλλά και την ίδια την οικονομία της χώρας». Και συμπληρώνει: «Το άκρως γραφειοκρατικό προβλεπόμενο ρυθμιστικό πλαίσιο έχει καταστήσει τη διαδικασία ιδιαίτερα σύνθετη και απαιτεί άριστη και εξαιρετικά προσεκτική προετοιμασία. Τα αυστηρά κριτήρια επιλεξιμότητας και κυρίως η μη υποχρεωτικότητα συμμετοχής των πιστωτών και των τραπεζών είναι αυτονόητο ότι αποτελούν τροχοπέδη και απειλούν την εύθραυστη επιτυχία του θεσμού. Χρόνος σαφώς δεν υπάρχει και το πρόβλημα των κόκκινων επιχειρηματικών δανείων επιζητά ταχεία και άμεση επίλυση».

aitiseis