του Αργύρη Παπαστάθη
Μετά τους πανηγυρισμούς και τη γραβάτα για τη συμφωνία της 21ης Ιουνίου στο Λουξεμβούργο η κυβέρνηση αντιμετώπισε αυτή τη βδομάδα τις επιφυλάξεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους κατά τις διαβουλεύσεις που έγιναν ενόψει της κατάρτισης της ετήσιας έκθεσης του Νομισματικού Ταμείου βάσει του Άρθρου 4.
Το κλίμα αποτυπώθηκε και στην ενημέρωση που έκανε την Πέμπτη το απόγευμα ο εκπρόσωπος του Ταμείου Τζέρι Ράις στην Ουάσινγκτον ενώ σήμερα αναμένονται τα πρώτα συμπεράσματα μέσα από δηλώσεις του εκπροσώπου του ΔΝΤ στους Θεσμούς, Πίτερ Ντόλμαν, στην Αθήνα.
Ερωτηθείς σχετικά ο κ. Ράις επανέλαβε τη δήλωση της Κριστίν Λαγκάρντ τα ξημερώματα της περασμένης Παρασκευής μετά το Eurogroup η οποία περιορίστηκε να πει ότι τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους που αποφασίστηκαν αναμένεται να συμβάλλουν στην ανάκτηση της πρόσβασης της Ελλάδας στις αγορές σε βραχυπρόθεσμο και μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, αλλά όπως τόνισε ο ίδιος σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα παραμένουν ορισμένες “επιφυλάξεις”.
Κατόπιν τούτου η Αθήνα περιμένει με αγωνία τις δηλώσεις που θα γίνουν σήμερα από πλευράς ΔΝΤ και κυρίως τη δημοσιοποίηση της Ανάλυσης Βιωσιμότητας Χρέους (DSA) του Ταμείου (η οποία θα αποτελεί κομμάτι της έκθεσης του άρθρου 4 του Ταμείου) προς το τέλος Ιουλίου με αρχές Αυγούστου.
Ένας από τους λόγους που υπάρχει ανησυχία είναι ότι μετά τη συμφωνία του Λουξεμβούργου δεν υπάρχει ακόμη αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων σε βαθμό που να δημιουργεί αισιοδοξία ότι η Ελλάδα θα καταφέρει να σταθεί σύντομα με τις δικές της δυνάμεις στις αγορές, ενώ μία πιθανή έκθεση του Ταμείου που θα λέει ότι το ελληνικό χρέος είναι μακροπρόθεσμα μη βιώσιμο είναι βέβαιο ότι δεν θα βοηθήσει προς αυτή την κατεύθυνση.
Η απόδοση του δεκαετούς ομολόγου παρέμεινε και χθες πάνω από το 4%.
Πού βασίζονται οι επιφυλάξεις
Σύμφωνα με πληροφορίες, στις επαφές που έγιναν αυτή την εβδομάδα η ελληνική πλευρά έθεσε το επιχείρημα ότι δεν γίνεται το ΔΝΤ να μιλάει για μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα σε χώρες του τρίτου κόσμου και να μην χαρακτηρίζει ανεπιφύλακτα με τον ίδιο τρόπο το ελληνικό χρέος με δεδομένο ότι η χώρα μας είναι μέλος της Ευρωζώνης και το μεγαλύτερο μέρος του χρέους της οφείλεται στον λεγόμενο επίσημο τομέα, δηλαδή στους Ευρωπαίους.
Κατά τις ίδιες πληροφορίες τα στελέχη του Τεμείου δέχτηκαν εν μέρει αυτή τη διάσταση και αναμένεται να διατυπώσουν την άποψη ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο σε βραχυπρόθεσμο και μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.
Από την άλλη πλευρά όμως οι επιφυλάξεις που προαναγγέλθηκαν από τον εκπρόσωπο του Ταμείου έχουν να κάνουν με τη δυνατότητα της Ελλάδας να διατηρεί ένα υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα (2,2% από το 2023 ως το 2060 αντί μάξιμουμ 1,5% που ζητεί το Ταμείο), τη χαμηλή ανάπτυξη (μόλις 1% από το 2023) και το δημογραφικό πρόβλημα, δηλαδή την γήρανση του πληθυσμού, που επιβεβαιώνεται από τα τελευταία στοιχεία της Eurostat. Περισσότερες λεπτομέρειες αναμένεται να δημοσιοποιηθούν σήμερα.