Ο επικεφαλής του τμήματος του ΟΟΣΑ για την Ελλάδα επισημαίνει ότι «μένουν ακόμα πολλά να γίνουν» στην χώρα, τονίζει την ανάγκη για μείωση των φόρων στα μεσαία εισοδήματα και εξηγεί τις προϋποθέσεις για να επιστρέψει η Ελλάδα στην επενδυτική βαθμίδα.
Μία φράση του Τιμ Μπούλμαν, του επικεφαλής του αρμόδιου τμήματος για την Ελλάδα της Οικονομικής Διεύθυνσης του ΟΟΣΑ, συνοψίζει το γράμμα και το πνεύμα της τελευταίας έκθεσης του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης για την Ελλάδα:
«Αυτή είναι η ιστορία πολλών τομέων στην Ελλάδα: έχει γίνει τεράστια πρόοδος, αλλά μένουν ακόμα πολλά να γίνουν» μας είπε, λίγες ώρες μετά την παρουσίαση της έκθεσης στη Θεσσαλονίκη.
Για αυτό, ακριβώς, ο υψηλόβαθμος αξιωματούχος του ΟΟΣΑ, «προσγειώνει» τις προσδοκίες για αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας στην επενδυτική βαθμίδα, στόχος που βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα της κυβέρνησης.
«Η επενδυτική βαθμίδα είναι πραγματικά σημαντική» παραδέχεται ο Τ. Μπούλμαν «γιατί αφενός μειώνει το κόστος χρηματοδότησης, αλλά και γιατί έχει ευρύτερη απήχηση στους επενδυτές. Πολλοί επενδυτές επιλέγουν μόνο χώρες όπου το κράτος βρίσκεται στην επενδυτική βαθμίδα.
Η επίτευξή της μπορεί να «ξεκλειδώσει» πολύ σημαντικές ξένες επενδύσεις. Αν μπορεί να επιτευχθεί φέτος;
Αυτό θα εξαρτηθεί από τις παγκόσμιες εξελίξεις, τη διατήρηση της δημοσιονομικής αξιοπιστίας της Ελλάδας, την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων. Και όπως έχουν επισημάνει οι Οίκοι Αξιολόγησης εξαρτάται -επίσης- από την κατάσταση των τραπεζών. Τα «κόκκινα δάνεια» έχουν μειωθεί πολύ, αλλά μένει ακόμα απόσταση να διανυθεί.
Υπάρχει επίσης η ανάγκη να βελτιωθεί η κεφαλαιακή βάση των τραπεζών, ώστε να αρχίσουν να χορηγούν πιστώσεις στον ιδιωτικό τομέα, όπως οφείλουν.»
Η έκθεση “OECD Economic Surveys: Greece, January 2023” περιλαμβάνει μία σειρά επισημάνσεων για μέτρα που πρέπει να ληφθούν ώστε η χώρα «να διατηρήσει την δημοσιονομική της αξιοπιστία, που με τόσο κόπο κατέκτησε», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Τ. Μπούλμαν. Μέτρα από τη βελτίωση του φορολογικού συστήματος και της απόδοσης των κρατικών δαπανών, έως την επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα, τη συγκράτηση του μισθολογικού κόστους στο δημόσιο τομέα και τον καθορισμό ενός μακροπρόθεσμου σχεδιασμού. Ρωτήσαμε ποια από αυτά τα μέτρα έχουν προτεραιότητα.
«Πιστεύω ότι υπάρχει μία συνέχεια» μας απάντησε. «Από τη μία πλευρά είναι οι βραχυπρόθεσμες ανάγκες στα δημόσια οικονομικά. Πρέπει να διασφαλιστεί ότι ο προϋπολογισμός θα επιστρέψει σε ένα μέτριο πρωτογενές πλεόνασμα, ότι θα βελτιωθεί η ποιότητα των δαπανών, ότι θα βελτιωθεί η ποιότητα συλλογής εσόδων. Υπάρχει, όμως, και η ανάγκη για μία πιο μακροπρόθεσμη προοπτική, που είναι εξαιρετικά σημαντική, ιδιαίτερα με δεδομένες τις προκλήσεις από το δημογραφικό και την κλιματική αλλαγή. Ήδη γίνονται πολλά με το Σχέδιο Ελλάδα 2.0, εκατοντάδες έργα υλοποιούνται.
Η Ελλάδα πρέπει να διασφαλίσει ότι -όντως- οδηγούν σε βελτίωση των αποτελεσμάτων στην πραγματική οικονομία. Όχι μόνο να ψηφίζονται οι νόμοι, αλλά να βελτιώνεται η καθημερινότητα πολιτών και επιχειρήσεων. Και επίσης, η Ελλάδα πρέπει να παραμείνει στην σωστή πορεία και να ολοκληρώσει όλα όσα προβλέπονται σε αυτό το Σχέδιο.
Σημειώνουμε ότι αυτή είναι μία εξαιρετική βάση για να μπορέσει η Ελλάδα να πετύχει το επιχειρηματικό περιβάλλον που υπάρχει σε άλλες χώρες του ΟΟΣΑ, αλλά επίσης η χώρα πρέπει να «χτίσει» πάνω σε αυτό.
Όταν τελειώσει το Ελλάδα 2.0, τι θα ακολουθήσει;
Τώρα είναι η στιγμή να σκεφτούμε τις μακροπρόθεσμες προοπτικές. Μία πλευρά αυτού, στην οποία δώσαμε ιδιαίτερη έμφαση, είναι η προετοιμασία για την κλιματική αλλαγή. Έχουν ήδη γίνει πολλά, αναφορικά με την ανάπτυξη των ΑΠΕ, τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, όμως αυτός ο δρόμος θα χρειαστεί ακόμα 20 χρόνια για να ολοκληρωθεί. Παράλληλα, το κλίμα ήδη αλλάζει και πρέπει να διασφαλίσουμε ότι γίνονται οι επενδύσεις που λαμβάνουν υπόψη ότι οδηγούμαστε σε ένα πιο θερμό κλίμα.»
Να μειωθούν οι φόροι για τη μεσαία τάξη
Τόσο η έκθεση του ΟΟΣΑ, όσο και ο ίδιος ο Τιμ Μπούλμαν στη συζήτησή μας, στέκονται ιδιαίτερα στην ανάγκη η Ελλάδα να επιστρέψει σε πρωτογενή πλεονάσματα – ήδη από το 2024. Ρωτήσαμε πώς μπορεί να επιτευχθεί αυτό: με μείωση δαπανών ή αύξηση των εσόδων;
«Η κυβέρνηση έχει ήδη στόχο φέτος για πρωτογενές πλεόνασμα 1% του ΑΕΠ» μας εξηγεί ο Τ. Μπούλμαν. «Εμείς σημειώνουμε ότι το 1,5% είναι ένας καλός στόχος, είναι λογικός και εφικτός για τα επόμενα χρόνια. Πώς το πετυχαίνεις; Ξοδεύεις με καλύτερο τρόπο και συγκεντρώνεις έσοδα με καλύτερο τρόπο. Μπορείς να στηρίζεις την ανάπτυξη πετυχαίνοντας παράλληλα το πρωτογενές πλεόνασμα. Εμείς σημειώνουμε ότι η Ελλάδα δαπανά λιγότερα από ότι οι υπόλοιπες χώρες του ΟΟΣΑ για την εκπαίδευση και τις δημόσιες επενδύσεις.
Όμως, δαπανά περισσότερα για το μισθολογικό κόστος του δημόσιου τομέα, ακόμα και μετά από μία δεκαετία λιτότητας και το πάγωμα των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων. Οι πόροι πρέπει να δίνονται στους τομείς όπου παράγονται τα καλύτερα αποτελέσματα.
Η ελληνική κυβέρνηση εισάγει τακτικές αξιολογήσεις για την ποιότητα των δημοσίων δαπανών. Αυτές πρέπει να αξιοποιηθούν για να διασφαλιστεί ότι οι τομείς που στηρίζουν την ανάπτυξη λαμβάνουν επαρκή χρηματοδότηση, ενώ οι τομείς που είναι λιγότερο αποτελεσματικοί δεν χρηματοδοτούνται. Πρέπει να δοθούν περισσότεροι πόροι στην εκπαίδευση, την ανάπτυξη δεξιοτήτων, τις δημόσιες επενδύσεις, τις υποδομές.
Για παράδειγμα, πολλοί τονίζουν την ανάγκη για προγράμματα απόκτησης ή αναβάθμισης δεξιοτήτων που θα επιτρέψουν στους εργαζόμενους να μεταβούν σε καλύτερες θέσεις εργασίας, κάτι που θα στηρίξει και την ανάπτυξη χωρίς απαραίτητα να επιβαρύνει πολύ τον προϋπολογισμό.
Από την πλευρά των εσόδων, τονίζουμε ότι πρέπει να διατηρηθεί το παρόν επίπεδο κρατικών εσόδων. Πρέπει, όμως, να βελτιωθεί το μείγμα των φόρων. Η Ελλάδα συλλέγει περισσότερα σε σχέση με άλλα μέλη του ΟΟΣΑ μέσω των έμμεσων φόρων, όπως ο ΦΠΑ και οι κοινωνικές εισφορές, ενώ συλλέγει λιγότερα έσοδα από τους φόρους εισοδήματος. Εν μέρει αυτό οφείλεται στην απόκρυψη των πραγματικών εισοδημάτων.
Η συλλογή φόρων από πολίτες και επιχειρήσεις που φοροδιαφεύγουν μπορεί να βελτιωθεί. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί και με τη μείωση κάποιων φορολογικών συντελεστών κυρίως στα μεσαία εισοδήματα. Οι φόροι για τα μεσαίου εισοδήματος νοικοκυριά είναι πολύ υψηλοί. Στόχος πρέπει να είναι να μειωθούν αυτοί οι υψηλοί συντελεστές φορολογίας και να οδηγηθούν περισσότεροι φορολογούμενοι μέσα στο φορολογικό σύστημα (σημ. να πληρώνουν φόρο εισοδήματος). Έτσι μπορεί να διατηρηθεί το παρόν επίπεδο φορολογικών εσόδων στηρίζοντας τα δημόσια οικονομικά, αλλά παράλληλα μειώνοντας το βάρος του φορολογικού συστήματος σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά.»
Στήριξη της ενεργειακής δαπάνης μόνο για τους ευάλωτους
Στη λογική των πιο στοχευμένων δαπανών, ο Τιμ Μπούλμαν εξηγεί γιατί ο ΟΟΣΑ προτείνει η κρατική στήριξη στους αυξημένους λογαριασμούς ενέργειας να περιοριστεί μόνο στα ευάλωτα νοικοκυριά:
«Τόσο στην Ελλάδα, όσο και στα υπόλοιπα μέλη του ΟΟΣΑ που εισάγουν μέτρα για την ενεργειακή στήριξη, τους λέμε ότι υπάρχουν νοικοκυριά που πραγματικά χρειάζονται προστασία» μας είπε. «Τονίζουμε ότι στην Ελλάδα περίπου 20% των νοικοκυριών είχαν δυσκολίες εξασφάλισης των απαραίτητων αγαθών και πριν από τη σημερινή κρίση. Αυτά τα νοικοκυριά χρειάζονται βοήθεια, ώστε να αντιμετωπίσουν την αύξηση του κόστους ζωής και για να μειώσουν τις ενεργειακές τους ανάγκες (βελτιώνοντας τη θερμομόνωση, αναβαθμίζοντας τις οικιακές συσκευές). Όμως λέμε επίσης ότι τα μέτρα για την ενεργειακή στήριξη πρέπει να είναι στοχευμένα σε αυτό το 20% που πραγματικά το χρειάζεται.»
Δεν υπάρχει κίνδυνος να υπονομευτεί η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας αν τα υπόλοιπα νοικοκυριά κληθούν να πληρώσουν χωρίς στήριξη τους πολύ υψηλούς λογαριασμούς ενέργειας;
«Αυτό είναι μία πρόκληση. Βλέπουμε ότι οι πραγματικοί μισθοί (δηλαδή η αγοραστική δύναμη των μισθών) έχουν μειωθεί. Όμως, με δεδομένο το δημοσιονομικό χώρο, πρέπει να κάνουμε την καλύτερη δυνατή χρήση των πόρων που έχουμε. Άλλωστε, το νόημα αυτής της κρίσης είναι ότι πρέπει να βρούμε τρόπους να κάνουμε πιο οικονομική χρήση της ενέργειας.
Ήδη, η Ελλάδα αυτή την χρονιά, χάρη στις προσπάθειες νοικοκυριών και επιχειρήσεων, έχει μειώσει την ενεργειακή κατανάλωση. Αυτό είναι μέρος της λύσης: η πιο αποτελεσματική χρήση της ενέργειας. Και ο μηχανισμός των τιμών βοηθά στο να δίνει κίνητρα στον κόσμο να εξοικονομεί ενέργεια. Επίσης, τονίζουμε την ανάγκη για στήριξη, ώστε όλοι να μπορούν να βελτιώσουν την ενεργειακή απόδοση, με ανακαινίσεις σπιτιών, κτιρίων, πιο βιώσιμους τρόπους μεταφοράς. Ένα μέρος της στήριξης μπορεί να δοθεί από το κράτος και ένα άλλο να υλοποιηθεί με ιδιωτικές χρηματοδοτήσεις, με εργαλεία από τα οποία θα δίνονται δάνεια για έργα ενεργειακής αναβάθμισης.»
Επίσης, ο ΟΟΣΑ συστήνει «προσοχή» στις αυξήσεις στον κατώτατο μισθό.
«Ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα σε σχέση με την παραγωγικότητα είναι σχετικά υψηλός» σημειώνει ο Τ. Μπούλμαν. «Το καλύτερο που μπορεί να γίνει είναι να βελτιωθεί η παραγωγικότητα. Οι μετριοπαθείς αυξήσεις στον κατώτατο μισθό θα προστατεύσουν τα πραγματικά εισοδήματα. Αλλά εμείς πιστεύουμε ότι το πιο σημαντικό για τον καθορισμό των μισθών είναι η επανάληψη των κλαδικών συλλογικών διαπραγματεύσεων, που κατέρρευσαν στην περίοδο της κρίσης.
Εμείς πιστεύουμε ότι το καλύτερο σύστημα για τον προσδιορισμό του ύψους των μισθών είναι να υπάρχουν συντονισμένες κλαδικές συλλογικές συμφωνίες (coordinated sectoral collective agreements), που θα εξετάζουν τις συγκεκριμένες συνθήκες κάθε κλάδου. Θα προσδιορίζουν την ανταγωνιστικότητα και την παραγωγικότητα και θα καθορίζουν όχι μόνο το ύψος των αποδοχών, άλλα και τις συνθήκες εργασίας, τα ωράρια, την τηλεργασία κ.λπ.
Άρα λέμε ότι χρειάζεται προσοχή με τον κατώτατο μισθό: να προστατευτεί από τη μία πλευρά το εισόδημα των ανειδίκευτων, αλλά να διασφαλιστεί παράλληλα ότι θα έχουν πρόσβαση στην αγορά εργασίας. Και να εξεταστεί πιο σφαιρικά πώς μπορεί να βελτιωθεί το σύστημα καθορισμού των μισθών, στηρίζοντας και την παραγωγικότητα και τα εισοδήματα των εργαζομένων.»
Το στοίχημα των εκλογών
Ρωτήσαμε τον επικεφαλής του ελληνικού τμήματος του ΟΟΣΑ αν τον προβληματίζει το γεγονός ότι το 2023 είναι μία εκλογική χρονιά.
«Αυτό που τονίζουμε είναι ότι υπάρχει ισχυρή συναίνεση στην Ελλάδα γύρω από τα πλεονεκτήματα των μεταρρυθμίσεων» μας απάντησε. «Αν δούμε πόσο γρήγορα ανέκαμψε η Ελλάδα από την πανδημική κρίση – σε σύγκριση με την προηγούμενη κρίση χρέους- αυτό καταδεικνύει τα οφέλη που έφεραν όλες οι προσπάθειες που έγιναν μετά την έναρξη της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Η ελληνική οικονομία είναι πιο δυναμική. Τώρα πρέπει να προχωρήσει περαιτέρω. Να διατηρήσει αυτή την πορεία. Εμείς τονίζουμε ότι είναι σημαντικό τα έργα του Ελλάδα 2.0 θα συνεχίσουν να υλοποιούνται στη διάρκεια αυτής της εκλογικής χρονιάς, ότι πρέπει να επιστρέψει η χώρα στα πρωτογενή πλεονάσματα, να βελτιώσει την αποτελεσματικότητα των κρατικών δαπανών.»
Σας ανησυχούν οι εκλογές;
«Πιστεύουμε ότι είναι σημαντικό όλοι να διατηρήσουν αυτή τη συναίνεση για τα πλεονεκτήματα των μεταρρυθμίσεων και οι αρχές να συνεχίσουν να υλοποιούν ότι προβλέπεται στο Σχέδιο Ελλάδα 2.0» επανέλαβε ο Τ. Μπούλμαν.
Διαβάστε ακόμη
Τelecoms: Ίντερνετ και σήμα στο μετρό αλλά και ψηφιακό μητρώο υποδομών φέρνει το 2023 (γραφήματα)
Οι ρυθμίσεις εντός και εκτός Εξωδικαστικού Μηχανισμού στην ατζέντα κυβέρνησης – servicers