του Κωστή Πλάντζου
Συνέχιση – και όχι αναστροφή – των μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα για πολλά χρόνια μετά το Μνημόνιο, με μέσο πίεσης το «εργαλείο» που η Κομισιόν ανέλαβε να παρουσιάσει, αποφάσισε το Eurogroup για την χώρα μας. Αντί για «καθαρή έξοδο» από το Μνημόνιο, η επιστολή συμπερασμάτων του Eurogroup της Σόφιας που εστάλη από τον πρόεδρο Σεντένο στους υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης, αποκαλύπτει τα στοιχεία που θα αποτελέσουν τη βάση της συμφωνίας για την μεταμνημονιακή παρακολούθηση. Όπως αναφέρει η επιστολή Σεντένο, στο συμβούλιο της 27ης Απριλίου συμφωνήθηκαν τα εξής:
– «να υποστηρίξουμε περαιτέρω τις ελληνικές αρχές στις συνεχιζόμενες μεταρρυθμιστικές τους προσπάθειες στα χρόνια μετά το πρόγραμμα». Οι δανειστές δηλαδή θεωρούν ότι μετά από 8 χρόνια στα Μνημόνιο, η Ελλάδα θα χρειαστεί να συνεχίσει στην κατεύθυνση των μεταρρυθμίσεων που δεν πρόλαβαν να ολοκληρωθούν.
– «για την μελλοντική παρακολούθηση» των διαρθρωτικών, οικονομικών και δημοσιονομικών εξελίξεων στην Ελλάδα, η Κομισιόν πρότεινε στο Eurogroup το εργαλείο που λέγεται «ενισχυμένη επιτήρηση».
Και μόνον η αναφορά αυτή, αποδεικνύει πως η έξοδος της χώρας από το Μνημόνιο μόνον «καθαρή» δεν θα είναι. Από τις 8 χώρες της ΕΕ που μπήκαν σε Προγράμματα Στήριξης κατά την τελευταία δεκαετία, μόνον η Ισπανία πέτυχε «καθαρή έξοδο» και αυτό διότι βγαίνοντας (μετά από 1,5 χρόνο μόλις) από το δικό της Μνημόνιο, αποπλήρωσε αμέσως και πρόωρα μελλοντικές δόσεις δανείων, ώστε να μειωθεί η οφειλή της στον ESM κάτω από 75% και να μην εφαρμόζεται σε αυτήν καμία ειδική μεταμνημονιακή παρακολούθηση.
Αντιθέτως, και σε σχέση με τις άλλες χώρες που επίσης μπήκαν και βγήκαν από τα Μνημόνιο, παραμένει ασαφές ποιο ακριβώς θα είναι το «εργαλείο» το οποίο πρότεινε για την Ελλάδα ο Επίτροπος Πιέρ Μοσκοβισί. Και αυτό γιατί παρουσίασε μια ιδέα που αφορά στην Ελλάδα, και όχι χώρες όπως η Πορτογαλία, η Κύπρος ή η Ιρλανδία που ούτε ελάφρυνση χρέους είχαν ζητήσει (η Κύπρος υπέστη και «κούρεμα» καταθέσεων), ούτε για συγκεκριμένα μέτρα μετά τη λήξη του Μνημονίου είχαν δεσμευτεί.
Στην περίπτωση της Ελλάδος όμως, η «καθαρή έξοδος» προϋποθέτει ότι, αντί η χώρα να παίρνει πάλι δόσεις δανείων για να μπορεί να αποπληρώνει το δημόσιο χρέος της, θα ζητάει «δόσεις» ελάφρυνσης των πληρωμών του χρέους της προς τους δανειστές της –δηλαδή πρόγραμμα στήριξης χωρίς λεφτά αλλά με επιμήκυνση πληρωμών και μείωση επιτοκίων.
Και το όνομα αυτού… «ενισχυμένη εποπτεία»
Όπως όλα δείχνουν, το «εργαλείο» που σχεδιάζεται, θα συνδέει την προσφορά της ελάφρυνσης από τους Ευρωπαίους δανειστές, με «ενισχυμένη εποπτεία» και παρακολούθηση όρων που θα προαπαιτούνται.
Το τι κρύβει ο όρος «ενισχυμένη εποπτεία» που προτείνει η Κομισιόν, το αποκαλύπτει ο κανονισμός 472/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Αυτός προβλέπει για την μεταμνημονιακή «ενισχυμένη εποπτεία»:
1. Αξιολογήσεις μέχρι να εξοφληθεί το 75 % των δανείων (Άρθρο 14)
2. Νέα μέτρα, τα οποία τα προτείνει η Κομισιόν, επιβάλλονται άμεσα και θεωρείται εκ των προτέρων πως έχουν εγκριθεί και από το Eurogroup -εκτός αν συνεδριάσει μέσα σε 10 μέρες και με ειδική πλειοψηφία τα απορρίψει (Άρθρο 14).
3. Στην ψηφοφορία αυτή, δεν ψηφίζει η Ελλάδα (Άρθρο 15): για τα μέτρα που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό, ψηφίζουν μόνο τα μέλη του Eurogroup, το οποίο ενεργεί χωρίς να λάβει υπόψη την ψήφο του μέλους του που εκπροσωπεί το οικείο κράτος-μέλος
Νέα μέτρα και χωρίς την έγκριση της κυβέρνησης
Ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός για την μεταμνημονιακή εποπτεία προβλέπει ξεκάθαρα ότι τις αποφάσεις για νέα μέτρα μετά το 2018 θα λαμβάνουν οι δανειστές. Αν η Ελλάδα επιτυγχάνει πλεονάσματα, δεν θα χρειάζεται να παίρνει άλλα μέτρα. Αν όμως δεν κάνει όσα χρειάζονται, θα επιβάλλονται μέτρα για να παίρνει ελάφρυνση χρέους και διευκολύνσεις.
Από την άποψη αυτή, η έξοδος χωρίς προληπτική γραμμή στήριξης, μπορεί να είναι εξίσου «καθαρή» από μέτρα όσο και αν η Ελλάδα είχε και προληπτική γραμμή, αφού και στις δύο περιπτώσεις προβλέπεται –από τον ίδιο Κανονισμό- ότι κανένα απολύτως πρόσθετο μέτρο δεν επιβάλλεται, εάν δεν χρειαστεί.
Αντιθέτως, είτε με προληπτική γραμμή είτε χωρίς, τα μέτρα επιβάλλονται έξωθεν, όποτε οι θεσμοί το κρίνουν αναγκαίο.
Στην πραγματικότητα πάντως, χωρίς προληπτική γραμμή στήριξης, η χώρα χάνει και οικονομικά πλεονεκτήματα που της προσφέρονται (όπως το waiver από την ΕΚΤ για στις τράπεζες κλπ).
Ζούμε με τους μύθους μας…
Εκτός από την Ελλάδα, άλλες 7 χώρες της ΕΕ μπήκαν (και βγήκαν) από Προγράμματα Διάσωσης,. Η τεράστια διαφορά (στην αξιοπιστία που κρίνει και την ανάγκη λήψης νέων μέτρων) είναι πως όλες οι άλλες χώρες βγήκαν ταχύτατα από τα Μνημόνια και απέδειξαν στις αγορές πως οικειοποιήθηκαν τα αναγκαία μέτρα για να ξεφύγουν από την κρίση, χωρίς «δεκανίκια» από νέα Προγράμματα. Πουθενά καμία χώρα δεν καθυστέρησε οκτώ χρόνια όπως η Ελλάδα, γεγονός που αφήνει το στίγμα του «υψηλού ρίσκου» για την χώρα μας.
Από την σύγκριση αυτοί ξεδιαλύνονται «μύθοι και πραγματικότητες», όπως:
– από τις 28 χώρες της ΕΕ, οι 8 έχουν περάσει την τελευταία δεκαετία από προγράμματα προσαρμογής, με ή χωρίς το ΔΝΤ: Ουγγαρία (2008), Λετονία (2008), Ρουμανία (2009), Ελλάδα (2010), Ιρλανδία (2010), Πορτογαλία (Μάιος 2011), Ισπανία (2012), Κύπρος (2013).
– όλες οι άλλες χώρες ολοκλήρωσαν το Πρόγραμμα σε λιγότερο από 3 χρόνια. Σε καμία δεν άλλαξαν 5 κυβερνήσεις μέχρι βγουν από τα Μνημόνια. Όλες επέδειξαν υψηλό βαθμό οικειοποίηση των προγραμμάτων, υψηλό βαθμό πολιτικής συναίνεσης και ταχύτητα υλοποίησης.
– τέλος του Προγράμματος και «έξοδος» από τα Μνημόνια σημαίνει Εποπτεία και όχι αποδέσμευση από υποχρεώσεις (μέτρα που έχουν ήδη ψηφιστεί), ειδικά όσο η πιστοληπτική διαβάθμιση της χώρας παραμένει χαμηλή.
Τι εστί «καθαρή έξοδος»
Τι συνέβη στις άλλες 7 χώρες, που βγήκαν πριν από εμάς από τα Μνημόνια:
– Ισπανία: η χώρα μπήκε στο πρόγραμμα τον Ιούλιο του 2012 –λόγω των τραπεζών- χωρίς το ΔΝΤ. Ήταν 18μηνης διάρκειας (έως τέλος του 2013) και ύψους 100 δισ. ευρώ, από τα οποία εκταμιεύθηκαν μόνο τα 41 δισ. ευρώ. Από το 2014 ως τα τέλη του 2017 η Ισπανία αποπλήρωσε πρόωρα και εθελοντικά έξι δόσεις, για να μειώσει το υπόλοιπο οφειλής της στον ESM στα 31 δισ. ευρώ (δηλαδή στο 75% προκειμένου να απαλλαγεί από αξιολογήσεις και εποπτεία). Αυτή ήταν η μόνη «καθαρή έξοδος».
– Ιρλανδία: Το πρόγραμμα ξεκίνησε Δεκέμβριο του 2010 και τέλειωσε Δεκέμβριο του 2013. Όλα εφαρμόστηκαν ταχύτατα και τέλειωσαν 12 αξιολογήσεις με μέση διάρκεια 3 μήνες. Από τότε έως και το 2017 η χώρα πέρασε κι άλλες 7 μεταμνημονιακές αξιολογήσεις, στο πλαίσιο της μεταπρογραμματικής Εποπτείας. Οι αξιολογήσεις θα τελειώσουν το 2031, όταν η χώρα αναμένεται να έχει αποπληρώσει το 75% των δανείων του ESM.
– Πορτογαλία: μπήκε σε πρόγραμμα το 2011, με πολλά κοινά χαρακτηριστικά σε σχέση με την Ελλάδα. Ολοκληρώθηκε χωρίς προληπτική γραμμή στήριξης και σε λιγότερο από 3 χρόνια, ταχύτερα κι από το αναμενόμενο (η 12η αξιολόγηση δεν έγινε ποτέ καθώς η χώρα δεν χρειάστηκε καν την τελευταία δόση). Υπόκειται όμως και αυτή στην «εποπτεία μετά το πρόγραμμα». Από το 2014 έως το 2017 πέρασε 5 αξιολογήσεις. Η εποπτεία θα τελειώσεις το 2026, όταν η Πορτογαλία αναμένεται να αποπληρώσει το 75% στον ESM.
– Κύπρος: το πρόγραμμα ξεκίνησε Απρίλιο του 2013 και τερματίστηκε αρχές Μαρτίου 2016, χωρίς διάδοχο πρόγραμμα ή προληπτική γραμμή, αν και η πιστοληπτική διαβάθμισή της ήταν -και παραμένει- κάτω από την επενδυτική βαθμίδα. Ωστόσο είναι καλύτερη από της Ελλάδος και το δημόσιο χρέος της είναι χαμηλότερο. Η Κύπρος βγήκε από τα capital controls και δανείζεται από τις αγορές, αλλά παραμένει σε μεταμνημονιακή εποπτεία όπως και η Πορτογαλία.
– Ουγγαρία (Οκτώβριος 2008) και Λεττονία (Δεκέμβριος 2008): μπήκαν επίσης σε προγράμματα προσαρμογής, τα οποία τέλειωσαν εντός τριετίας, χωρίς προληπτική γραμμή.
– Ρουμανία: μπήκε σε πρόγραμμα την περίοδο 2009-2011. Ακολούθησαν και άλλα δύο προγράμματα προληπτικού χαρακτήρα, χωρίς περαιτέρω εκταμιεύσεις. Από τον Οκτώβριο του 2015 η Ρουμανία βρίσκεται κι αυτή σε “εποπτεία μετά το πρόγραμμα”(post-programme surveillance – PPS).