Ωφελημένοι κατά 880 ευρώ ετησίως θα είναι το 80% των μη μισθωτών με το νέο καθεστώς καταλογισμού των εισφορών σε συνδυασμό με τις μειώσεις των φορολογικών συντελεστών.

Παράλληλα , η αύξηση της κατώτατης εισφοράς στα 220 ευρώ από 185 σήμερα θα οδηγήσει σε αύξηση της σύνταξης κατά 73 ευρώ για τη μεγάλη κατηγορία των ελεύθερων επαγγελματιών που δηλώνουν εισόδημα έως 10.000 ευρώ.

Το νέο καθεστώς για 1,4 εκατ. ελεύθερους επαγγελματίες , αυτοαπασχολούμενους επιστήμονες και αγρότες που θα εφαρμοστεί από τις αρχές του 2020 για θα «πατάει» σε 7 άξονες:

1.Απλότητα

2. Αποσύνδεση από το εισόδημα. Θα μπει τέλος στον καταλογισμό εισφορών με βάση το προ δύο ετών φορολογητέο εισόδημα ,σύστημα άδικο με αέναες καθυστερήσεις και «ουρές» λόγω των συμψηφισμών. Το σύστημα  κρίθηκε αντισυνταγματικό από το ΣτΕ ιδίως στις «περιοχές» που η επιβάρυνση ήταν υπέρμετρη με αποτέλεσμα να ενισχύεται η εισφορο-φοροδιαφυγή. Αυτό ήταν προφανές αφού κάθε χρόνο ο ΕΦΚΑ καλείται να επιστρέψει ( μετά το συμψηφισμό) στους μη μισθωτούς κονδύλι ύψους 220 εκ. ευρώ το οποίο σύμφωνα με τους ειδικούς ολοένα και θα αυξανόταν. Το 2019 θα είναι η τελευταία χρονιά που οι εισφορές θα υπολογίζονται με βάση το εισόδημα.

3. Αποσύνδεση από τα χρόνια. Από το 2020 θα ισχύσει σύστημα 7 ασφαλιστικών κατηγοριών  για τους ελεύθερους επαγγελματίες , αυτοαπασχολούμενους επιστήμονες και αγρότες οι οποίες δε θα έχουν σχέση με τα χρόνια ασφάλισης . Η κατώτερη υποχρεωτική κατηγορία από τα 185.18 ευρώ που είναι σήμερα   (20% επί του κατώτατου μισθού των 650 ευρώ για κύρια ασφάλιση, 6,95% επί του ίδιου ποσού για εισφορά υγείας και 10 ευρώ τον μήνα για τον λογαριασμό ανεργίας) θα αυξηθεί σε περίπου 220 ευρώ. Με δεδομένο ότι στην κατώτερη υποχρεωτική κατηγορία εντάσσεται το 80% των μη μισθωτών ,εκτιμάται ότι αναλόγως θα αυξηθούν και τα έσοδα του ΕΦΚΑ. Αλλωστε την αύξηση επίτασσε και η σύσταση των δανειστών οι οποίοι είχαν διαμηνύσει ότι οποιαδήποτε προσαρμογή στο ασφαλιστικό με βάση τις αποφάσεις του ΣτΕ έπρεπε να έχει ουδέτερο δημοσιονομικά αποτέλεσμα.

Οι επόμενες 6 κατηγορίες θα προβλέπουν υψηλότερες εισφορές, πιθανότατα όμως χαμηλότερες από αυτές που ισχύουν σήμερα, και θα οδηγούν σε υψηλότερες συντάξεις. Συγκεκριμένα η 2η κατηγορία θα προβλέπει εισφορά 250 ευρώ, η 3η 300 ευρώ, η 4η 350 ευρώ, η 5η 400 και η 6η 500 η 530 ευρώ.

4. Ελευθερία επιλογής: Ο ασφαλισμένος θα μπορεί να επιλέγει σε ποια κατηγορία  θα ασφαλιστεί προσδοκώντας όμως και την αντίστοιχη σύνταξη. Οι ειδικοί σχολιάζουν ότι η ελευθερία επιλογής θα πρέπει να « κουμπώσει» με την αύξηση των συντελεστών στις κύριες συντάξεις. Διαφορετικά , η ανταποδοτικότητα του νόμου Κατρούγκαλου, αν και ενισχύθηκε μετά τη μείωση της εισφοράς στο 13.3% , δε δίνει κίνητρο για να επιλέξει ο μη μισθωτός, υψηλή ασφαλιστική κατηγορία.

5. Απόλυτη ευελιξία: Ο ελεύθερος επαγγελματίας, ο αυτοαπασχολούμενος επιστήμονας και ο αγρότης θα μπορούν «ανεβοκατεβαίνουν» ελεύθερα κατηγορία κάθε χρόνο, σύμφωνα με τα δικά τους κριτήρια. Τα δύο πρώτα χρόνια η αλλαγή κατηγορίας θα επιτρέπεται το μήνα Δεκέμβριο.

6. Πρόνοια για τους νέους επιστήμονες: Το σχέδιο νόμου θα προβλέπει και μια χαμηλή κατηγορία ασφαλίστρων ύψους 130-140 ευρώ προκειμένου να ενισχυθούν οι νέοι επιστήμονες τα πρώτα 5 χρόνια της σταδιοδρομίας τους.

7.Φορολογικά οφέλη. Οι ασφαλιστικές εισφορές θα εκπίπτουν από το φορολογητέο εισόδημα. Επίσης οι αλλαγές στις εισφορές μαζί με τη φορολογική επίδραση της μείωσης του φόρου της πρώτης κλίμακας των 10.000 ευρώ στο 9% από 22% από το 2020, θα έχουν εντέλει θετικό αποτέλεσμα στο εισόδημα των ελεύθερων επαγγελματιών, αυτοαπασχολούμενων και αγροτών. Η µείωση αυτή των 13 ποσοστιαίων µονάδων µεταφράζεται, σύµφωνα µε τους ειδικούς, σε µια ετήσια µείωση φόρου έως και 1.300 ευρώ, δηλαδή έως 108,33 ευρώ τον µήνα.

Η διαμόρφωση των καινούργιων, σταθερών ασφαλίστρων συνδέεται και µε τις νέες κλίµακες που προβλέπει το φορολογικό νοµοσχέδιο για όσους δηλώνουν έως 10.000 ευρώ ετήσιο εισόδηµα. Στο πλαίσιο αυτό, αξιωµατούχοι του υπουργείου Εργασίας και ειδικοί καταλήγουν στο συµπέρασµα πως όλοι οι µη µισθωτοί θα είναι εντέλει ωφελημένοι µε τον έναν ή τον άλλο τρόπο από το 2020 και µετά, στο συνδυαστικό βάρος φόρων και εισφορών. Ακόµη κι αν αυξηθεί δηλαδή η ελάχιστη εισφορά, η νέα φορολογική κλίµακα θα οδηγεί τελικά όλους σε ωφέλεια.

Για παράδειγμα με φόρο 22% και ελάχιστη εισφορά 185 ευρώ , ο ελεύθερος επαγγελματίας με φορολογητέο εισόδημα 10.000 ευρώ κατέβαλε 2.200 ευρώ φόρο και 2.220 ευρώ εισφορά, σύνολο 4.420 ευρώ ετησίως.

Με συντελεστή 9% ο φόρος μειώνεται στα 900 ευρώ και η εισφορά αυξάνεται κατά τι στα ( 220Χ12) 2640 ευρώ, συνολικά 3540 ευρώ ετησίως. Το όφελος είναι 880 ευρώ.

Παράλληλα η σύνταξη που θα αντιστοιχεί στη νέα κατώτατη εισφορά για 40 χρόνια ασφάλισης θα είναι 735 ευρώ από 662 σήμερα.

Σύμφωνα με τους ειδικούς η βελτίωση των συντελεστών της κύριας σύνταξης θα δώσει κίνητρο στους ελεύθερους επαγγελματίες να επιλέξουν υψηλότερη ασφαλιστική κατηγορία. Διαφορετικά λόγω της χαμηλής ανταποδοτικότητας εισφορών –παροχών θα προτιμήσουν να παραμείνουν στην κατώτατη ασφαλιστική κατηγορία.

Προσδοκία για αύξηση της εισπραξιμότητας

Με το νέο σύστηµα των σταθερών ποσών, στο υπουργείο Εργασίας προσδοκούν  αύξηση της εισπραξιµότητας στο 80%-85% από μόνο 56%-60% που είναι σήμερα. Η  πλειονότητα των ελεύθερων επαγγελµατιών  σε ποσοστό κοντά στο 80%, δηλώνει ετήσιο εισόδηµα έως 7.800 ευρώ, καταβάλλοντας τις ελάχιστες εισφορές των 185,18 ευρώ τον µήνα.

Όπως άλλωστε παραδέχονται ειδικοί, η σύνδεση των ασφαλίστρων (αρχικά στο 20%) µε το δηλωθέν εισόδηµα οδήγησε σε απόκρυψη εισοδηµάτων και αύξηση της φοροδιαφυγής, χωρίς ταυτόχρονα να αυξάνει σηµαντικά την εισπραξιµότητα των εισφορών. ∆εν θεωρείται τυχαίο πως τα έσοδα του ΕΦΚΑ από τους µη µισθωτούς βαίνουν µειούµενα την τελευταία 3ετία . Το 2017 (πρώτη χρονιά εφαρµογής του συστήµατος) εισπράχθηκαν συνολικά 1,744 δισ. από τους µη µισθωτούς. Το 2018 οι εισπράξεις έπεσαν στα 1,5 δισ., ενώ φέτος η πορεία του 8µήνου «δείχνει» τελικές εισπράξεις κοντά στα 1,3 δισ. ευρώ. Η µείωση των εισφορών για κύρια σύνταξη από 20% στο 13,3% το 2019 δεν αποδίδει τα αναµενόµενα, σύµφωνα µε υπηρεσιακά στελέχη του υπουργείου Εργασίας.