© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Μια νέα και άκρως επικίνδυνη μορφή ακρίβειας απειλεί τα νοικοκυριά -αλλά και την αγορά-, καθώς γι’ αυτή μιλάνε πλέον όλο και περισσότεροι τόσο στην Ελλάδα όσο και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Μετά από μια τριετία αναταράξεων που έφεραν τα πάνω κάτω στην παγκόσμια οικονομία, το νέο… trend που απασχολεί κυβερνήσεις, αναλυτές και επιχειρηματίες είναι ο πληθωρισμός της απληστίας ή greedflation, όπως ονομάζεται διεθνώς.
Οι ειδικοί μιλούν για μία ακόμα μετάλλαξη της ακρίβειας, η οποία ακολούθησε τη διάλυση των ισορροπιών στην παγκόσμια οικονομία μετά την πανδημία COVID-19. Από τον Μάιο, όταν η Ελλάδα βρισκόταν σε προεκλογική περίοδο και έκανε συγκρίσεις με τον πληθωρισμό της Ισπανίας, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είχε αναδείξει το παγκόσμιο αυτό φαινόμενο. Και μόλις προ ημερών το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή εντόπισε την ελληνική διάσταση του ζητήματος.
Το πρόβλημα συνίσταται στο ότι πολλές επιχειρήσεις εκτόξευσαν, υπέρ το δέον, τις τιμές σε μια περίοδο που κανείς δεν γνώριζε πού θα σταματήσει το ράλι των τιμών ενέργειας. Αφού πρώτα έπεσε απότομα, το ασανσέρ των τιμών άρχισε να ανεβαίνει ανεξέλεγκτα επειδή ο νόμος προσφοράς και ζήτησης που καθορίζει τη διεθνή οικονομία και σταθεροποιεί τις αγορές έγινε λάστιχο, με αποτέλεσμα να μη λειτουργεί πια αποτελεσματικά.
Κι ενώ φαίνεται ότι πολλοί βολεύονται από την αδυναμία των αγορών να ισορροπήσουν, η νέα τάση μπορεί να προκαλέσει αντίστροφα αποτελέσματα και τελικά να χάσουν όλοι πολύ περισσότερα απ’ όσα τυχόν κερδίζουν σήμερα.
Οπως παρατηρούν όμως και πολλοί επιχειρηματίες (ακόμη και δημόσια), η τάση αυτή πλήττει άμεσα μεν την κατανάλωση των νοικοκυριών που δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στην ακρίβεια, αλλά κυρίως τις προσδοκίες και την εμπιστοσύνη των καταναλωτών, που μπορεί πλέον να τηρήσουν αμυντική στάση και να περιορίσουν τις αγορές στα απολύτως απαραίτητα, να μην κάνουν διακοπές και να μην ανταποκρίνονται τελικά ούτε σε προσφορές-κράχτες, όταν πια οι ίδιες οι επιχειρήσεις θα πιέζονται να βρουν πελάτες.
Η κατάσταση αυτή θα οδηγήσει σε νέα μετάλλαξη της αγοράς τότε, με δραματική συρρίκνωση των περιθωρίων κέρδους των επιχειρήσεων, καθώς θα αρχίσει ένας αντίστροφος ανταγωνισμός κατάκτησης μεριδίων σε μια πολύ συρρικνωμένη αγορά.
Οι νόμοι της αγοράς
Ολα ξεκίνησαν τον Μάρτιο του 2020 με το παγκόσμιο lockdown, όταν μηδένισε το κοντέρ της οικονομίας σε ολόκληρο τον πλανήτη. Τότε εταιρείες-κολοσσοί, ακόμα και ολόκληρες χώρες έχασαν πολλά τρισεκατομμύρια δολάρια, καθώς νέκρωσε η καταναλωτική ζήτηση και οι τιμές των καυσίμων και των προϊόντων κατέρρευσαν. Τα πετρελαιοφόρα σταμάτησαν καταμεσής στις θάλασσες διότι οι αγοραστές αρνούνταν να παραλάβουν τα φορτία που είχαν παραγγείλει, αφού τα φουγάρα των εργοστασίων πάγωσαν και οι πελάτες έμεναν κλεισμένοι στα σπίτια τους λόγω πανδημίας.
Οπως παρατηρούν όμως πολύπειρα στελέχη του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης, «στη ζωή και στην οικονομία είναι νόμος ότι η υπερβολή διορθώνεται με υπερβολή».
Ετσι συνέβη και το 2021, μετά τη βουτιά των τιμών και κατά την επανεκκίνηση της οικονομικής δραστηριότητας. Η διεθνής και η ελληνική οικονομία πέρασαν σε φάση πληθωρισμού κόστους, όταν η εφοδιαστική αλυσίδα ξεκίνησε να παίρνει πάλι μπροστά, αλλά η παραγωγή και τα διαθέσιμα προϊόντα δεν επαρκούσαν επί μήνες να καλύψουν την παγκόσμια ζήτηση. Οι διεθνείς τιμές μετάλλων και commodities πήραν την ανιούσα, αλλά στο στάδιο εκείνο ακόμα οι όποιες υπερβολές ελέγχονταν έως έναν βαθμό, καθώς οι ελλείψεις προϊόντων ήταν επίμονες μεν, αλλά εξ ορισμού προσωρινές.
Τα πράγματα άλλαξαν άρδην μετά τον Φεβρουάριο του 2022 και την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Τότε ξεκίνησε μια άνευ προηγουμένου ενεργειακή και επισιτιστική κρίση, που δεν είχε γνωρίσει η Ευρώπη τα τελευταία 50 χρόνια.
Σαν την μπάλα του μπάσκετ που, όταν σκάει με δύναμη κάτω, πηγαίνει αμέσως μετά πάνω, την ίδια τάση είχαν και οι ρυθμοί αύξησης των τιμών στην Ελλάδα αλλά και πανευρωπαϊκά. Ο πόλεμος εκτίναξε το κόστος φυσικού αερίου και ενέργειας, αλλά και τις τιμές στα βασικά δημητριακά και τα λιπάσματα, μειώνοντας τις ποσότητες των παραγόμενων τροφίμων. Η καραμπόλα συνεχίστηκε με το εμπορικό εμπάργκο στη Ρωσία. Διόλου τυχαία, ακόμα και φτωχές αραβικές χώρες της Μέσης Ανατολής όπου η διατροφή στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά στο αλεύρι και το σιτάρι ακύρωναν καραβιές παραγγελιών προτού φτάσουν με φουσκωμένες τιμές στα λιμάνια τους.
Ειδικά στη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης, όμως, κανείς δεν ήξερε πού θα σταματήσουν οι τιμές αερίου, ακόμα και όταν οι τιμές συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης είχαν φτάσει σε απίστευτα ύψη (άνω των 300 ευρώ ανά θερμική μεγαβατώρα). Η ανατιμητική προσδοκία ξεπέρασε και τις πραγματικές τιμές, δημιουργώντας δευτερογενείς πληθωριστικές πιέσεις σε όλους τους κλάδους της οικονομίας, οι οποίες όμως παρέμειναν στα ύψη ακόμα και όταν οι τιμές ενέργειες ξεφούσκωσαν σχεδόν στα προ κρίσης επίπεδα.
Γνώστες και αναλυτές της αγοράς είχαν επισημάνει εδώ και σχεδόν έναν χρόνο το παιχνίδι που ξεκινούσε τότε. Οι όροι «πληθωρισμός κερδών» και «ουρανοκατέβατα κέρδη» είχαν κάνει την εμφάνισή τους, με αποτέλεσμα ακόμα και προτάσεις όπως της ελληνικής κυβέρνησης για πανευρωπαϊκό παζάρι με τις χώρες-παραγωγούς ενέργειας.
Πότε θα πέσουν οι τιμές
Σύμφωνα με την αναφορά του ΔΝΤ για τον πληθωρισμό, το 2022 και το 2023 τα αυξανόμενα εταιρικά κέρδη αντιπροσωπεύουν σχεδόν το ήμισυ της αύξησης του πληθωρισμού στην Ευρώπη, ενώ και στην ΕΚΤ, σε συνάντηση που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα μεταξύ των υπευθύνων χάραξης πολιτικής, επισημάνθηκε η αύξηση του περιθωρίου κέρδους που ενισχύει τον πληθωρισμό, μεταφέροντας πλούτο από τα φτωχότερα στρώματα στις τσέπες ελαχίστων.
Αυτό καταφαίνεται ιδιαίτερα στο χάσμα τιμών στις οποίες πωλούν οι πολυεθνικές τα ίδια προϊόντα τους ανά χώρα. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού εντόπισε συγκεκριμένα απορρυπαντικά που πωλούνται στη διπλάσια τιμή στην Ελλάδα έναντι της Ιρλανδίας ή της Ισπανίας – αν και πολύ φτηνότερα απ’ ό,τι σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες!
Ειδικά στην Ελλάδα, πάντως, η αντιστροφή της τάσης φαίνεται ότι έχει αρχίσει ήδη από κάποιες επιχειρήσεις που, αντί να προβάλλουν απλώς «προσφορές», διαφημίζουν πλέον «μόνιμα χαμηλές τιμές», θέλοντας να τονίσουν ότι ήρθαν σε συμφωνία με τους παραγωγούς και πλέον θα μειώνουν αντί να αυξάνουν άλλο τις τιμές. Αυτό ωθεί τους καταναλωτές να αποφασίσουν τι θα συνεχίσουν να ψωνίζουν και από πού. Και αυτό μπορεί να οδηγήσει και άλλες επιχειρήσεις σε αποκλιμάκωση τιμών και κερδών, αν δεν θέλουν να τραυματίσουν τη μελλοντική σχέση με τους πελάτες τους.
Διαβάστε ακόμη
Πλειστηριασμοί: Στις… εκπτώσεις η «πινακοθήκη» του Παναγιώτη Νίκα (pics)
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ