Να προσελκύσει ξένους εκατομμυριούχους που θα επενδύσουν στην Ελλάδα με κίνητρο την καταβολή εφάπαξ φόρου ύψους 100.000 ευρώ για το παγκόσμιο εισόδημά τους φιλοδοξεί το υπουργείο Οικονομικών με το νέο φορολογικό νομοσχέδιο. Οι σχετικές διατάξεις επιβεβαιώνουν το σχετικό ρεπορτάζ του ΘΕΜΑτος και του newmoney.gr.
Προϋπόθεση για να αξιοποιήσουν το μέτρο του «διαμένοντος μη κατοίκου» (Non Domiciled Resident ή Non-Dom) οι ξένοι Κροίσοι είναι να επενδύσουν τουλάχιστον 500.000 ευρώ σε ακίνητα, επιχειρήσεις ή κινητές αξίες στην Ελλάδα και να ήταν φορολογικοί κάτοικοι άλλων χωρών για τα προηγούμενα 7 από τα 8 έτη που προηγούνται του έτους για το οποίο ζητούν να ενταχθούν στο καθεστώς Non-Dom. Επιπλέον, προβλέπεται ότι η επένδυση θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέσα σε 3 χρόνια από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για μεταφορά της φορολογικής κατοικίας τους στην Ελλάδα. Εντός 60 ημερών από την υποβολή της αίτησης, η Φορολογική Διοίκηση θα εξετάζει την αίτηση και θα εκδίδει απόφαση, με την οποία την εγκρίνει ή την απορρίπτει.
Το υπουργείο Οικονομικών υιοθετεί με μικρές αλλαγές το μοντέλο που εφαρμόστηκε με επιτυχία στην Ιταλία για να προσελκύσει πλούσιους ξένους επενδυτές. Όπως ξεκαθαρίζει το νομοσχέδιο, καταβάλλοντας τον εφάπαξ φόρο των 100.000 ευρώ οι ξένοι εκατομμυριούχοι θα εξαντλούν κάθε φορολογική υποχρέωση για εισόδημα που προκύπτει στην αλλοδαπή και θα απαλλάσσονται από φόρο κληρονομιών ή δωρεών περιουσίας που βρίσκεται στην αλλοδαπή. Για εισοδήματα τα οποία αποκτώντα στην Ελλάδα, προβλέπεται φορολόγηση με βάση τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις. Στο ευνοϊκό καθεστώς φορολόγησης μπορούν να ενταχθούν και συγγενικά πρόσωπα των ξένων επενδυτών, καταβάλλοντας ποσό φόρου 20.000 ευρώ ανά φορολογικό έτος για κάθε συγγενικό πρόσωπο. Ο φόρος αυτός καταβάλλεται σε μία δόση και δεν συμψηφίζεται με άλλες φορολογικές υποχρεώσεις ή τυχόν πιστωτικά υπόλοιπα.
Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να επωφεληθούν από το καθεστώς Non-Dom για διάστημα έως 15 φορολογικών ετών, χωρίς δυνατότητα παράτασης.
Αναλυτικά, οι διατάξεις του φορολογικού νομοσχεδίου οι οποίες αφορούν στην «εναλλακτική φορολόγηση εισοδήματος που προκύπτει στην αλλοδαπή» για φυσικά πρόσωπα που μεταφέρουν τη φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα έχουν ως εξής:
* Ο φορολογούμενος, φυσικό πρόσωπο, που μεταφέρει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα δύναται να υπαχθεί σε εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης, όπως ορίζεται στην παρ. 2 του παρόντος άρθρου, για το εισόδημα που προκύπτει στην αλλοδαπή κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 5, εφόσον σωρευτικά :
α) δεν ήταν φορολογικός κάτοικος της Ελλάδος τα προηγούμενα επτά (7) από τα οκτώ (8) έτη πριν τη μεταφορά της φορολογικής κατοικίας του στην Ελλάδα και
β) αποδεικνύει ότι επενδύει o ίδιος ή συγγενικό του πρόσωπο, κατά την έννοια της περ. στ΄ του άρθρου 2 του παρόντος Κώδικα, ή μέσω νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας στο οποίο ή στην οποία, αντίστοιχα, έχει την πλειοψηφία των μετοχών ή μεριδίων, σε ακίνητα ή επιχειρήσεις ή κινητές αξίες ή μετοχές ή μερίδια σε νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες με έδρα την Ελλάδα. Το ποσό της επένδυσης αυτής δεν μπορεί να είναι μικρότερο των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) ευρώ. Η επένδυση πρέπει να έχει ολοκληρωθεί εντός τριών (3) ετών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης κατά την παρ. 3 του παρόντος.
Δεν απαιτείται να συντρέχει η προϋπόθεση της περίπτωσης β΄, εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο που έχει αποκτήσει και διατηρεί άδεια διαμονής για επενδυτική δραστηριότητα στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16 του ν. 4251/2014, όπως ισχύει.
Το εν λόγω φυσικό πρόσωπο υπόκειται σε φόρο για το φορολογητέο εισόδημά του που προκύπτει στην ημεδαπή, κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 5, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του παρόντος Κώδικα.
* Εφόσον γίνει δεκτή, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στην παρ. 3, η υπαγωγή του φορολογούμενου σε εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης για το εισόδημα που προκύπτει στην αλλοδαπή, το φυσικό πρόσωπο καταβάλλει φόρο κατ’ αποκοπή, ανεξαρτήτως του ύψους εισοδήματος που αποκτήθηκε στην αλλοδαπή, ποσού εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ για κάθε φορολογικό έτος. Το φυσικό πρόσωπο έχει τη δυνατότητα να ζητήσει την επέκταση της εφαρμογής του άρθρου αυτού για οποιοδήποτε συγγενικό του πρόσωπο, κατά την έννοια της περ. στ΄ του άρθρου 2 του παρόντος Κώδικα, καταβάλλοντας ποσό φόρου ίσο με είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ ανά φορολογικό έτος για κάθε συγγενικό πρόσωπο. Ο φόρος αυτός καταβάλλεται σε μία (1) δόση και δεν συμψηφίζεται με άλλες φορολογικές υποχρεώσεις ή τυχόν πιστωτικά υπόλοιπα.
* Η αίτηση μεταφοράς της φορολογικής κατοικίας με υπαγωγή στον εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης εισοδήματος που προκύπτει στην αλλοδαπή κατά το παρόν άρθρο υποβάλλεται από το φυσικό πρόσωπο μέχρι τις 31 Μαρτίου έκαστου φορολογικού έτους στην Φορολογική Διοίκηση. Εντός της ίδιας προθεσμίας δύνανται να υποβάλουν αίτηση υπαγωγής στον εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης εισοδήματος που προκύπτει στην αλλοδαπή κατά το παρόν άρθρο και φυσικά πρόσωπα που πληρούν τις προϋποθέσεις της παρ. 1 και έχουν ήδη μεταφέρει τη φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα εντός του προηγούμενου φορολογικού έτους. Εντός εξήντα (60) ημερών από την υποβολή της αίτησης, η Φορολογική Διοίκηση εξετάζει την αίτηση και εκδίδει απόφαση, με την οποία την εγκρίνει ή την απορρίπτει.
Το φυσικό πρόσωπο δηλώνει στην αίτησή του το κράτος στο οποίο είχε την τελευταία φορολογική κατοικία του μέχρι την υποβολή της αίτησής του. Η Φορολογική Διοίκηση ενημερώνει τις φορολογικές αρχές του κράτους αυτού σχετικά με τη μεταφορά της φορολογικής κατοικίας του εν λόγω φορολογουμένου, σύμφωνα με τις διατάξεις περί διεθνούς διοικητικής συνεργασίας όπως αυτές ισχύουν.
* Η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου αρχίζει από το πρώτο φορολογικό έτος για το οποίο υποβάλλεται η αίτηση του φυσικού προσώπου για την υπαγωγή του στις διατάξεις του παρόντος άρθρου και λήγει μετά το πέρας δεκαπέντε (15) φορολογικών ετών. Η υπαγωγή στις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν δύναται να παραταθεί πέραν των δεκαπέντε (15) φορολογικών ετών.
* Το φυσικό πρόσωπο που εντάσσεται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εφόσον σε κάποιο φορολογικό έτος δεν καταβάλλει ολόκληρο το οριζόμενο στην παρ. 2 του παρόντος άρθρου κατ’ αποκοπή ποσό φόρου, παύει να υπάγεται από το οικείο φορολογικό έτος στις διατάξεις του άρθρου αυτού και φορολογείται για το παγκόσμιο εισόδημά του βάσει των γενικών διατάξεων του παρόντος Κώδικα.
* Το φυσικό πρόσωπο δύναται σε οποιοδήποτε φορολογικό έτος κατά τη διάρκεια της προβλεπόμενης στην παρ. 4 εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου να υποβάλει αίτηση για την ανάκληση της υπαγωγής του στις διατάξεις αυτές. Σε περίπτωση ανάκλησης, το φυσικό πρόσωπο υπάγεται σε φορολογία σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις για το φορολογικό έτος εντός του οποίου υποβάλλει την αίτηση ανάκλησης και δεν υποχρεούται στην καταβολή του οριζόμενου κατ’ αποκοπή ποσού φόρου για το έτος αυτό.
* Το φυσικό πρόσωπο οφείλει να αποδώσει το οριζόμενο στην παρ. 2 του παρόντος άρθρου κατ’ αποκοπή ποσό φόρου εντός τριάντα (30) ημερών από την έγκριση της αίτησής του κατά την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.
Η δήλωση φορολογίας εισοδήματος υποβάλλεται και η καταβολή του φόρου διενεργείται, με την επιφύλαξη των οριζομένων στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 2, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 67 του παρόντος Κώδικα.
* Με την καταβολή του κατ’ αποκοπή ποσού φόρου της παρ. 2 του παρόντος άρθρου εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση του φυσικού προσώπου που έχει υπαχθεί στις διατάξεις του παρόντος άρθρου για εισόδημα που προκύπτει στην αλλοδαπή και το φυσικό πρόσωπο απαλλάσσεται από φόρο κληρονομιών ή δωρεών περιουσίας που βρίσκεται στην αλλοδαπή.
* Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Επενδύσεων καθορίζονται οι επιλέξιμες κατηγορίες επενδύσεων, ο χρόνος διατηρήσεώς τους στην Ελλάδα, η διαδικασία αποδείξεως της επένδυσης, η παρακολούθηση της διατήρησης της επένδυσης και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
* Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικώνκαι του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδωνκαθορίζεται η διαδικασία υπαγωγής στις διατάξεις του παρόντος άρθρου, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς της φορολογικής κατοικίας, η αρμόδια υπηρεσία για την υποβολή, εξέταση και έγκριση της αίτησης, τα δικαιολογητικά που συνοδεύουν την αίτηση, η ανάκλησή της καθώς και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα ή λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου».