της Όλγας Μπαλαφούτη
Μπορεί με την επιστολή – δήλωση δημόσιας μετανοίας του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου, να έκλεισε το «μέτωπο» βραχυπρόθεσμα μέτρα για την ρύθμιση του χρέους -που μόνη της η κυβέρνηση άνοιξε- όμως το 2017 που σχεδόν έφθασε, ξεκινά με σοβαρές εκκρεμότητες και προβλήματα.
Χθες η ελληνική κυβέρνηση υποσχέθηκε ότι στο εξής τυχόν πλεονάσματα δεν θα πηγαίνουν για μποναμάδες και κοινωνικά μερίσματα, αλλά κατά κύριο λόγο για πληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών και για τα ταμειακά διαθέσιμα.
Παράλληλα, το υπερπλεόνασμα, αν και εφόσον υπάρξει – και μόνο με τη σύμφωνη γνώμη των θεσμών- μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε στοχευμένα μέτρα που θα ενισχύσουν τις κοινωνικές παροχές (ειδικά το Κοινωνικό Επίδομα Αλληλεγγύης) ή και για την μείωση των φορολογικών βαρών, ακόμη και για τη δημιουργία κεφαλαιακών «μαξιλαριών».
Το πρώτο και βασικό δεδομένο είναι ότι το ύψος αυτών που χρωστά το Δημόσιο σε ιδιώτες – με στοιχεία Οκτωβρίου – ξεπερνά τα 6 δισ. και είναι κάτι που πρέπει να τακτοποιηθεί άμεσα.
Η β’ αξιολόγηση
Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση έχει απέναντί της τους δανειστές, καθώς όλα τα παραπάνω εξαρτώνται από την ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης, που παραμένει στον αέρα.
Αμέσως μετά τις γιορτές, θα συνεδριάσει το EuroWorking Group ενδεχομένως στις 5 ή στις 12 Ιανουαρίου. Κι ενώ το θέμα του επιδόματος τους συνταξιούχους έκλεισε με τον «όρκο» Τσακαλώτου ότι δεν θα επαναληφθεί, μένει ανοιχτό το τι αντίμετρα θα ζητήσουν οι δανειστές για το ΦΠΑ στα νησιά, καθώς φανεί στον προϋπολογισμό του 2017.
Η ελληνική πλευρά υπολογίζει το κόστος από το πάγωμα της αύξησης του ΦΠΑ στα 50 εκατ. ευρώ αλλά οι δανειστές ανεβάζουν τον πήχη στα 150 εκατ. ευρώ.
Όλα αυτά υπο τη σκιά της πρόσφατης απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τις ομαδικές απολύσεις και των πιέσεων Τομσεν (μέσω των blogs) για μείωση του αφορολογήτου και περικόπες στις συντάξεις που αποτελούν τους πρόσθετους όρους του Ταμείου.
Παράλληλα μαίνεται και η μάχη χαρακωμάτων για το πόσα χρόνια από το 2018 και μετά θα μείνει ο στόχος για πλεόνασμα 3,5%.