«Είμαστε σίγουρα κοντά στο τέλος» του ράλι της αύξησης επιτοκίων δανεισμού, επισημαίνει ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας.
Αφήνει να εννοηθεί ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα αυξήσει ακόμη λίγο τα επιτόκια κατά 25 μονάδες μέσα στο έτος και πιθανότατα από το 2024 αυτά θα αρχίσουν να υποχωρούν.
Στη συνέντευξή του στο «ΘΕΜΑ», λίγες ημέρες προτού δώσει στη δημοσιότητα την ετήσια έκθεση της Τραπέζης της Ελλάδος, ο κ. Στουρνάρας επισημαίνει ότι «σταθερότητα τιμών και χρηματοπιστωτική σταθερότητα πάνε μαζί» και αποκαλύπτει ποια είναι τα μαθήματα που έχουν λάβει οι κεντρικοί τραπεζίτες από την τελευταία μεγάλη κρίση που ξεκίνησε από τη Silicon Valley Bank και ταρακούνησε ακόμη και τη θεωρούμενη ως ακλόνητη ελβετική τράπεζα Credit Suisse.
«Δεν δίνω καμία πιθανότητα να μην πάρουμε την επενδυτική βαθμίδα», δηλώνει με βεβαιότητα και εξηγεί ότι αμέσως μετά θα εισρεύσουν στην Ελλάδα μεγάλα κεφάλαια από funds που θα επενδύσουν σε ομόλογα, τράπεζες και θα επιδιώξουν συμμετοχή σε μετοχική σύνθεση ελληνικών επιχειρήσεων.
Ο Γιάννης Στουρνάρας αποκλείει το ενδεχόμενο να υπάρξει οικονομική αβεβαιότητα λόγω των εκλογών και εκτιμά ότι «θα υπάρξει κυβέρνηση με τον άλφα ή βήτα τρόπο», ενώ προβλέπει πως το καλό κλίμα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις θα επηρεάσει θετικά το οικονομικό κλίμα και την πραγματική οικονομία.
Ιδιαίτερη αξία έχει και μία αναφορά του διοικητή της ΤτΕ για έρευνα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σε κερδοσκοπικά funds που επενδύουν σε ασφάλιστρα κινδύνου (CDS) με χρηματοδότηση από αμερικανικές τράπεζες παράλληλα με τη διαβεβαίωση ότι η ΕΚΤ θα κάνει «whatever it takes» για τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος.
– Είναι η πρώτη κρίση στον χρηματοπιστωτικό τομέα μετά την περίοδο 2008-2009. Ποια είναι τα μαθήματα που πρέπει να ληφθούν;
Δεν είναι παρόμοια κρίση. Εγώ νομίζω ότι είναι πολύ πιο εξειδικευμένη, με τράπεζες που είχαν ορισμένα προβλήματα, όπου υπήρχαν εποπτικά κενά στην Αμερική ιδιαίτερα, και βέβαια που προήλθε από τη μεγάλη αύξηση επιτοκίων που γίνεται για να τιθασευτεί ο πληθωρισμός. Οι προσπάθειες να επεκταθεί στην Ευρώπη που έγιναν, νομίζω, κυρίως με κερδοσκοπική διάθεση, δεν επιτεύχθηκαν.
– Η αύξηση επιτοκίων και το αυξημένο κόστος δανεισμού είναι ένα μεγάλο πρόβλημα για πολλές επιχειρήσεις, αλλά και για τις τράπεζες. Πότε θα αρχίσει να αντιστρέφεται η τάση και να σταματήσουν να αυξάνονται τα επιτόκια δανεισμού;
Νομίζω πως έχουμε φτάσει κοντά στο τέλος. Αν είναι ακόμη 25 μονάδες, δεν μπορώ να το πω από τώρα. Εχουμε πει να μη δώσουμε κατεύθυνση ακόμα διότι θα εξαρτηθεί από τις εξελίξεις, αλλά ειδικά μετά τα τελευταία γεγονότα αισθάνομαι πια ότι έχουμε φτάσει κοντά στο τέλος. Δεν μπορώ να πω ότι είμαστε στο τέλος, ότι τελείωσε, αλλά είμαστε σίγουρα κοντά στο τέλος.
– Στις συνεντεύξεις σας στα διεθνή Μέσα Ενημέρωσης, τις τελευταίες ημέρες, διαβεβαιώνετε ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι θωρακισμένο. Είναι πράγματι θωρακισμένο ή έχετε κάποια ανησυχία;
Κοιτάξτε, και οι ευρωπαϊκές τράπεζες και οι ελληνικές δεν έχουν καμία σχέση με τις τράπεζες που είχαμε κατά τη διάρκεια της κρίσης. Είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες, σε πολύ μεγάλο βαθμό, η ρευστότητα είναι πολύ υψηλή, οι επόπτες είναι πολύ σοφότεροι, τα εργαλεία είναι πολύ περισσότερα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει δηλώσει «urbi et orbi» ότι έχει όλα τα εργαλεία διαθέσιμα -εφόσον χρειαστεί- να τα χρησιμοποιήσει.
Αρα λοιπόν μπορώ με αρκετά μεγάλη, με πολύ μεγάλη, σιγουριά να πω ότι δεν κινδυνεύουμε από κερδοσκοπικές πιέσεις. Και λέω πιέσεις διότι όταν οι τράπεζες είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες, όταν έχουμε τη ρευστότητα που πρέπει να έχουμε, δεν υπάρχουν θεμελιώδη μεγέθη που να δικαιολογούν κερδοσκοπία. Επομένως, για αυτούς που κερδοσκοπούν -το είδαμε το φαινόμενο αυτό στην αγορά των CDS τις τελευταίες ημέρες- η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι διατεθειμένη να κάνει «whatever it takes» και νομίζω το αποτέλεσμα θα είναι καταλυτικό.
Διαβάστε περισσότερα στο Protothema.gr